Κάθε χρόνο 5.000 ακίνητα στο σφυρί

Κάθε χρόνο 5.000 ακίνητα στο σφυρί

Η απαγορευμένη συζήτηση για τους πλειστηριασμούς ακινήτων ανοίγει με δραματικό τρόπο ύστερα από περίπου οκτώ χρόνια, όπου η παρατεταμένη περίοδος προστασίας, κατά την οποία δεν πραγματοποιούνταν παρά ελάχιστοι πλειστηριασμοί, λειτούργησε ως καζάνι που βράζει.

Όπως αναφέρει η Καθημερινή, η ιστοσελίδα που έχει δημιουργηθεί για τη δημοσίευση των πλειστηριασμών, που ανακοινώνονται πλέον σε πραγματικό σχεδόν χρόνο, εμπλουτίζεται με αυξανόμενο ρυθμό. Κάθε μέρα οι νέοι πλειστηριασμοί που μπαίνουν είναι περίπου 20 και είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ στην αρχή της εβδομάδας η ιστοσελίδα «φιλοξενούσε» περί τους 600, στα τέλη της είχαμε ήδη φτάσει τους 700 περίπου. 

Ο ρυθμός αυτός, ύστερα από οκτώ χρόνια οριζόντιου παγώματος, αναμένεται να αυξηθεί καθώς οι τράπεζες εντάσσουν συνεχώς νέα από το στοκ των ακινήτων που έχουν κατηγοριοποιήσει ως έτοιμα προς πλειστηριασμό. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις από τις ίδιες τις τράπεζες, κάθε χρόνο θα βγαίνουν στο σφυρί περί τα 5.000 ακίνητα και παρά τις δεσμεύσεις ότι δεν θα απειληθούν τα φτωχά νοικοκυριά με πρώτη κατοικία χαμηλής αντικειμενικής αξίας, οι αστοχίες δεν μπορούν να αποκλειστούν.

Από τη σταχυολόγηση περιπτώσεων που έχει κάνει η «Κ», προκύπτει ότι για τα δύο τρίτα των πλειστηριασμών που δημοσιεύονται, επισπεύδουσες είναι οι τράπεζες για οφειλές κάθε προέλευσης –καταναλωτικό, στεγαστικό ή επιχειρηματικό δάνειο– που μάλιστα ξεκινούν από τις 20.000 και φθάνουν και τις 800.000 ευρώ!

Οι τράπεζες διαβεβαιώνουν ότι δεν πρόκειται για πρώτες κατοικίες και ότι πίσω από τις περιπτώσεις των μικρών οφειλών, δηλαδή των 20.000 ευρώ, κρύβονται πολλαπλάσια χρέη που προέρχονται όχι από μια πηγή υπερχρέωσης, δηλαδή ένα καταναλωτικό ή ένα στεγαστικό δάνειο.

Ο πραγματικός όμως αριθμός φυσικών προσώπων ή επαγγελματιών, που έχουν οφειλές προς τις τράπεζες είτε από στεγαστικό είτε από ένα επαγγελματικό ή μικρό επιχειρηματικό δάνειο είναι πολλαπλάσιος και σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει δημοσιεύσει η «Κ», ανέρχεται στις 800.000. Το νούμερο αυτό δεν είναι παραπλανητικό καθώς ακόμη και αν προσμετρηθούν οι αλληλοκαλύψεις, υπολογίζεται ότι ο καθαρός αριθμός αυτών που θα αντιμετωπίσουν πρόβλημα δεν είναι μικρότερος από τις 500.000.