Ο μικρός Νικόλας και το τρενάκι του

Ο μικρός Νικόλας, γνωστότερος σαν «Le petit Nicolas», ο κλασσικός ήρωας των εικονογραφημένων παιδικών βιβλίων, είναι δημιούργημα του σεναριογράφου Ρενέ Γκοσινί που γνωστού εμπνευστή του Λούκι Λουκ και του Αστερίξ και του σκιτσογράφου Ζαν Ζακ Σενπέ. Από το 1956 που πρωτοεμφανίστηκε, έχει μεταφραστεί σε 30 γλώσσες και έχει ξεπεράσει σε πωλήσεις τα 10.000.000 αντίτυπα.

Ο μικρός Νικόλας των κόμικς αφηγείται ο ίδιος με ένα ζωντανό, αθώο, αληθινό και παιδιάστικο τρόπο όλα όσα ζει στο σπίτι του, στο σχολείο του, στις διακοπές του, στα παιχνίδια του και στις παρέες σου. Και ερμηνεύει όλα όσα συμβαίνουν μέσα από μια αφελή, αυθάδη και γοητευτική ματιά, προκαλώντας το γέλιο των μικρότερων και τη συμπάθεια των μεγαλύτερων αναγνωστών.

Ας αφήσουμε όμως τον μικρό Νικόλα να παίζει στην αμμουδιά της Κυανής Ακτής και ας έρθουμε στον δικό μας Νικόλα. Τον αρχηγό του ΠΑΣΟΚ, που μέσα από τη συνέντευξη που έδωσε πριν από λίγες μόλις ημέρες στην ΕΡΤ, προκάλεσε μια σειρά από αντιδράσεις, οι περισσότερες από τις οποίες ήταν αρνητικές. 

Ο Νίκος Ανδρουλάκης, επιθυμεί το ΠΑΣΟΚ να λάβει υψηλό διψήφιο ποσοστό στις πρώτες εκλογές με το σύστημα της απλής αναλογικής για να έχει ένα καταλυτικό ρόλο. Μέσω του οποίου θα καθορίσει το ποιος θα είναι ο πρωθυπουργός της χώρας. Σε αντίθετη περίπτωση θα επιλέξει στο μετεκλογικό περιθώριο. Βέβαια, ο φόβος απέναντι στο ποσοστό που θα συγκεντρώσει το ΠΑΣΟΚ, στις δεύτερες εκλογές ήταν διάχυτος, αφού έχει συνειδητοποιήσει πως το ενδεχόμενο της εκλογικής συντριβής του λόγω της πόλωσης και των σκληρών διλημμάτων, είναι περισσότερο από ορατό. 

Ωστόσο αυτό που μας τράβηξε το ενδιαφέρον δεν είναι τόσο η αντίληψη του για το ρόλο που θα διαδραματίσει αμέσως μετά τις εκλογές, όσο οι θέσεις του για το μέλλον των σιδηροδρόμων. Λησμονώντας πως το βάρος από το δυστύχημα στα Τέμπη γέρνει στην πλευρά του κρατικού ΟΣΕ που είναι υπεύθυνος για τις υποδομές και το σιδηροδρομικό δίκτυο, εστιάζει την προσοχή του στην Hellenic Trains που παρέχει σιδηροδρομικές υπηρεσίες, χρησιμοποιώντας το δίκτυο και την εν γένει σιδηροδρομική υποδομή του Οργανισμού Σιδηροδρόμων Ελλάδος. Και είναι λογικό να μην αγγίζει την ιερή αγελάδα του κρατικού ΟΣΕ που αποτελούσε ένα από τα βασικά συνδικαλιστικά στηρίγματα του ΠΑΣΟΚ για πολλά χρόνια.

Τι προτείνει λοιπόν ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ ως λύση για το πρόβλημα που ξεσκεπάστηκε μετά το τραγικό δυστύχημα; 

Προτείνει «μεταβατική επανακρατικοποίηση, ώστε άμεσα να δοθεί – η πρώην ΤΡΑΙΝΟΣΕ – σε νέο στρατηγικό επενδυτή», σαν αποτέλεσμα της αποτυχίας της ιδιωτικοποίησης, όπως υποστήριξε. 

Παράλληλα, τόνισε πως «δεν επιθυμεί μια επανακρατικοποίηση μόνιμου χαρακτήρα», αλλά ένα «μεταβατικό τρόπο, ώστε να έχουμε ένα know how».

Που να πρωτοσταθεί κανείς; Στην έννοια της επανακρατικοποίησης; Στην έννοια της μεταβατικής επανακρατικοποίησης; Στην έννοια της άμεσης ιδιωτικοποίησης; Στην απόκτηση «know how»; Και σε ποιο ακριβώς «know how» αναφέρθηκε; 

Οι πολίτες αυτής της χώρας πέρασαν τα πάνδεινα από τους πειραματισμούς της κυβέρνησης Τσίπρα – Καμμένου, με την οικονομία να μετατρέπεται σε παιχνίδι στα χέρια επικίνδυνων και άσχετων πολιτικών. Το τελευταίο που μας χρειάζεται σήμερα, είναι επανεμφάνιση μιας νέας διάθεσης πειραματισμού στον κρίσιμο τομέα των επενδύσεων και των υποδομών.

Δεν γνωρίζουμε αν οι προτάσεις του προέδρου του ΠΑΣΟΚ, οφείλονται σε αφέλεια ή σε άγνοια, σε ελλιπείς προσλαμβάνουσες παραστάσεις ή σε αδυναμία ανάγνωσης της πραγματικότητας. Ή ακόμα και σε μια απέλπιδα προσπάθεια διαφοροποίησης του από τις προτάσεις των δυο άλλων πολιτικών αρχηγών που αναφέρθηκαν σε επαναδιαπραγμάτευση της σύμβασης με την Ferrovie dello Stato Italiane Group (FSI) που είναι η μητρική εταιρεία της Hellenic Trains και η τρίτη μεγαλύτερη ευρωπαϊκή εταιρεία παροχής σιδηροδρομικού μεταφορικού έργου, με θυγατρικές στη Γαλλία, Γερμανία, Ολλανδία και στη Βρετανία. 

Σημασία έχει πως το αποτέλεσμα μετράει. Και το αποτέλεσμα από τις δηλώσεις του προέδρου του ΠΑΣΟΚ σχετικά με το θέμα των ελληνικών σιδηροδρόμων, τρομάζει. Περιμέναμε σοβαρότητα και συγκρότηση και όχι αφηγήματα, όπως εκείνα του ήρωα του Ρενέ Γκοσινί και του Ζαν Ζακ Σενπέ.