ΕΛΤΟΝ: Επέκταση σε νέες αγορές και εξαγορά φέρνει το 2022

ΕΛΤΟΝ: Επέκταση σε νέες αγορές και εξαγορά φέρνει το 2022

Με στόχο να επεκτείνει τη δραστηριότητά της σε νέες αγορές και να υλοποιήσει τουλάχιστον μία εξαγορά μικρότερης εταιρείας πορεύεται το 2022 η ΕΛΤΟΝ. Η εταιρεία αναμένεται να κλείσει το έτος σε θετικό έδαφος δίνοντας συνέχεια στα θετικά αποτελέσματα εννεαμήνου. Την ίδια στιγμή ο κορονοϊός δεν επέφερε πλήγμα στην εταιρεία, ενώ τα κέρδη της θα ήταν ακόμη υψηλότερα αν δεν πιέζονταν από την αύξηση του ενεργειακού κόστους.

Όπως αναφέρουν πηγές της εταιρείας στο Liberal Markets «το επενδυτικό μας σχέδιο και η επέκτασή μας στο εξωτερικό πάγωσε εξαιτίας των διαταραχών στις εφοδιαστικές αλυσίδες και από το δεύτερο τρίμηνο του επόμενου έτους αναμένεται να εκκινήσει ξανά». H εταιρεία στην επόμενη πενταετία έχει θέσει ως στόχο της να φτάσει τα 200 εκατ. ευρώ τζίρο, ενώ σκανάρει μικρομεσαίες επιχειρήσεις με μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης στην Πολωνία, στην Τσεχία και στην Ουγγαρία.

Οι όποιες εξαγορές πραγματοποιηθούν αυτό το διάστημα αναμένεται να χρηματοδοτηθούν με ίδια κεφάλαια, σε συνδυασμό με ενδεχόμενο τραπεζικό δανεισμό. Οι πωλήσεις της στο εννεάμηνο ανήλθαν σε 109,1 εκατ. ευρώ, έναντι 96,19 εκατ. ευρώ τη χρήση του 2020, καταγράφοντας αύξηση 13,51%. Τα EBITDA παρουσίασαν σημαντική άνοδο και ανήλθαν σε 8,92 εκατ. ευρώ, έναντι 6,86 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2020, αυξημένα κατά 30,06%.

Σημαντικό χαρακτηρίζεται από τη διοίκηση της εισηγμένης το γεγονός πως παρά τα προβλήματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες και την αύξηση της ενέργειας, το περιθώριο κέρδους αυξήθηκε 8,18%, έναντι 7,14% πέρυσι.

Παράλληλα, ο συνολικός καθαρός δανεισμός  στο εννεάμηνο αυξήθηκε εποχιακά σε σχέση με το τέλος του 2020  και μειώθηκε σε σχέση με την άμεσα αντίστοιχη συγκρίσιμη περίοδο του 2020 ως αποτέλεσμα των ενεργειών της διοίκησης να προστατέψει τον όμιλο έναντι της αβεβαιότητας στην αγορά λόγω της πανδημίας.

Για το σύνολο της χρήσης εκτιμάται πως θα συνεχιστεί η αυξητική τάση των οικονομικών της μεγεθών. Η αύξηση του ενεργειακού κόστους και των μεταφορικών, επηρέασε την εισηγμένη, χωρίς ωστόσο το πλήγμα να είναι σημαντικό.