Τα ελληνικά ομόλογα θα «νικήσουν» τα ιταλικά το 2020

Τα ελληνικά ομόλογα θα «νικήσουν» τα ιταλικά το 2020

Οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων θα είναι χαμηλότερες από των ιταλικών στο τέλος του 2020, όπως προβλέπει η Capital Economics, σε έκθεσή της για τις οικονομικές εξελίξεις στην Ευρωζώνη το 2020. Η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας θα συνεχιστεί στο νέο έτος, ωστόσο ο οίκος χαρακτηρίζει υπερβολική τη δήλωση της Κριστίν Λαγκάρντ, σύμφωνα με την οποία η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας είναι «πολύ εντυπωσιακή». Και αυτό γιατί όπως σημειώνει, το ελληνικό ΑΕΠ παραμένει 20% χαμηλότερο από το επίπεδο που βρισκόταν το 2007.

Για την Ευρωζώνη, η Capital Economics εκτιμά ότι θα συνεχιστούν τα προβλήματα στο πρώτο μισό του 2020 καθώς η Γερμανία και η Ιταλία θα παραμείνουν σε απόσταση αναπνοής από την ύφεση και ο πληθωρισμός πολύ χαμηλότερα από τον στόχο, ωθώντας την ΕΚΤ να χαλαρώσει περαιτέρω την πολιτική της. Τα πράγματα αναμένεται να βελτιωθούν στο δεύτερο μισό του έτους, όμως η όποια ανάκαμψη θα είναι πολύ πιο ήπια απ' ότι πολλοί περιμένουν.

«Τον περασμένο Ιανουάριο προβλέψαμε ότι τόσο η μεγέθυνση του ΑΕΠ όσο και ο πληθωρισμός θα διαμορφώνονταν γύρω στο 1% φέτος και ότι η ΕΚΤ θα διατηρούσε αμετάβλητη τη νομισματική πολιτική αντίθετα από τον παγκόσμιο κύκλο σύσφιξης. Η πρόβλεψη αυτή ήταν σε γενικές γραμμές ακριβής, αν και η ΕΚΤ εντέλει προχώρησε σε περαιτέρω χαλάρωση, όπως πρώτοι προβλέψαμε τον Μάρτιο», σημειώνει η Capital Economics.

Η οικονομική ανάκαμψη στην Ευρωζώνη θα είναι υποτονική έως τα μέσα του 2020 και η ανάκαμψη αργή. Οι πιο αξιόπιστοι επιχειρηματικοί δείκτες έχουν σταματήσει την πτώση τους τελευταίους μήνες αλλά συνεχίζουν να υποδεικνύουν ότι η οικονομία βρίσκεται λίγο έως πολύ σε στασιμότητα. Η κατανάλωση των νοικοκυριών επιβραδύνει γιατί η απασχόληση είναι αδύναμη και η αύξηση των μισθών «καταλαγιάζει».

Την ίδια ώρα, το παγκόσμιο outlook είναι γεμάτο προκλήσεις αν και ορισμένοι κίνδυνοι έχουν περιοριστεί. Η απειλή του άτακτου Brexit για παράδειγμα έχει εξαλειφθεί τουλάχιστον έως το τέλος του 2020, ενώ ο κίνδυνος κλιμάκωσης του εμπορικού πολέμου έχει περιοριστεί, αν και η πρώτη φάση της συμφωνίας δεν σημαίνει ότι θα δούμε το τέλος της εμπορικής διένεξης.