Τι δείχνει η συνάντηση του διευθυντή της CIA με τον επικεφαλής των Ταλιμπάν

Τι δείχνει η συνάντηση του διευθυντή της CIA με τον επικεφαλής των Ταλιμπάν

Η τρομερή πίεση που δέχεται η διοίκηση Μπάιντεν στο εσωτερικό είναι προφανές πως έχει κινητοποιήσει τον μηχανισμό των Ηνωμένων Πολιτειών για να αποτρέψει κάποιο περιστατικό που θα εκθέσει ακόμα περισσότερο τον Λευκό Οίκο. Η ανακοίνωση του εκπροσώπου των Ταλιμπάν πως δεν θα επιτρέπεται πλέον στους Αφγανούς να μεταβαίνουν στο αεροδρόμιο της Καμπούλ, με την αιτιολόγηση πως επικρατεί μία χαοτική κατάσταση, δείχνει το μέγεθος του αδιεξόδου των Ηνωμένων Πολιτειών.

Ο απεγκλωβισμός από το Αφγανιστάν δεν θα μπορεί να πραγματοποιηθεί για πολλούς, όσο κι αν επεκταθεί η περίμετρος που ελέγχουν οι αμερικανικές δυνάμεις. Η 31η Αυγούστου, καταληκτική ημερομηνία για την ολοκλήρωση της αποχώρησης των αμερικανικών δυνάμεων από το Αφγανιστάν, θα φέρει την Ουάσιγκτον μπροστά σε νέα διλήμματα

Ο αντίκτυπος ωστόσο των καταιγιστικών εξελίξεων έχει πολλές ανησυχητικές διαστάσεις. Ακόμα δεν έχει γίνει γνωστό ποια όπλα έχουν περιέλθει στο έλεγχο των Ταλιμπάν μετά από την κατάρρευση του στρατού 300.000 Αφγανών που εκπαίδευαν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Ούτε καν μπορεί να γίνουν εκτιμήσεις για το μέγεθος του στρατιωτικού εξοπλισμού που έχουν κατασχεθεί από τους Ταλιμπάν. Η ανησυχία για την κατάληξη των όπλων έχει κλιμακωθεί. Θα επιλέξουν οι Ταλιμπάν να τα κρατήσουν για να τα χρησιμοποιήσουν ή έχουν άλλους σκοπούς;

Για παράδειγμα, η οικονομική ασφυξία που επιχειρείται εναντίον του καθεστώτος μπορεί να ωθήσει στην πώληση κάποιου εξοπλισμού σε κάθε διαθέσιμο αγοραστή, ώστε να εξασφαλιστεί άμεσα ρευστότητα. Βέβαια, η απελευθέρωση τζιχαντιστών και άλλων στελεχών εξτρεμιστικών οργανώσεων σε συνδυασμό με τη μεγάλη διαθεσιμότητα εξοπλισμού τρομάζει ακόμα περισσότερο την Ουάσιγκτον.

Το ότι η συνάντηση έγινε γνωστή διεθνώς από τη μεριά των Ηνωμένων Πολιτειών, είναι ενδεικτική του κλίματος που επικρατεί στο εσωτερικό των ΗΠΑ. Ο Μπάιντεν μπορεί να ανέλαβε την ευθύνη για τη μεγάλη απόφαση αποχώρησης από το Αφγανιστάν, βάσει της συμφωνίας που είχε υπογραφεί από τον Ντόναλντ Τραμπ τον Φεβρουάριο του 2020, αλλά ο τρόπος που υλοποιήθηκε, έχει στοιχίσει τόσο δημοσκοπικά στη διοίκηση Μπάιντεν, όσο και στην εικόνα των Ηνωμένων Πολιτειών διεθνώς.

Όσο δύσκολο ήταν για την ηγέτιδα δύναμη του δυτικού κόσμου να συνδιαλέγεται με ένα τέτοιο φονταμενταλιστικό καθεστώς, όπως οι Ταλιμπάν, γίνεται ακόμα πιο δύσκολη, εφόσον πραγματοποιείται υπό καθεστώς αδυναμίας. Η δημοσιοποίηση της πρώτης συνάντησης ανάμεσα σε εκπροσώπους των Ηνωμένων Πολιτειών και των Ταλιμπάν, μετά από την αστραπιαία κατάληψη της εξουσίας από εκείνους, αποτελεί ένα ακόμα χτύπημα στο κύρος τους αυτή την περίοδο.

Η ανησυχία που επικρατεί διεθνώς αποτυπώθηκε στη συνεδρίαση των G7 και στις διανθισμένες με απειλές, εκλήσεις για τήρηση της διεθνούς νομιμότητας και προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων την ώρα που ο εκπρόσωπος Τύπου των Ταλιμπαν δηλώνει πως για τις γυναίκες θα ισχυσει η Σαρία αν και θα εργάζονται ενώ τα κορίτσια θα μπορούν να συνεχίσουν το σχολείο. Παράλληλα οι G7 εμφανίσθηκαν να ζητούν να παραμείνουν ανοιχτές οδοί διέλευσης Αφγανών που θέλουν να αποχωρήσουν όταν οι έχοντες πλέον την εξουσία στη χώρα αποτρέπουν με κάθε τρόπο την πρόσβαση στα σύνορα.