Ο πληθωρισμός «πνίγει» την τουρκική οικονομία
Shutterstock
Shutterstock

Ο πληθωρισμός «πνίγει» την τουρκική οικονομία

Σε δύσκολη θέση βρίσκεται από χθες η κεντρική τράπεζα της Τουρκίας (CBRT) ενώ σε ακόμη πιο δύσκολη θέση βρίσκονται εδώ και πολύ καιρό οι Τούρκοι πολίτες, καθώς ο πληθωρισμός δεν λέει να υποχωρήσει κάτω από το 60% το τελευταίο εξάμηνο, παρά τις μεγάλες αυξήσεις επιτοκίων.

Για να γίνει αντιληπτό τι ακριβώς συμβαίνει στην Τουρκία με τις τιμές, σημειώνεται ότι οι ανατιμήσεις που καταγράφονται σε βασικά αγαθά από μήνα σε μήνα είναι μεγαλύτερες από τις ανατιμήσεις των ίδιων αγαθών στην Ευρωζώνη μέσα σε έναν ολόκληρο χρόνο και δεν είναι υπερβολή ότι οι τιμές ορισμένων προϊόντων αλλάζουν σχεδόν καθημερινά.

Η στατιστική υπηρεσία της Τουρκίας ανακοίνωσε χθες ότι οι τιμές αυξήθηκαν τον Φεβρουάριο κατά 4,53% σε σύγκριση με τον Ιανουάριο και κατά 67,07% σε ένα χρόνο. Είναι ο έκτος συνεχόμενος μήνας που ο πληθωρισμός διαμορφώνεται πάνω από το 60%, παρά τις προσπάθειες της κεντρικής τράπεζας να περιορίσει το φαινόμενο με επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων, από το 8,5% στο 45%.

Το 67% είναι η υψηλότερη επίσημη μέτρηση για τον δείκτη τιμών καταναλωτή από τον Νοέμβριο του 2022. Και λέμε επίσημη γιατί κάποιοι αναλυτές πιστεύουν ότι ο πραγματικός πληθωρισμός είναι αρκετά υψηλότερος. Όπως ο Αμερικανός οικονομολόγος Στιβ Χάνκε που στο παρελθόν τον τοποθετούσε πολύ πάνω από το 100% και σήμερα τον υπολογίζει στο 70%. Ο Χάνκε, μάλιστα, ανάρτησε μία γελοιογραφία στο X, που δείχνει τον Ερντογάν να γελάει την ώρα που η τουρκική οικονομία φλέγεται.

Οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν κατά 71,2% και της στέγασης κατά 49% τον Φεβρουάριο, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μήνα του 2023. Όμως, μόνο μέσα σε 30 ημέρες οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν κατά 8,3%. Ενδεικτικά, η τιμή του αρνιού εκτινάχθηκε κατά 14,81%, των τυριών κατά 11,57% και του φρέσκου γάλακτος κατά 10,99%.

Είναι τέτοια η ακρίβεια που η πρώην επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας Χαφιζέ Γκαγέ Ερκάν δήλωνε τον Ιανουάριο - και πριν παραιτηθεί από τη θέση της - ότι λόγω των πολύ υψηλών ενοικίων στην Κωνσταντινούπολη δεν μπορούσε να βρει σπίτι. Ακόμη πιο δραματικές είναι οι αυξήσεις των τελευταίων μηνών στις υπηρεσίες, όπου ο πληθωρισμός κυμαίνεται μεταξύ 89%-94%.

Την ίδια ώρα, η υποτίμηση του τουρκικού νομίσματος σε διαδοχικά ιστορικά χαμηλά συνεχίζεται, τροφοδοτώντας περαιτέρω τον πληθωρισμό. Η ισοτιμία με το δολάριο διαμορφώνεται πλέον στις 31,52 λίρες/δολάριο, όταν πριν από 5 ακριβώς χρόνια βρισκόταν στις 5,96 λίρες/δολάριο. Με άλλα λόγια, η τουρκική λίρα έχει υποτιμηθεί μέσα σε πέντε χρόνια πάνω από 82% (και περίπου 40% μόνο τον τελευταίο χρόνο).

Ο υπουργός Οικονομικών Μεχμέτ Σίμσεκ προσπαθεί να κατευνάσει τα πνεύματα, δηλώνοντας ότι ο πληθωρισμός θα υποχωρήσει αισθητά μετά το α’ εξάμηνο, ωστόσο η τουρκική οικονομία δείχνει να εγκλωβίζεται ακόμη περισσότερο εξαιτίας του μέτρου προστασίας των καταθέσεων (ΚΚΜ) από τις διακυμάνσεις της συναλλαγματικής ισοτιμίας.

Ένα μέτρο που εφαρμόστηκε το 2021 με στόχο να σταματήσει η δολαριοποίηση της τουρκικής οικονομίας και το οποίο η τουρκική κυβέρνηση θέλει να τερματίσει μέσα στο 2024, έχοντας ήδη αλλάξει το καθεστώς προστασίας για να μην είναι ελκυστικό. Οι καταθέτες γνωρίζουν βέβαια πως όταν λήξει το πρόγραμμα θα δουν τις αποταμιεύσεις τους να χάνουν καθημερινά σε αξία λόγω του υπερβολικά υψηλού πληθωρισμού.

Μία θετική εξέλιξη είναι ότι οι ξένοι επενδυτές έχουν αρχίσει να δίνουν ψήφο εμπιστοσύνης στον Ερντογάν, καλωσορίζοντας την αλλαγή πλεύσης μετά τις εκλογές, κάτι που αντανακλάται στις καθαρές εισροές επενδυτικών κεφαλαίων της τάξης των 11,3 δισ. δολαρίων στο δεύτερο μισό του 2023. Παρ’ όλα αυτά, ο Τούρκος πρόεδρος πρέπει να κάνει ακόμα πολλά για να αποκαταστήσει πλήρως την επενδυτική εμπιστοσύνη.

Το πρώτο βήμα ήταν η επιλογή του Σίμσεκ και το δεύτερο οι επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων, που οδήγησαν τη Moody’ s να αναβαθμίσει τον Ιανουάριο το outlook της τουρκικής οικονομίας σε θετικό από σταθερό. Όμως οι ανορθόδοξες πολιτικές των προηγούμενων ετών με τα χαμηλά επιτόκια απέναντι στον υπερβολικά υψηλό πληθωρισμό και η εξαΰλωση των συναλλαγματικών αποθεμάτων συνεχίζουν να πληγώνουν την Τουρκία.