Moody's: Οι τράπεζες θα χρειαστούν νέα κεφάλαια εάν δεν «συμμαζευτούν» τα κόκκινα δάνεια

Moody's: Οι τράπεζες θα χρειαστούν νέα κεφάλαια εάν δεν «συμμαζευτούν» τα κόκκινα δάνεια

Photo by Cem Ozdel/Anadolu Agency/Getty Images/Ideal Images

Του Κωνσταντίνου Μαριόλη

Μπορεί η Moody''s να αναβάθμισε το outlook για τις ελληνικές τράπεζες, κάνοντας λόγο για βελτίωση των συνθηκών χρηματοδότησης και κερδοφορίας τους επόμενους 12 - 18 μήνες, οδηγώντας τον τραπεζικό δείκτη στο Χρηματιστήριο Αθηνών σε κέρδη 7%, ωστόσο η έκθεσή της για τον εγχώριο κλάδο, αναδεικνύει σοβαρές «παγίδες» που καλούνται να ξεπεραστούν μέσα στους επόμενους μήνες και χρόνια. Δεν αποκλείει, μάλιστα, το ενδεχόμενο να προκύψουν νέες κεφαλαιακές ανάγκες για τις τράπεζες στην περίπτωση που δεν αντιμετωπίσουν με τρόπο αποτελεσματικό τα «κόκκινα» δάνεια.

Όταν, λοιπόν, ένας οίκος σαν τη Moody''s «βλέπει» φως στο βάθος του τούνελ για την κερδοφορία και τη χρηματοδότηση των τραπεζών, αλλά χαρακτηρίζει σημαντικές τις προκλήσεις για την επίτευξη του στόχου μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) κατά 40% στην επόμενη τριετία, το... καμπανάκι είναι ηχηρό.

Οι αναλυτές του οίκου είναι σαφείς: οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας των ελληνικών τραπεζών πληρούν με άνεση τις ρυθμιστικές απαιτήσεις, ωστόσο το γεγονός ότι περίπου τα μισά κεφάλαια αντιστοιχούν στον αναβαλλόμενο φόρο τις καθιστά ευάλωτες σε νέες πιστωτικές ζημιές. Αυτό σημαίνει ότι στην περίπτωση που οι ελληνικές τράπεζες δεν καταφέρουν να... συμμαζέψουν τα «κόκκινα» δάνεια, είναι πιθανό να προκύψουν νέες κεφαλαιακές ανάγκες.

Πόσο πιθανό είναι αυτό το ενδεχόμενο; Τα κεφάλαια που αντιστοιχούν στο «μπόνους» του αναβαλλόμενου φόρου είναι αδύνατο να αντικατασταθούν μέσα στην επόμενη τριετία, καθώς κάτι τέτοιο απαιτεί τεράστια κέρδη από πλευράς τραπεζών. Άρα, η προσπάθεια των πιστωτικών ομίλων θα πρέπει να επικεντρωθεί στην ομαλή και έγκαιρη μείωση του τεράστιου όγκου των «κόκκινων» δανείων κατά σχεδόν 40 δισ. ευρώ. Πως θα επιτευχθεί, όμως, αυτός ο στόχος; Η Moody'' s θεωρεί ότι η οικονομική ανάπτυξη είναι καθοριστικός παράγοντας, με τις αναδιαρθρώσεις και τις διαγραφές να αποτελούν τα βασικά εργαλεία, ενώ εμπόδια θα υπάρξουν στις εισπράξεις από πλειστηριασμούς και οι πωλήσεις δανείων θα είναι περιορισμένες.

Μπορεί η πιθανότητα μίας τέταρτης ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών να έχει επισημανθεί από αρκετούς αναλυτές, όμως περιγράφοντας η Moody''s τις συνθήκες που πρέπει να επικρατούν για να μπορέσουν να μειωθούν τα «κόκκινα» δάνεια, επισημαίνοντας παράλληλα τα δάνεια που θα «πρωταγωνιστήσουν» στη μείωση, δίνει το πλαίσιο που θα κρίνει τις εξελίξεις.

Όπως αναφέρει η Moody' s, η Ελλάδα συνεχίζει να αντιμετωπίζει τεράστιες προκλήσεις σε ότι αφορά το χρέος και τα δημοσιονομικά, ενώ το πολιτικό σκηνικό και η κοινωνική αστάθεια παραμένουν οι βασικοί κίνδυνοι για την εφαρμογή του προγράμματος και τη συνέχειά του. Ως αποτέλεσμα, οι ελληνικές τράπεζες θα συνεχίσουν να «παλεύουν» σε ένα δύσκολο περιβάλλον τους επόμενους 12-18 μήνες και οι ευκαιρίες για ποιοτικές χορηγήσεις θα είναι περιορισμένες.

Γιατί είναι δύσκολος ο στόχος για τα «κόκκινα» δάνεια

Οι τράπεζες θα συναντήσουν σημαντικές δυσκολίες στην επίτευξη του στόχου μείωσης των «κόκκινων» δανείων κατά 40% έως το τέλος του 2019, όπως αυτός συμφωνήθηκε με τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (SSM) και την Τράπεζα της Ελλάδος. Τα κυριότερα εμπόδια για την επίτευξη του στόχου, σύμφωνα πάντα με τον οίκο, είναι το μη αποτελεσματικό νομικό πλαίσιο και η κατάρρευση των τιμών ακινήτων.

Η Moody'' s εκτιμά ότι το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) θα διατηρηθεί πάνω από το 40% έως το τέλος του 2017, από το 45% που βρισκόταν στο τέλος Ιουνίου 2016 με βάση τα στοιχεία της ΤτΕ. Ο οίκος επισημαίνει ότι τα NPEs των ελληνικών τραπεζών υπολογίζονται με βάση τους νέους κανόνες που συμπεριλαμβάνουν τα ρυθμισμένα δάνεια που δεν εμφανίζουν κατ'' ανάγκη καθυστέρηση άνω των 90 ημερών αλλά έχουν υψηλό κίνδυνο αθέτησης.

Το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs) αναμένεται να λειτουργήσει ως δείκτης βελτίωσης των NPEs, με... διαφορά φάσης ενός έτους. Και αυτό γιατί οι τράπεζες μπορούν να μεταφέρουν ένα δάνειο από τη δεξαμενή των NPEs στα εξυπηρετούμενα αφού αυτό εξυπηρετείται κανονικά για τουλάχιστον δώδεκα μήνες.

Η μείωση των NPEs θα προέλθει κατά κύριο λόγο από τις αναδιαρθρώσεις δανείων, την αναβίωση δανείων και τις διαγραφές, ενώ μικρότερη θα είναι η συμβολή από τις ρευστοποιήσεις εξασφαλίσεων και τις πωλήσεις προβληματικών δανείων. Οι ελληνικές τράπεζες διαθέτουν περίπου 25 δισ. ευρώ δανείων που έχουν αναδιαρθρωθεί ή ρυθμιστεί, τα οποία εξυπηρετούνται και δεν περιλαμβάνονται στη δεξαμενή των NPLs, αλλά των NPEs. Πολλά από αυτά τα δάνεια είναι βιώσιμων δανειοληπτών και έχουν καλές πιθανότητες να χαρακτηριστούν εξυπηρετούμενα 12 μήνες μετά την ημερομηνία αναδιάρθρωσης. Υπό την προϋπόθεση ότι οι οικονομικές συνθήκες θα βελτιωθούν και η κυβέρνηση θα εφαρμόσει κατά γράμμα το πρόγραμμα.

Επίσης, υπάρχουν καταναλωτικά δάνεια ύψους 15 δισ. ευρώ που χαρακτηρίζονται NPEs και για τα οποία έχουν ληφθεί επαρκείς προβλέψεις (κατά μέσο όρο άνω του 70%). Τα δάνεια αυτά οι τράπεζες μπορούν να τα διαγράψουν χωρίς να καταγράψουν σημαντικές ζημιές.

Καθοριστική η ανάπτυξη

Στο βασικό σενάριο του οίκου αξιολόγησης, οι προβλέψεις για μηδενική ανάπτυξη το 2016 και 1,8% το 2017, στηρίζουν μία πιο ομαλοποιημένη «συμπεριφορά» του τραπεζικού συστήματος. Επιπλέον, η πρόβλεψη της Κομισιόν για ανάπτυξη 3,1% το 2018, αναμένεται να βελτιώσει ακόμη περισσότερο τις οικονομικές συνθήκες για τις τράπεζες. Σύμφωνα με τη Moody''s, η οικονομική ανάκαμψη του 2017 είναι ζωτικής σημασίας για τους πιστωτικούς ομίλους, μετά τις τεράστιες ζημιές της τελευταίας πενταετίας και τη συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 27% από το 2008. Το περιβάλλον στο οποίο δραστηριοποιούνται οι τράπεζες θα συνεχίσει να παρουσιάζει δυσκολίες καθώς η ιδιωτική κατανάλωση και οι τιμές ακινήτων θα παραμείνουν σε πολύ χαμηλά επίπεδα, ενώ την ίδια ώρα η ανεργία διατηρείται σε πολύ υψηλό επίπεδο.

Γίνεται έτσι αντιληπτό ότι μία ικανοποιητική ανάπτυξη το 2017 και ένας ακόμη μεγαλύτερος ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ το 2018 είναι απαραίτητες συνθήκες για την αντιμετώπιση των «κόκκινων» δανείων και κατ'' επέκταση την αποφυγή μίας νέας ανακεφαλαιοποίησης. 

Ο οίκος εκτιμά ότι η συρρίκνωση των πιστώσεων προς τον ιδιωτικό τομέα θα περιοριστεί το 2016 και στη συνέχεια θα σταθεροποιηθεί ή θα αυξηθεί οριακά το 2017, υπό την προϋπόθεση ότι η ελληνική κυβέρνηση θα ολοκληρώσει εγκαίρως και επιτυχώς την αξιολόγηση του προγράμματος. Την ίδια ώρα, οι ελληνικές τράπεζες συνεχίζουν την απομόχλευση εν τω μέσω υποτονικής ζήτησης από τον ιδιωτικό τομέα, ενώ οι δυσμενείς οικονομικές συνθήκες για νοικοκυριά και επιχειρήσεις καθιστούν δύσκολη την έγκριση δανείων.

Όσο τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν μεγάλες οικονομικές δυσκολίες και αδυνατούν να εκπληρώσουν τα κριτήρια χορήγησης δανείων, τόσο ο στόχος μείωσης του ποσοστού των NPEs θα δυσκολεύει, καθώς η αύξηση των πιστώσεων σε περιβάλλον οικονομικής ανάπτυξης αποτελεί κρίσιμο παράγοντα. Στον αντίποδα, όσο η οικονομική ανάπτυξη αυξάνεται και έχει αντίκτυπο στο διαθέσιμο εισόδημα, τόσο η ικανότητα εξυπηρέτησης των δανείων θα ενισχύεται με αποτέλεσμα την αύξηση των πιστώσεων και την ταχύτερη μείωση του ποσοστού των «κόκκινων» δανείων επί των συνολικών χορηγήσεων.