Η πτώση των τιμών προκαλεί θετικό σοκ στην οικονομία
Shutterstock
Shutterstock
Φυσικό αέριο

Η πτώση των τιμών προκαλεί θετικό σοκ στην οικονομία

Η κατά 93% πτώση των τιμών του φυσικού αερίου από τα ιστορικά υψηλά του περασμένου καλοκαιριού, αυξάνει κατά πολύ τις πιθανότητες για πολύ καλύτερες οικονομικές επιδόσεις και φυσικά υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας το 2023. Η αισιοδοξία διαδέχεται το σοκ και δέος των «διαστημικών» τιμών του 2022 και ο ρυθμός ανάπτυξης του ελληνικού ΑΕΠ θα μπορούσε υπό προϋποθέσεις να εκπλήξει ξανά τους πάντες στην Ευρώπη, ξεπερνώντας κατά πολύ το 1,8% που είναι γραμμένο στον προϋπολογισμό.

Η Oxford Economics προβλέπει πλέον ότι η τιμή του TTF θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο στα 23 ευρώ/μεγαβατώρα το 2023, με το αποκορύφωμα του επόμενου χειμώνα να μην ξεπερνά τα 32 ευρώ/μεγαβατώρα, όταν χθες βρισκόταν στα 49 ευρώ. Θα δούμε δηλαδή νέα πτώση των τιμών έως άνω του 50% μέσα στο έτος, ενώ την ίδια ώρα οι τιμές θα είναι 93% χαμηλότερες από το ιστορικό υψηλό του Αυγούστου αλλά και 5 φορές υψηλότερες από τα προ κρίσης επίπεδα. Διότι η μέση τιμή του 2019 ήταν στα 4,80 ευρώ/μεγαβατώρα. 

Το θέμα είναι π;vς βλέπει κανείς τα πράγματα. Σε σύγκριση με τις «παλιές» τιμές του φυσικού αερίου ή σε αντιδιαστολή με τις ακραίες τιμές που πυροδότησε η ενεργειακή κρίση και βάσει των οποίων έχουν γίνει όλες οι οικονομικές προβλέψεις του έτους; Όπως και να έχει, η ανάπτυξη φέτος θα συγκριθεί με την υψηλή περσινή βάση οικονομικής παραγωγής, η οποία μάλιστα επιτεύχθηκε με υψηλές τιμές ενέργειας. Σημειώνεται ότι στο δ’ τρίμηνο 2022, η μέση τιμή του ολλανδικού TTF ήταν στα 151,2 ευρώ/μεγαβατώρα, αυξημένη κατά 90% από το δ’ τρίμηνο του 2021.

Στις 26 Αυγούστου 2022, η τιμή αναφοράς του φυσικού αερίου στην Ευρώπη, του ολλανδικού TTF, έφτασε στο ιστορικό υψηλό των 339 ευρώ/μεγαβατώρα. Ήταν τότε που γράφονταν τα σενάρια για χειμώνα στην Ευρώπη με δελτίο στην κατανάλωση φυσικού αερίου, για λουκέτα σε ιστορικές βιομηχανίες της Γερμανίας, της Γαλλίας και της Ιταλίας και μία νέα οικονομική κρίση με χαρακτηριστικά που όμοιά της δεν θα είχαμε ξαναδεί τις τελευταίες δεκαετίες. Δεν ήταν παράλογα σενάρια, αν αναλογιστεί κανείς ότι οι «φυσιολογικές» τιμές του φυσικού αερίου, πριν δηλαδή την πανδημία και τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, διαμορφώνονταν κοντά στα 5 ευρώ/μεγαβατώρα.

Η διελκυστίνδα μεταξύ Ευρώπης και Ρωσίας και η διακοπή της τροφοδοσίας ρωσικού αερίου έστειλαν τις τιμές σε επίπεδα σχεδόν 70 φορές υψηλότερα από τα κανονικά, αναγκάζοντας τους πάντες να δουν πολύ πιο συντηρητικά τις οικονομικές προοπτικές του 2023, καθώς ακόμη και όταν στη συνέχεια οι τιμές υποχώρησαν, πάντοτε υπήρχε ο κίνδυνος αναζωπύρωσης της κρίσης και νέας εκτίναξης. Από τους αρμόδιους για την κατάρτιση των εθνικών προϋπολογισμών, μέχρι τους αναλυτές των μεγαλύτερων επενδυτικών οίκων που κάνουν προβλέψεις σχεδόν για τα πάντα, όλοι πίστευαν σε ένα υποτονικό από πλευράς ανάπτυξης – έως και υφεσιακό - 2023. 

Παρ’ όλα αυτά, τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν με βάση το ακραία δυσμενές σενάριο, η Ευρώπη κατάφερε να μειώσει πολύ την κατανάλωση, πριν ακόμη έρθει ο χειμώνας και οι ήπιες χειμερινές συνθήκες συνέβαλαν στο να γεμίσουν οι αποθήκες ενέργειας τόσο που να θεωρείται πλέον σχεδόν βέβαιο ότι δεν θα υπάρξει πρόβλημα ούτε κατά τη διάρκεια του χειμώνα του 2023-24. Γι’ αυτό το λόγο, οι αναλυτές προχωρούν στη ριζική αναθεώρηση των προβλέψεων για την τιμή του φυσικού αερίου. Οι νέες τιμές-στόχοι είναι τόσο χαμηλές σε σύγκριση με τις εκτιμήσεις προ λίγων μηνών, που η ελληνική και η ευρωπαϊκή οικονομία αναμένεται να δεχθούν ένα «αντι-σοκ», υπό τη μορφή σημαντικής ώθησης της οικονομικής δραστηριότητας. 

Για τον επόμενο χειμώνα, σημαντικό ρόλο παίζει το γεγονός ότι η μείωση της κατανάλωσης που πέτυχαν οι ευρωπαϊκές χώρες και η ικανοποιητική τροφοδοσία LNG, είχαν ως αποτέλεσμα να γεμίσουν οι αποθήκες. Πλέον θεωρείται πολύ πιθανό η Ευρώπη να καταφέρει να γεμίσει τις αποθήκες της κατά 95% έως τον Νοέμβριο, εξαλείφοντας κάθε κίνδυνο νέας ενεργειακής κρίσης. Στη Γερμανία, για παράδειγμα, τόσο οι βιομηχανίες όσο και τα νοικοκυριά, μείωσαν την κατανάλωση σε ποσοστό 20% και άνω, σε σύγκριση με το μέσο όρο κατανάλωσης της περιόδου 2018-2021.

Ενθαρρυντικά είναι, τέλος, και τα πρώτα στοιχεία από τους δείκτες PMI που υποδηλώνουν ότι κατά πάσα πιθανότητα η οικονομία της Ευρωζώνης, αφού απέφυγε την ύφεση στο δ’ τρίμηνο 2022 θα την αποφύγει και στο α’ τρίμηνο του 2023, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι οριστικά εκτός κινδύνου. Σύμφωνα με τα προκαταρκτικά στοιχεία, ο σύνθετος PMI για την Ευρωζώνη ενισχύθηκε για τέταρτο διαδοχικό μήνα, επιστρέφοντας σε θετικό έδαφος (άνω του 50, υποδηλώνοντας ανάπτυξη), τόσο στη Γερμανία όσο και στη Γαλλία.