Σε άνω των 8,1 εκατ. ανήλθε ο αριθμός των ημερών μίσθωσης σε καταλύματα βραχυχρόνιων μισθώσεων στην Ελλάδα για το 2024, σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε τη Δευτέρα η ΕΛΣΤΑΤ.
Σύμφωνα με την πειραματική στατιστική της για την κίνηση των καταλυμάτων βραχυχρόνιας μίσθωσης που δραστηριοποιούνται μέσω ψηφιακών πλατφορμών, για το 2024 καταγράφηκαν 8.139.000 ημέρες μίσθωσης έναντι 7.159.800 ημέρες μισθώσεων για το 2023.
Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, το 2019 υποβλήθηκαν 977,3 χιλιάδες δηλώσεις και πραγματοποιήθηκαν 3.771,9 χιλιάδες ημέρες μίσθωσης. Το 2020 σε σύγκριση με το 2019, οι υποβληθείσες δηλώσεις και οι πραγματοποιηθείσες ημέρες μίσθωσης παρουσίασαν μείωση 59% και 53,7% αντίστοιχα.
Από το 2021 παρουσιάζεται σταδιακή ανάκαμψη έως και το 2024, κατά το οποίο ο αριθμός δηλώσεων ανέρχεται σε 2.313,8 χιλιάδες και οι ημέρες μίσθωσης σε 8.193,0 χιλιάδες. Παρουσιάζοντας αύξηση 20,6% και 14,4%, αντίστοιχα σε σύγκριση με το 2023.
Πρωτιά για τους αλλοδαπούς
Ειδικότερα, το 2024 συγκρινόμενο με το 2023, οι ημέρες μίσθωσης που πραγματοποιήθηκαν παρουσιάζουν αύξηση 9,4% από τους ημεδαπούς και 15,4% από τους αλλοδαπούς. Ο μέσος αριθμός ημερών μίσθωσης ανά υποβληθείσα δήλωση για το 2024 ανέρχεται σε 3,5 έναντι 3,7 το 2023.
Το καλοκαίρι
Από τη μηνιαία κατανομή των στοιχείων του 2024, προκύπτει ότι το 60,8% των ημερών μίσθωσης συγκεντρώνεται στους μήνες Ιούνιο έως και Οκτώβριο, με τη μεγαλύτερη αύξηση τον Αύγουστο, κατά τον οποίο έχει πραγματοποιηθεί το 18,8% των ημερών μίσθωσης.
Ανά περιφέρεια
Από τα στοιχεία κατά περιφέρεια, με βάση τον αριθμό εγγραφών στο Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Μίσθωσης, υψηλότερη συγκέντρωση των εν λόγω καταλυμάτων παρατηρείται στις περιφέρειες Αττικής, Νοτίου Αιγαίου, Κρήτης και Κεντρικής Μακεδονίας.
Κατά απόλυτες τιμές των ημερών μίσθωσης, μεγαλύτερη αύξηση το 2024 σε σύγκριση με το 2023, παρουσιάζουν οι περιφέρειες Αττικής (14,4%), Κεντρικής Μακεδονίας (19,5%) και Κρήτης (9,3%). Μεγαλύτερη συμβολή στο σύνολο των ημερών μίσθωσης το 2024, παρατηρείται από τις περιφέρειες Αττικής (36%), Κεντρικής Μακεδονίας (13,8%) και Κρήτης (12,1%).