Τι απόφαση θα έβγαζα για την υπόθεση των Σπαρτιατών;
Δεν είμαι όμως, οπότε θέμα δεν τίθεται…
Να επικαλεσθώ την ιδιότητα του νομικού, τουλάχιστον, που θα μου επέτρεπε να εκφέρω αξιολογική κρίση επί της απόφασης; Φοβάμαι πως και αυτή θα μπορούσε να αμφισβητηθεί, παρά τα άριστα και τα αριστεία μου στη Νομική Αθηνών, δεδομένης της τόσο μεγάλης «παλαίωσης» της νομικής παιδείας μου…
Οπότε οι μόνες ιδιότητες μου μπορώ να επικαλεστώ -προκειμένου να διερωτηθώ δημόσια ποια θα μπορούσε και θα έπρεπε να είναι η δικαστική κρίση στην πολύκροτη υπόθεση- είναι αυτές του ενεργού πολίτη, του σκεπτόμενου ανθρώπου που δεν έχει πάρει διαζύγιο από την κοινή λογική, κυρίως όμως αφενός μεν του διαθέτοντος περίσσεια θράσους, αφετέρου δε του μη υπηρετούντος ατομικές στοχεύσεις και φιλοδοξίες, πρωτίστως λόγω της ηλικίας του.
Με αυτά λοιπόν τα «προσόντα» θα τολμούσα να φανταστώ μια απόφαση, με την εξής πάνω κάτω τεκμηρίωση:
«Η λογική του συνταγματικού άρθρου 51.3, που απαιτεί αμετάκλητη καταδικαστική ποινική απόφαση για τη στέρηση ενός πολίτη από τα πολιτικά του δικαιώματα (του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι) είναι πως, σε περίπτωση που αυτός αθωωθεί σε ανώτερο δικαιοδοτικό βαθμό, η μεταγενέστερη αθώωση λειτουργεί αναδρομικά, άρα αυτός κατά τη στιγμή της λαϊκής ετυμηγορίας θεωρείται πως ήταν αθώος. Ουδεμία δε ''εικασία ή προεξόφληση ενοχής'' επιτρέπει να προκαταληφθεί η κρίση του ανώτερου δικαστηρίου.
Άλλωστε στατιστικά είναι αρκετά ψηλό το ποσοστό όσων αθωώνονται μετά από πρωτόδικη καταδίκη (χωρίς αυτό να σημαίνει πως έχει επί της ουσίας δίκαιο το ανώτερο δικαστήριο, αλλά αυτό είναι το νομικό σύστημα όλων των πολιτισμένων χωρών της υφηλίου, με κατοχύρωση μάλιστα και στην ΕΣΔΑ).
Αυτό που ισχύει για το άτομο, όμως, ισχύει πολλώ μάλλον -και για λόγους δημοσίου συμφέροντος- προκειμένου περί συλλογικών υποκειμένων: Αν με το σκεπτικό πως το 51.3 δεν επιτρέπει τον εκλογικό αποκλεισμό ατόμων μη αμετακλήτως καταδικασμένων, επιτρέπει ωστόσο τον αποκλεισμό κομμάτων στα οποία μετέχει, ως φανερός ή ακόμη και ως υποκρυπτόμενος αρχηγός, ένας πρωτοδίκως μόνο καταδικασθείς (επειδή το κόμμα είναι πιο επικίνδυνο για τη δημοκρατική τάξη από το άτομο), τότε σε περίπτωση μεταγενέστερης -και αναδρομικής ισχύος, επαναλαμβάνω- αθώωσης του ατόμου, το εκλογικό σώμα θα έχει χάσει τη δυνατότητα να επιλέξει μεταξύ όλων των πολιτικών προτάσεων που θα του είχαν υποβληθεί.
Άρα το δημοκρατικό πολίτευμα θα έχει νοθευτεί, δεδομένου του ότι όλο το διάστημα μέχρι την έκδοση της κατ’ έφεση ή κατόπιν αναίρεσης αθωωτικής απόφασης η χώρα θα κυβερνάται με βάση κοινοβουλευτικούς συσχετισμούς, πιθανότατα διαφορετικούς από αυτούς που θα υφίσταντο, εφόσον στον λαό είχε δοθεί όλο το πολιτικά και νομικά δυνατόν φάσμα εκλογικών επιλογών.
Επειδή, δε, η συνακόλουθη βλάβη σε μια τέτοια περίπτωση του δημοκρατικού πολιτεύματος θα ήταν μη θεραπεύσιμη -αφού η ατελώς νομιμοποιημένη κυβέρνηση και η αντίστοιχη Bουλή θα έχουν παραγάγει αποφάσεις με κοινωνικά αποτελέσματα- τέτοια ερμηνεία είναι μη αποδεκτή. Επομένως, ο νόμος που επιτρέπει την απαγόρευση κομμάτων με φανερό ή υποκρυπτόμενο αρχηγό πρωτοδίκως μόνο καταδικασμένο είναι μη εφαρμοστέος ως αντιστυνταγματικός, αντιτιθέμενος όχι μόνο στο άρθρο 51.3, αλλά και στο όλο πλέγμα των κανόνων που κατοχυρώνουν τη λαϊκή κυριαρχία».
Μια τέτοια προσέγγιση του θέματος θα είχε, πιστεύω, τα εξής παράπλευρα ωφελήματα: Αφενός μεν, να απαλλάσσει τους δικαστές από την ευθύνη να διαγνώσουν -με όρους και γνώσεις μαζικής ψυχολογίας άραγε;- το αν εξαπατήθηκαν ή όχι οι ψηφοφόροι ως προς τον πραγματικό/υποκρυπτόμενο αρχηγό του υπό απαγόρευση μορφώματος… Αφετέρου δε, να μην προκύπτουν τα προφανή προβλήματα από μια εθνική αντιπροσωπεία με ολιγότερους των προβλεπομένων βουλευτές, όπως τώρα θα συμβεί. (Ενώ αν το ΑΕΔ διέτασσε αναπληρωματικές εκλογές -οι οποίες, με βάση το άρθρο 32.4 του ν. 345/76 μάλλον θα έπρεπε να διεξαχθούν σε όλες τις περιφέρεις όπου είχαν εκλεγεί Σπαρτιάτες -άλλωστε είναι και λογικά προβληματικό να μετέχουν στο εθνικό νομοθετικό έργο 10 βουλευτές που με δικαστική βούλα εξαπάτησαν τον λαό- τότε το πρόβλημα θα ήταν εφιαλτικό: Εφόσον η κατανομή των εδρών μεταξύ των κομμάτων προκύπτει κατά νόμο από το εθνικό ποσοστό τους, η διαμόρφωση νέων εθνικών ποσοστών μετά από αναπληρωματικές εκλογές ίσως θα έπρεπε, τουλάχιστον κατά μια ερμηνεία, να οδηγήσει σε ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΑΝΑΚΑΤΑΝΟΜΗ των βουλευτών, διάβαζε: μπάχαλο, διότι θα άλλαζε και η συμμετοχή των ψηφοφόρων…)
Αυτά θα έλεγε ένας πεισματάρης πολιτικός επιστήμονας της πλάκας, που καμία φορά προσπαθεί να θυμηθεί πως κάποτε υπήρξε και -ταπεινός- νομικός…
*Ο καθηγητής Θανάσης Διαμαντόπουλος είναι συγγραφέας του έργου «Ελευθέριος Βενιζέλος, Πλαστουργός Ιστορίας, ο άνθρωπος, ο θρύλος, το πολιτικό αποτύπωμα», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη. Είναι επίσης συγγραφέας του έργου «Το πολιτικό Σύστημα των ΗΠΑ, Ένας ιδιόρρυθμος δικομματισμός», που εξεδόθη το 2012 από τις εκδόσεις Πατάκη.