Μπορεί ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Μαρκ Ρούτε να είναι αναξιοπρεπής γλείφτης του Τραμπ, ωστόσο του είπε μια μεγάλη αλήθεια: «Η Ευρώπη θα πληρώσει χοντρά λεφτά και θα είναι δική σου νίκη».
Αντιπαθής δήλωση αλλά πραγματιστική. Απεικονίζει ένα άμεσο μέλλον κατά το οποίο θα στερεύσουν πόροι από τις κοινωνικές παροχές των ευρωπαϊκών κρατών, προκειμένου να διοχετευτούν στην πολεμική οικονομία.
Μη όντας μύστες των μύχιων στόχων των στρατιωτικο-βιομηχανικών ιερατείων, που καταγγέλλονται (και από τον Βαρουφάκη), δεν είμαστε σε θέση να ξέρουμε αν η νέα ρύθμιση του 5% για τα μέλη του ΝΑΤΟ, το οποίο θα διοχετευθεί σε εξοπλισμούς, είναι ένα κόλπο που ευνοεί τη βιομηχανική παραγωγή της Γερμανίας η οποία καθεύδει, κυρίως στον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας. Και η οποία βιομηχανία θα αναζωογονηθεί με την στροφή της στην παραγωγή πολεμικού οπλισμού. Από την άλλη δεν θεωρούμε ότι ο Τραμπ καίγεται για την ανάκαμψη της γερμανικής βιομηχανίας.
Προτάσσουμε την κοινή λογική: Όντως θα ενισχυθούν η γερμανική και η γαλλική βιομηχανία, και δευτερευόντως η βρετανική, η ιταλική και ή ισπανική (ακόμα και η Σουηδική με τα μαχητικά αεροσκάφη Gripen, η Πολωνία με τα τεθωρακισμένα και η Τσεχία με τα ελαφρά όπλα).
Η Ελλαδίτσα έχει περιορισμένη παραγωγή σε μεγάλα project. Παράγει πυρομαχικά και τυφέκια, ενώ επιδίδεται δευτερογενώς σε αναβάθμιση αρμάτων, και «συμμετοχή» σε φρεγάτες. Παραδόξως – ω του θαύματος- στην παραγωγή του drone Archytas που αναπτύχθηκε από την ΕΑΒ σε συνεργασία των πανεπιστημίων του ΑΠΘ Θεσσαλίας και του Δημοκρίτειου. Παράλληλα δημιούργησε και το εξοπλισμένο drone Grypas αλλά και το «Κένταυρος»!
Αλλά αυτά, παρότι είναι νεωτερικά, αναγκαία, πρωτοπόρα και συμβατά με τις σύγχρονες μορφές πολέμου, δεν παύουν να είναι «ελαφρά ταξιαρχία» εμπρός στην βαριά πολεμική βιομηχανία των χωρών της κεντρικής Ευρώπης, στην οποία θα διοχετευθούν τα μεγάλα κεφάλαια.
Οι Σύμμαχοι, εξ ανάγκης, συμφώνησαν (άσχετα αν θα το τηρήσουν σε βάθος χρόνου), ώστε η δέσμευση του 5% να συμπεριλάβει δύο βασικές κατηγορίες αμυντικών επενδύσεων: 3,5% του ΑΕΠ ετησίως έως το 2035 για την ενίσχυση των αμυντικών αναγκών και το υπόλοιπο για συμβατές υποδομές.
Υπάρχει μία ακόμη ένσταση σε όσους αντιδρούν στο - ξαφνικό και γι’ αυτό κολοσσιαίο – ποσοστό του 5%. Λέει ότι ναι, τα μέλη του ΝΑΤΟ δεν συμμετείχαν ως τώρα στην συνεισφορά του ποσοστού που είχε ορισθεί ως ελάχιστο όριο (2%) για τις αμυντικές ανάγκες του ΝΑΤΟ. Ωστόσο, ως αντιστάθμισμα πρόσφεραν το έδαφός τους για την εγκατάσταση αμερικανικών στρατιωτικών βάσεων. Άρα «ξεχρέωναν» τις υποχρεώσεις τους έναντι της αμερικανικής υπερδύναμης η οποία είχε επωμισθεί εξ ολοκλήρου την βιωσιμότητα του ΝΑΤΟ.
Θα μπορούσε να είναι συζητήσιμη άποψη. Άποψη όμως που δυστυχώς δεν ίσχυε για την Ελλάδα, η οποία έχει κάθε λόγο να στηρίξει την απόφαση του 5%, καθώς είναι το μόνιμο υποζύγιο της πιστής εφαρμογής του κανονισμού. Όχι γιατί είναι η πλέον συνεπής χώρα (στις ευρωπαϊκές υποχρεώσεις της δεν είναι) αλλά γιατί έχει απέναντί της την επεκτατικότητα της Τουρκίας (η λέξη «αναθεωρητισμός» είναι πολύ «ακαδημαϊκή» για να περιγράψει τις τουρκικές βλέψεις).
Η Ελλάδα ξοδεύει κάθε χρόνο πάνω από 7 δισεκατομμύρια ευρώ σε αμυντικές δαπάνες. Και μέχρι το 2036 θα διαθέσει επιπλέον 25 δισεκατομμύρια για να αγοράσει υποβρύχια, drones και μαχητικά αεροσκάφη. Και θα τα ξοδέψει εξ ανάγκης.
Υπάρχουν ιστορικοί π.χ. Μαυρογορδάτος, που θεωρούν ότι οι εξοπλισμοί - ιστορικά - συνδέονται με τις διαδοχικές οικονομικές κρίσεις της Ελλάδας. Ακόμη αν σε μια παράγραφο αδικούμε το πολύπλευρο έργο του καθηγητή, είναι δεδομένο ότι η Ελλάδα παραμένει υποχρεωμένη να εξοπλίζεται πέραν των δυνάμεών της, ως όμηρος της γεωγραφίας.
Είχε δίκιο ο Μητσοτάκης όταν επισήμανε ότι τα υπόλοιπα μέλη του ΝΑΤΟ θα πρέπει να δεσμευτούν στο 5%. Ούτως ή άλλως η Ελλάδα δεν έχει να χάσει. Συνεισφέρει άνω του 3% κάθε χρόνο, ξεπερνώντας τον έως τώρα ευρωπαϊκό στόχο του 2%, και αδίκως υφίσταται την σύγκριση το κοινωνικό της κράτος με αυτό των κεντροευρωπαίων, οι οποίοι τα ποσά των εξοπλισμών τα διοχέτευαν σε κοινωνικές παροχές.
Και παράλληλα, με δεδομένους τους περιορισμένους πόρους - και λόγω εξοπλιστικών –η χώρα μας βρισκόταν στη δυσχερή θέση να υφίσταται θρασεία κριτική από χώρες της ευρωπαϊκής ενδοχώρας, για την διαχείριση του μεταναστευτικού.
Μπορεί ο αλλοπρόσαλλος πλανητάρχης να στενοχώρησε την φιλοτουρκική Ισπανία, η οποία θέλει να είναι μέλος του αμυντικού Οργανισμού αλλά χωρίς να ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις που συνεπάγεται, τουλάχιστον θα γίνει κατανοητή η βεβαρημένη θέση της Ελλάδας.