Τι «φοβάται» η Moody' s και δεν αναβαθμίζει την Ελλάδα;

Τι «φοβάται» η Moody' s και δεν αναβαθμίζει την Ελλάδα;

Του Κωνσταντίνου Μαριόλη

Για μία ακόμη φορά η Ελλάδα έμεινε… μετεξεταστέα. Οι προσδοκίες για ήπια αναβάθμιση από τον οίκο Moody' s διαψεύστηκαν, αποδεικνύοντας ότι δεν υπάρχει διάθεση αποκλιμάκωσης των πιέσεων όσον αφορά την πιστή εφαρμογή των μέτρων του μνημονίου. Το μήνυμα της Moody' s ξεκάθαρο: Η Ελλάδα θα πρέπει να εφαρμόσει επιτέλους μεταρρυθμίσεις.

Η Moody' s θα εξετάσει το ενδεχόμενο να αναβαθμίσει την αξιολόγηση των ελληνικών κρατικών ομολόγων στην περίπτωση που μειωθεί ο κίνδυνος που σχετίζεται με την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων του τρίτου προγράμματος και υπάρξει διατηρήσιμη οικονομική ανάκαμψη και πρωτογενή πλεονάσματα, τα οποία θα επιτρέψουν τη μείωση του χρέους. Με αυτή τη φράση ο οίκος αξιολόγησης «ξεκαθαρίζει» το τοπίο αναφορικά με τις προσδοκίες που είχαν καλλιεργηθεί για την αναβάθμιση της Ελλάδας καθώς και για τις προοπτικές εξομάλυνσης των συνθηκών.

Σε ότι αφορά το μείζον ζήτημα της ελάφρυνσης του χρέους, η Moody' s υπογραμμίζει ότι ακόμη και σήμερα που ΔΝΤ και Ευρώπη δείχνουν να συμφωνούν στο ότι είναι απαραίτητη, δεν έχει αποσαφηνιστεί η μορφή που θα λάβει και το πόσο βαθιά θα είναι. Προσθέτει δε, ότι οι εκλογές σε διάφορες χώρες της Ευρώπης μέσα στο 2017 καθιστούν απίθανο το ενδεχόμενο άμεσης λύσης για το ελληνικό χρέος.

Η «ετυμηγορία» της Moody' s δεν αφήνει περιθώρια εφησυχασμού: παρά την επιτυχή ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης και την εκταμίευση της δόσης που αποφάσισε το Eurogroup στις 10 Οκτωβρίου, η Ελλάδα θα πρέπει να αποδείξει ότι εφαρμόζει πιστά το πρόγραμμα για να εξασφαλίζει την έγκαιρη εκταμίευση των δόσεων σε όλη τη διάρκειά του μέχρι το 2018. Αυτό, σύμφωνα με τον οίκο, είναι αμφίβολο, δεδομένης της απρόβλεπτης φύσης του ελληνικού πολιτικού σκηνικού, των μέτρων που πρέπει να εφαρμοστούν στο πλαίσιο του προγράμματος και των πολιτικών τάσεων στην Ευρώπη.

«Ως αποτέλεσμα, οι κίνδυνοι για τους ιδιώτες κατόχους ελληνικών ομολόγων παραμένουν σε υψηλό επίπεδο», σχολιάζει η Moody's, προσθέτοντας ότι ο κίνδυνος αθέτησης πληρωμών κατά τη διάρκεια του προγράμματος παραμένει σημαντικός, δεδομένων των επικείμενων λήξεων τον Ιούλιο του 2017, όταν η Ελλάδα θα πρέπει να πληρώσει 3,9 δισ. ευρώ σε ιδιώτες ομολογιούχους και 2,3 δισ. ευρώ στην ΕΚΤ.

Και αν η ελληνική κυβέρνηση έχει επανειλημμένα εκφράσει τη διάθεσή της να ολοκληρωθεί η δεύτερη αξιολόγηση μέχρι το τέλος του έτους, η Moody' s κρατάει… μικρό καλάθι. Ο οίκος τονίζει ότι δεδομένων των καθυστερήσεων που έχουν σημειωθεί στην ολοκλήρωση των αξιολογήσεων στο παρελθόν, ενδεχόμενες αποκλίσεις θα συνεχίσουν να θέτουν σε κίνδυνο τις αποπληρωμές χρέους από τα μέσα του 2017 και μετά.

Ο οίκος δεν βγάζει «κόκκινη κάρτα» στην κυβέρνηση, καθώς χαρακτηρίζει θετική την πρόσφατη εφαρμογή μεταρρυθμίσεων, όμως επισημαίνει την αβεβαιότητα που σχετίζεται με την εφαρμογή των υπόλοιπων μέτρων που προβλέπονται από το τρίτο μνημόνιο και θα κριθούν στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης για την εκταμίευση 6,1 δισ. ευρώ.

«Η κυβέρνηση έχει οριακή κοινοβουλευτική πλειοψηφία για να διασφαλίσει την έγκαιρη ψήφιση μίας σειράς αντιλαϊκών μεταρρυθμίσεων. Και ενώ οι σχέσεις της Ελλάδας με τους Ευρωπαίους πιστωτές είναι αρκετά αρμονικές τους τελευταίους μήνες, το πολιτικό σκηνικό στην Ευρωζώνη παραμένει ρευστό και ο τόνος των μελλοντικών διαπραγματεύσεων απρόβλεπτος».

Συνεπώς, ακόμη και αν η Ελλάδα εφαρμόσει τα συμφωνηθέντα, η Moody' s τονίζει το κλίμα που επικρατεί στην Ευρώπη αφήνοντας να εννοηθεί ότι άλλη περίοδος χάριτος για τη χώρα δεν υπάρχει.

Αφού, λοιπόν, η Moody's «αγνόησε» την Ελλάδα στις δύο προηγούμενες ημερομηνίες που είχε προγραμματίσει μέσα στο 2016 να ανακοινώσει την αξιολόγηση που δίνει για τη χώρα, δεν προχωρά σε αναβάθμιση, διατηρώντας την χαμηλότερη αξιολόγηση μεταξύ των τριών σημαντικότερων οίκων σε Caa3.

Η συγκεκριμένη βαθμίδα αντικατοπτρίζει, σύμφωνα με τη Moody's, τον υψηλό κίνδυνο που σχετίζεται με την εφαρμογή του προγράμματος, δεδομένων των αδύναμων ελληνικών θεσμών, της κοινωνικής και πολιτικής δυσαρέσκειας και του κακού ιστορικού που έχει η Ελλάδα στην εφαρμογή μεταρρυθμίσεων.