Αδήριτη η ανάγκη να πάμε ακόμα καλύτερα

Η ένταξη της Ελλάδας στα 7 οικονομικά θαύματα, δηλαδή στις επτά χώρες που ξεχωρίζουν σε παγκόσμιο επίπεδο για τα οικονομικά τους επιτεύγματα, σε μια περίοδο που επικρατεί απαισιοδοξία, ύφεση και πληθωρισμός, σύμφωνα με άρθρο που δημοσιεύτηκε στους Financial Times, είναι άκρως ενθαρρυντική.

Η Ελλάδα, μαζί με την Ιαπωνία, το Βιετνάμ, την Ινδία, την Ινδονησία, την Πορτογαλία και τη Σαουδική Αραβία, είναι οι χώρες που μέσα σε αντίξοες οικονομικές συγκυρίες εξακολουθούν να κινούνται με θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Η ειδική αναφορά στη χώρα μας εστιάζει στην ισχυρή ανάπτυξη, στα μέτρια επίπεδα πληθωρισμού, στην ώθηση του τουρισμού στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων και κόκκινων δανείων, στην τιθάσευση των ελλειμμάτων, καθώς και στην αύξηση των επενδύσεων.

Σε χθεσινή συζήτηση με επαγγελματίες από χρηματιστηριακά και επενδυτικά desks του Λονδίνου, έγινε αναφορά και στην έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας με τίτλο “Doing Business. Μπορεί η έκδοση της World Βank να είναι του 2020, ωστόσο ο ερχομός θετικών άρθρων βοηθά στο να ανασύρονται από τα αρχεία και να εμφανίζονται πάνω στα γραφεία, ακόμα και παλαιότερες εκθέσεις. Διότι συνήθως όλα τα θετικά έρχονται μαζί. Όπως άλλωστε και όλα τα αρνητικά.

Στον ακόλουθο πίνακα απεικονίζονται συγκεντρωτικά ποσοτικοποιημένα στοιχεία, που αφορούν την Ελλάδα στην έκθεση “Doing Business”. Δηλαδή, στις 10 βασικές παραμέτρους που κρίνουν το βαθμό της ευκολίας ή της δυσκολίας, που αντιμετωπίζει η επιχειρηματικότητα σε μια χώρα.

WORLD BANK DOING BUSINESS

Η χώρα μας καταλαμβάνει την 79 θέση σε σύνολο 190 χωρών, με βαθμολογία 68,4 από 67,4 που είχε συγκεντρώσει το 2019.

Η Ελλάδα στον τομέα της ίδρυσης εταιρειών καταλαμβάνει την 11η θέση, με βαθμολογία 96,0. Η βαθμολογία αυτή υπολογίζει τον αριθμό των διαδικασιών που απαιτούνται, τις ανθρωποώρες που δαπανώνται και το κόστος της ίδρυσης μιας νέας εταιρείας. Η θέση αλλά και η βαθμολογία που καταλαμβάνει η χώρα μας στον τομέα της εκκίνησης μιας επιχείρησης, την φέρνει πολύ πάνω από τον μέσο όσο των χωρών που είναι μέλη του ΟΟΣΑ, του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης.

H Ελλάδα τα καταφέρνει σχετικά καλά στον τομέα της προστασίας των μετόχων μειοψηφίας που ενδιαφέρει και απασχολεί τη παγκόσμια επενδυτική κοινότητα. Και ειδικά τους θεσμικούς επενδυτές και τα ασφαλιστικά ταμεία που τοποθετούνται σε εταιρείες που είναι εισηγμένες στα χρηματιστήρια. Διότι η προστασία της επένδυσης τους, απέναντι στους μετόχους πλειοψηφίας, αποτελεί βασικό κριτήριο για τις επιλογές τους. Ωστόσο, στον τομέα αυτό, οι επιμέρους βαθμολογίες που συγκεντρώνει η Ελλάδα, υπολείπονται των αντίστοιχων του ΟΟΣΑ.

H χώρα μας τα καταφέρνει σχετικά καλά σε διεθνή κλίμακα και στον τομέα των διαδικασιών του εμπορίου, όσον αφορά τις εισαγωγές και τις εξαγωγές. Οι διαδικασίες έχουν συντομευθεί και οι χρόνοι έχουν σμικρυνθεί, ωστόσο υπάρχει αρκετή απόσταση που πρέπει να καλυφθεί.

Δυστυχώς, η Ελλάδα παραμένει πολύ χαμηλά στις θέσεις που αφορούν δυο κομβικά σημεία της επιχειρηματικότητας. Το πρώτο είναι η απονομή δικαιοσύνης και το δεύτερο είναι το περιβάλλον της ακίνητης περιουσίας. Εδώ η Ελλάδα καταλαμβάνει τη 146η και 156η θέση, αντιστοίχως.

Ο χρόνος απονομής της δικαιοσύνης στην Ελλάδα είναι δεκαπλάσιος της πρώτης στη λίστα Σιγκαπούρης και τριπλάσιος από τον μέσο χρόνο των κρατών μελών του ΟΟΣΑ. Το κόστος είναι κατά 10% ακριβότερο από το αντίστοιχο του ΟΑΣΑ. Και η ποιότητα της δικαιοσύνης, με κριτήρια όπως είναι η διάρθρωση των δικαστηρίων, η τήρηση βέλτιστων πρακτικών, οι ψηφιακές υποδομές και οι εξωδικαστικές ρυθμίσεις, βαθμολογείται με 12,5 στην κλίμακα από 0 έως 18.

Οι διαδικασίες που απαιτούνται για τη μεταβίβαση ενός ακινήτου στη χώρα μας είναι υπερδιπλάσιες των αντίστοιχων, που ισχύουν στα μέλη του ΟΑΣΑ. Στη δε ποιότητα του πλαισίου διαχείρισης των θεμάτων γης και ακινήτων, στην κλίμακα από το 0 έως το 30, η Ελλάδα βαθμολογείται με 4,5 την ίδια στιγμή που η βαθμολογία των χωρών του ΟΑΣΑ βρίσκεται στο 23,2.

Έχουν γίνει πολλά; Σίγουρα ναι. Έχουν να γίνουν όμως πολλά περισσότερα, για να μετατραπούμε σε μια σύγχρονη και ανταγωνιστική δυτική οικονομία. Ας προσέξουμε λοιπόν, σε ποιον εμπιστευόμαστε το τιμόνι του καραβιού.