Γιατί δεν τόλμησαν την αναβάθμιση
Moodys - DBRS

Γιατί δεν τόλμησαν την αναβάθμιση

Οι οίκοι αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας Moody’s και DBRS δεν αναβάθμισαν την αξιολόγηση της Ελλάδας την Παρασκευή, διατηρώντας τις προοπτικές σταθερές. To rating της DBRS παρέμεινε στο «ΒΒ high», ένα σκαλοπάτι πριν την επενδυτική βαθμίδα και της Moody"s στο «Βα3».

Η απόφαση της Moody"s ισορροπεί την πρόοδο που έχει σημειωθεί στα μακροοικονομικά θεμελιώδη της Ελλάδας τα τελευταία δύο χρόνια με τις επίμονες προκλήσεις εν μέσω ενός αντίξοου μακροοικονομικού περιβάλλοντος στην Ευρώπη.

Όπως επισημαίνει ο οίκος, έχει υπάρξει πρόοδος στη μείωση των κόκκινων δανείων του τραπεζικού τομέα που απελευθερώνει τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας στο να χρηματοδοτούν και να στηρίζουν την οικονομία. Η ελληνική οικονομία ανέκαμψε γρήγορα από το πανδημικό σοκ και οι προοπτικές είναι καλές για την αύξηση των επενδύσεων και των άμεσων επενδύσεων από το εξωτερικό.

«Ωστόσο, υπάρχει υψηλό ρίσκο βαθειάς ύφεσης στην Ευρωζώνη, επίμονος πληθωρισμός, παρατεταμένες διαταραχές στην προμήθεια ενέργειας, σφιχτότερες συνθήκες ρευστότητας παγκοσμίως και η απόσυρση της στήριξης από τη νομισματική πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Η επιβράδυνση του ρυθμού μεταρρυθμίσεων στη δικαιοσύνη, στην εκπαίδευση και την αγορά εργασίας μετά τις επερχόμενες εκλογές μπορεί να βαρύνουν την οικονομία και να επηρεάσουν την αξιολόγηση», επισημαίνει η Moody’s.

Παρόλο που η πρόβλεψη δυνατής ανάπτυξης και μείωσης του πρωτογενούς ελλείμματος στον προϋπολογισμό θα συμβάλλει στη μείωση του δημοσίου χρέους κάτω από το 180% του ΑΕΠ μέχρι το τέλος του 2022, η Ελλάδα θα συνεχίσει να έχει ένα από τα υψηλότερα φορτία χρέους. Περαιτέρω βελτίωση θα εξαρτηθεί από τη διατήρηση συνετής δημοσιονομικής πολιτικής από την κυβέρνηση τα επόμενα χρόνια.

«Η πορεία του δημοσίου χρέους της Ελλάδας είναι σχετικά ανθεκτική στα σοκ. Χαμηλότερη ανάπτυξη ή βραδύτερη δημοσιονομική πρόοδος είναι τα κύρια ρίσκα. Η ευνοϊκή δομή του χρέους με μακρά μέση διάρκεια και το γεγονός ότι υψηλό ποσοστό διακρατείται από κυβερνήσεις προσφέρουν ασπίδα στην Ελλάδα από την άνοδο των επιτοκίων, όπως και το μεγάλο μαξιλάρι ρευστότητας γύρω στο 18% του ΑΕΠ» αναφέρουν οι αναλυτές.

Τι θα μπορούσε να βελτιώσει τη βαθμολογία της Ελλάδας; H συνέχεια της ανάπτυξης, των μεταρρυθμιστικών πολιτικών και η δέσμευση για συνετή δημοσιονομική πολιτική ανεξάρτητα με το ποιος κυβερνητικός συνασπισμός μπορεί να προκύψει στις επόμενες εκλογές.

Υπεραπόδοση στους μακροοικονομικούς και δημοσιονομικούς δείκτες σε σχέση με το βασικό σενάριο της Moody’s θα οδηγήσει σε θετικές προοπτικές.

Αντίθετα, μια παρατεταμένη περίοδος πολιτικής αβεβαιότητας που θα οδηγούσε σε αντιστροφή των πολιτικών των τελευταίων ετών θα ήταν αρνητικός παράγοντας. Επίσης, μια βαθύτερη ύφεση στην Ευρωζώνη με μεγαλύτερες επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία και τα δημοσιονομικά της θα είχε αρνητικές επιπτώσεις στις προοπτικές, επισημαίνει η Moody"s.

H DBRS εκτιμά ότι η Ελλάδα, παρά τις αντίξοες οικονομικές επιπτώσεις μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, παραμένει πιστή στη δέσμευση της για δημοσιονομική σύνεση.

Η δυνατή ανάκαμψη του τουρισμού που αναμένεται να υπερβεί τα επίπεδα του 2019 θα βοηθήσει την οικονομία τη φετινή χρονιά.

«Όμως, η οικονομική αβεβαιότητα που σχετίζεται με τις γεωπολιτικές εξελίξεις έχει αυξηθεί. Τα κύρια ρίσκα όσον αφορά στις προοπτικές έχουν να κάνουν με εντεινόμενες πληθωριστικές πιέσεις, σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής και πιθανή παύση στην προμήθεια φυσικού αερίου από τη Ρωσία. Το σφίξιμο της νομισματικής πολιτικής προσθέτει πίεση στο κόστος δανεισμού της Ελλάδας με τις αποδόσεις στα ελληνικά ομόλογα να έχουν αυξηθεί πρόσφατα πάνω από το 4,0%» σημειώνουν στις εκθέσεις τους οι οίκοι αξιολόγησης.

Η εκτίμηση της DBRS Morningstar είναι ότι το ευνοϊκό προφίλ χρέους της Ελλάδας με υψηλό μαξιλάρι διαθεσίμων και στήριξη από την ΕΚΤ σε περίπτωση αναταραχής στις αγορές μετριάζει τους κινδύνους.

«Η βαθμολόγηση της Ελλάδας μπορεί να αναβαθμιστεί αν ένα από τα ακόλουθα συμβούν: πρώτον, συνέχεια στην εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν τις επενδύσεις που με τη σειρά τους βελτιώνουν τις μακροπρόθεσμες προοπτικές της οικονομίας και δεύτερον, συνέχεια στη δέσμευση για συνετή δημοσιονομική πολιτική που θα διατηρήσει το ποσοστό δημοσίου χρέους σε πτωτική τροχιά» αναφέρει ο καναδικός οίκος.

«Αντίθετα, καταλύτες για υποβάθμιση της βαθμολόγησης της Ελλάδας θα είναι η αδυναμία της οικονομίας, η αντιστροφή ή παύση στις δομικές μεταρρυθμίσεις και νέα αστάθεια στον χρηματοπιστωτικό κλάδο», επισημαίνει η DBRS Morningstar.

Ένας σημαντικός κίνδυνος για τις δημοσιονομικές προοπτικές έχει να κάνει με την ενδεχόμενη ανάγκη για πρόσθετες δαπάνες λόγω υψηλότερων των αναμενόμενων τιμών ενέργειας.

Η δυνατή δημοσιονομική θέση της Ελλάδας πριν από την πανδημική κρίση στηρίζει την εκτίμηση της DBRS ότι η Ελλάδα θα διατηρήσει τη δέσμευση της για δημοσιονομική σταθεροποίηση και πλήρη τήρηση των στόχων που θα τεθούν από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.