Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Την ώρα που ο κινεζοαμερικανικός «πόλεμος» για την Εθνική Ασφαλιστική βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, διεθνείς επενδυτές που θέλουν να ενισχύσουν την παρουσία τους στην Ευρώπη προσπαθούν να βρουν το σωστό... μονοπάτι για να αγοράσουν σημαντικά μερίδια στις ελληνικές τράπεζες. Και αν σε κάποιους η συζήτηση για την είσοδο στρατηγικού επενδυτή στην Εθνική και στην Τρ. Πειραιώς μοιάζει πρόωρη, το «διπλωματικό επεισόδιο» με την Εθνική Ασφαλιστική αποδεικνύει, λόγω των προεκτάσεων που έχει, ότι δεν αποκλείεται να δούμε το δημόσιο να πουλάει πολύ πιο σύντομα από τις αρχικές εκτιμήσεις.
Στο ίδιο πλαίσιο, πηγές με γνώση του ζητήματος αναφέρουν ότι οι πρώτες διερευνητικές κινήσεις θα μπορούσαν να καταγραφούν φέτος και ανάλογα με τις συνθήκες στην οικονομία, να γίνουν πιο ουσιαστικές μέσα στο 2018. Σημειώνουν, παράλληλα, ότι η βασική αποστολή του Αυστριακού Martin Czurda, νέου διευθύνοντος συμβούλου του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, είναι ακριβώς αυτή. Να διασφαλίσει την ομαλή ολοκλήρωση της τελικής φάσης λειτουργίας του Ταμείου, που δεν είναι άλλη από την επιστροφή των τραπεζών σε χέρια ιδιωτών.
Τόσο στην Κομισιόν όσο και στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, Ευρωπαίοι αξιωματούχοι δεν φαίνεται να συμφωνούν με την αντίληψη της κυβέρνησης ότι το δημόσιο θα πρέπει να έχει μερίδιο και λόγο στις τράπεζες – στην ουσία τον έλεγχό τους - καθώς ένας από τους βασικότερους στόχους της αναδιάρθρωσης του τραπεζικού συστήματος είναι, τουλάχιστον στα... χαρτιά, να κοπεί ο «ομφάλιος λώρος» μεταξύ πολιτικών, τραπεζικών και επιχειρηματικών συμφερόντων.
Τυπικά, το ΤΧΣ θα πρέπει μέχρι τον Ιούνιο του 2020, να έχει ολοκληρώσει την αποστολή του, ήτοι να έχει πουλήσει τα μερίδια που κατέχει στις «συστημικές» τράπεζες. Το Ταμείο είναι σήμερα ο βασικός μέτοχος της Εθνικής Τράπεζας με 40,39%, της Τρ. Πειραιώς με 26,42%, ενώ επίσης κατέχει ποσοστό 11% στην Alpha Bank και 2,38% στην Eurobank. Η κεφαλαιοποίηση της Εθνικής διαμορφώνεται σε 3,055 δισ. ευρώ και της Πειραιώς σε 2,0587 δισ. ευρώ, που σημαίνει ότι η αξία της επένδυσης του ΤΧΣ στην ΕΤΕ διαμορφώνεται σε 1,234 δισ. ευρώ και στην Πειραιώς σε 551 εκατ. ευρώ.
Πρόκειται για ποσά που ακόμη και αν οι τραπεζικές μετοχές πάρουν την ανιούσα μέσα στο επόμενο δωδεκάμηνο, σίγουρα δεν «φοβίζουν» τους ξένους παίκτες που πιστεύοντας στις προοπτικές ανάκαμψης, θα θέλουν να έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην εγχώρια αγορά.
Ξένοι αναλυτές εκτιμούν ότι ο κίνδυνος δεν έχει περάσει οριστικά για τις ελληνικές τράπεζες, καθώς η πορεία τους είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ελληνική οικονομία. Και για να μπορέσουμε να πούμε με σχετική βεβαιότητα ότι η κρίση πέρασε θα πρέπει να υπάρξει λύση για το χρέος και η χώρα να αποδείξει με σταθερά βήματα ότι επιστρέφει στην ομαλότητα. Οι καθυστερήσεις, όμως, στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης και ο διαφαινόμενος αποκλεισμός από το QE περιπλέκουν την κατάσταση. Παρ'' όλα αυτά, υποστηρίζουν ότι το κλίμα στην Ελλάδα μπορεί να βελτιωθεί, ενώ αν οι τράπεζες πιάσουν τους στόχους μείωσης των «κόκκινων» δανείων και περάσουν τα stress tests θα έχουν ισχυροποιήσει τις προοπτικές ανάκαμψης.
Οι ίδιοι σημειώνουν με νόημα, ότι το ευκολότερο κομμάτι που μπορεί να πουληθεί είναι κάποιο μέρος από τα μεγάλα μερίδια του ΤΧΣ στην Εθνική και στην Τρ. Πειραιώς. «Δεν μπορεί να αποκλειστεί ακόμη και η πώληση ποσοστού από κάποιον ιδιώτη, όπως για παράδειγμα τον βασικό μέτοχο της Eurobank, όμως δύσκολα θα δούμε κάτι τέτοιο πριν οι τιμές των μετοχών ενισχυθούν αρκετά υψηλότερα από την τιμή της τελευταίας ανακεφαλαιοποίησης».
Το δημόσιο μας έχει δείξει ότι δεν έχει... τέτοια προβλήματα. Παρά το γεγονός ότι μεγάλο μέρος των χρημάτων που διατέθηκαν από τους φορολογούμενους για την αναδιάρθρωση του τραπεζικού κλάδου έχει χαθεί, η λογική που θα επικρατήσει είναι πως οι τράπεζες θα ανακάμψουν πολύ ταχύτερα αν βρίσκονται σε χέρια ιδιωτών. Από την άλλη πλευρά, για να υπάρξει σοβαρό επενδυτικό ενδιαφέρον δεν αρκεί η ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Το παράδειγμα των Κινέζων που έχουν δηλώσει ότι θα ενδιαφερθούν για τράπεζες είναι ξεχωριστό, από τη στιγμή που η Κίνα αναζητά μία πύλη εισόδου στην Ευρώπη. Επίσης, από το φιλολογικό ενδιαφέρον μέχρι την αγορά μετοχών η απόσταση είναι τεράστια.
Σύμφωνα με πληροφορίες του liberal.gr από τις Βρυξέλλες, από τη στιγμή που η ελληνική οικονομία θα βρίσκεται σε τροχιά ανάκαμψης, η ολοκλήρωση των σχεδίων αναδιάρθρωσης θα αποτελέσει το πρώτο σημείο που θα εξεταστεί η πώληση μεριδίων των ελληνικών τραπεζών. Οι τράπεζες έχουν συμφωνήσει με την Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Κομισιόν (DGComp) να υλοποιήσουν τα σχέδια αναδιάρθρωσης έως το τέλος του 2018, ωστόσο έχουν ήδη εφαρμόσει μεγάλο μέρος των απαιτούμενων ενεργειών και στόχος είναι η ολοκλήρωσή τους πολύ νωρίτερα.
Στην περίπτωση που καταφέρουμε σαν χώρα να δούμε μία σειρά θετικών εξελίξεων και επιτυχιών μέσα στο επόμενο δωδεκάμηνο (ελάφρυνση χρέους, QE, ανάπτυξη του ΑΕΠ, stress tests, εισροή επενδυτικών κεφαλαίων), τότε θεωρείται δεδομένο ότι το ενδιαφέρον για τις ελληνικές τράπεζες θα γίνει πολύ πιο έντονο. Επίσης, τα deals για τις τράπεζες θα μπορούσαν κάλλιστα να... ενεργοποιηθούν στο πλαίσιο ευρύτερων συμφωνιών, κάτι που είδαμε και μετά το πρόσφατο ταξίδι του πρωθυπουργού στην Κίνα. Ενδιαφέρον παρουσιάζει δε, η στάση που θα κρατήσουν υφιστάμενοι μέτοχοι, όπως το fund του John Paulson που κατέχει μερίδια σε Τρ. Πειραιώς και Alpha Bank και η BlackRock.
Θεωρείται, λοιπόν, δεδομένο ότι αν ο ελληνικές τράπεζες βρεθούν στα «ραντάρ» διεθνών επενδυτικών funds ή παγκόσμιων τραπεζικών κολοσσών, τότε οι πιέσεις προς την ελληνική κυβέρνηση θα είναι πολύ μεγαλύτερες και δύσκολα θα μπορεί να τις αποκρούσει.