Γιατί να μην πάει το Μουσείο Μπενάκη στη Μελβούρνη;

Γιατί να μην πάει το Μουσείο Μπενάκη στη Μελβούρνη;

Τα καλά νέα είναι πως το Μουσείο Μπενάκη υπάρχει δυνατότητα να αποκτήσει παράρτημα στη Μελβούρνη της Αυστραλίας, σε μια χώρα με πολύ ελληνισμό δηλαδή, χωρίς να ξοδέψει ούτε λεπτό του ευρώ. Τα κακά νέα είναι πως κόμματα της αντιπολίτευσης, προεξάρχοντος του ΣΥΡΙΖΑ, αντιτίθενται σε αυτό, από φόβο (ιδεοληπτικό καθαρά) πως μια συγκεκριμένη διάταξη νόμου που θα επιτρέψει σε αυτό το όνειρο να γίνει πραγματικότητα, ίσως σημάνει ακόμα και την εξαγωγή… του Ηνιόχου των Δελφών για πενήντα χρόνια! Όχι στην Αυστραλία, οπουδήποτε! Πρόκειται για μια κακή στιγμή της αντιπολίτευσης που αποδεικνύεται για μια ακόμη φορά κατώτερη σημαντικών περιστάσεων.

Το θέμα έχει ως εξής. Το νομοσχέδιο του υπουργείου Πολιτισμού για το Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων που συζητείται σήμερα στη Βουλή, περιλαμβάνει διάταξη για δυνατότητα εξαγωγής αρχαιοτήτων με όλους τους (υποχρεωτικούς) τρόπους που ορίζει ο αρχαιολογικός νόμος, όχι όμως για πέντε χρόνια, όπως αυτός προβλέπει, αλλά για 50. Κατά τη συζήτηση στην επιτροπή μορφωτικών υποθέσεων τις τελευταίες ημέρες, η πρόεδρος του Μουσείου Ειρήνη Γερουλάνου εξήγησε πως το Μουσείο Μπενάκη θα ωφεληθεί από μια τέτοια διάταξη, για να δημιουργήσει ένα παράρτημα στην Αυστραλία.

«Το Μουσείο Μπενάκη από το 2014 έχει μια πάρα πολύ στενή συνεργασία με το Ελληνικό Μουσείο στη Μελβούρνη, όπου το Ελληνικό Μουσείο της Μελβούρνης δεν έχει δικές του συλλογές και ζητήθηκε από το Μουσείο Μπενάκη τότε να του δανείσει γύρω στα περίπου 200 αντικείμενα από όλες τις περιόδους της ελληνικής ιστορίας και τέχνης, ώστε να δημιουργηθεί εκεί ένα ελληνικό μουσείο» είπε η κα Γερουλάνου και εξήγησε πως τα αντικείμενα θα προέρχονται από τις αποθήκες του Μπενάκη στην Ελλάδα, ή από την κινεζική συλλογή, που δεν έχει εκτεθεί (προφανώς διότι δεν υπάρχει χώρος).

Το Ελληνικό Μουσείο χρηματοδοτείται, κυρίως, από Έλληνες της Αυστραλίας και έχει σαν κύριο στόχο τη μεγάλη ελληνική ομογένεια στη Μελβούρνη. Επειδή «η συνεργασία πήγε πάρα πολύ καλά» όπως είπε η πρόεδρος του Μπενάκη «και την υποδέχθηκε πολύ ζεστά, τόσο η ομογένεια όσο και η κοινωνία της Μελβούρνης, υπήρξε η πρόταση, εκ μέρους της αυστραλιανής πλευράς, να προχωρήσουμε σε μια επέκταση της συνεργασίας. Για το λόγο αυτό, βρέθηκε το κτίριο, το οποίο είναι το παλιό υποθηκοφυλακείο. Είναι ένα πολύ παλιό και πολύ ωραίο κτίριο, στο κέντρο της Μελβούρνης, που είναι διατηρητέο και –ας πούμε- μνημείο για την πόλη, το οποίο έχει εγκαταλειφθεί, επειδή πλέον το υποθηκοφυλακείο είναι μόνο σε ηλεκτρονική μορφή και όχι σε πραγματική μορφή.»

Τότε, μια επενδυτική εταιρεία σκέφτηκε να οικοδομήσει μια προσθήκη, στην πίσω πλευρά του κτιρίου, αλλά για την αδειοδότηση χρειάστηκε να δεσμευτούν ότι το μπροστινό κομμάτι –δηλαδή, το παλιό κομμάτι του κτιρίου- θα χρησιμοποιηθεί για έναν κοινωφελή σκοπό. Και έτσι, όπως ανέφερε η κα Γερουλάνου, «πλησίασαν το Ελληνικό Μουσείο της Μελβούρνης και μας ζήτησαν να δημιουργήσουμε, εκεί, ένα Μουσείο Μπενάκη, όχι όμως μόνο με τις ελληνικές συλλογές, αλλά με συλλογές από όλα τα τμήματα του Μουσείου Μπενάκη, το οποίο έχει, όπως ξέρετε, και ισλαμικές συλλογές, συλλογές κινεζικής κεραμικής, προκολομβιανές συλλογές και άλλα πολλά πράγματα.»

Το πρόβλημα, κατά την ομιλήτρια, «προκύπτει από τη στιγμή που οι επενδυτές αυτοί θα πρέπει να βάλουν πάρα πολλά χρήματα και να επενδύσουν μεγάλα ποσά για τη δημιουργία αυτού του Κέντρου, με αποτέλεσμα να ζητούν -και δικαίως, κατά τη δική μας άποψη- την παράταση του χρόνου δανεισμού. Όπως ξέρουμε, είναι πέντε συν πέντε χρόνια αυτό που επιτρέπει ο αρχαιολογικός νόμος. Με αυτές τις διατάξεις έφυγαν τα πράγματα, που είναι τώρα στη Μελβούρνη, και διανύουμε τη δεύτερη 5ετία.»

Τα πέντε χρόνια προφανώς και δεν αρκούν, οπότε πρέπει να επεκταθεί το χρονικό περιθώριο με νόμο, καθώς ό,τι προβλέπεται ως τώρα είναι η πενταετία. Επιπροσθέτως ας σημειώσουμε πως το κτίριο αυτό είναι ακριβώς απέναντι από το Πανεπιστήμιο της Βικτώρια, το οποίο Πανεπιστήμιο έχει δώσει πάρα πολύ μεγάλη έμφαση στην πολυπολιτισμική καταγωγή των φοιτητών. Άρα, είναι και μια δική τους παράκληση να έχει αυτό το νέο Μουσείο, που θα δημιουργηθεί, συλλογές από όλον τον κόσμο.

«Εμείς, βέβαια, καταλαβαίνετε ότι αυτό το υποδεχθήκαμε με πάρα πολύ χαρά, γιατί εγώ δεν μπορώ να φανταστώ έναν καλύτερο τρόπο να εκπροσωπηθεί η Ελλάδα, σε μία πόλη που έχει τόσα Έλληνες και ενδιαφέρεται πολύ για τα ελληνικά πράγματα, για την ελληνική τέχνη και για τα ελληνικά δεδομένα» σημείωσε η πρόεδρος του Μουσείου. Και τόνισε πως οι όροι του δανεισμού «είναι προφανώς στο χέρι του ελληνικού Υπουργείου Πολιτισμού, της ελληνικής πλευράς, να οριστούν. Όπως, όμως, ξέρουμε όλοι, έτσι κι αλλιώς, οι όροι δανεισμού των αντικειμένων, για οποιαδήποτε έκθεση, έστω και για να πάνε τα αντικείμενα από το Μουσείο στη Βουλή, για παράδειγμα, για μια έκθεση, είναι αυστηροί και σαφείς.»

Εδώ οι βουλευτές της αντιπολίτευσης, με ελάχιστες εξαιρέσεις, και ιδίως οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ πήραν τη ρομφαία και άρχισαν να επιδίδονται στο αγαπημένο τους έργο της ανατροπής. Αν και η κυβέρνηση δια της υπουργού Λίνας Μενδώνη δέχτηκε την ελάττωση του χρονικού διαστήματος από 50 συν 50 χρόνια σε 25 συν 25, επέμειναν πως το χρονικό διάστημα είναι μεγάλο και πως υπάρχει κίνδυνος να βρεθούν οι αρχαιότητες της Ελλάδας μόνιμα στο εξωτερικό.

Στις συνεδριάσεις ακούστηκαν μέχρι και παράλογα πράγματα, όπως το ότι με μια τέτοια διάταξη θα… νομιμοποιήσουμε το Βρετανικό Μουσείο, που παρακρατά παρανόμως τα γλυπτά του Παρθενώνα, κλεμμένα, πάντως, από τον Έλγιν και ουδόλως εξαγμένα από την Ελλάδα με οποιαδήποτε κρατική πράξη (ακόμα και των τότε κατακτητών, των Οθωμανών). Αλήθεια, αν ποτέ η Μεγάλη Βρετανία αποφασίσει να μας τα επιστρέψει έναντι δανεισμού αρχαιοτήτων μας, τι θα πει η Ελλάδα; Πάρτε μερικές αρχαιολογικές εκθέσεις για πέντε χρόνια; Δεν θέλει και πολύ μυαλό για να σκεφτεί κανείς πως ο μακροχρόνιος δανεισμός θα εφαρμοστεί και σε αυτή την περίπτωση. Και πως εφόσον η Ελλάδα αγωνίζεται τόσα χρόνια για την (δίκαιη) επιστροφή, θα πρέπει να είναι έτοιμη και από πλευράς νόμων. Άλλοι βουλευτές διερρήγνυαν τα ιμάτιά τους διαμαρτυρόμενοι, επειδή, δήθεν, θα αδειάσουν τα ελληνικά μουσεία. Ενώ είναι προφανές πως τα λεγόμενα «αμετακίνητα» έργα, ακόμα και αν δεν έχουν χαρακτηριστεί επίσημα ως τέτοια, δεν πρόκειται ποτέ να μεταφερθούν ούτε εντός Ελλάδας, όπως ακριβώς συμβαίνει μέχρι τώρα. Και επίσης είναι σαφές ότι τα εκθέματα θα βγουν κυρίως από τις αποθήκες των μουσείων, όπου υπάρχουν εκατοντάδες χιλιάδες άλλα.

Ο ΣΥΡΙΖΑ μιλούσε και χθες για «Ελλαδοπωλείο» χωρίς να κάνει τον κόπο να συμβουλευθεί τον αρχαιολογικό νόμο, έναν από τους αυστηρότερους και ορθότερους παγκοσμίως. Ο αρχαιολογικός νόμος θέτει τις προϋποθέσεις για άδειες προσωρινής εξαγωγής αρχαιοτήτων στο εξωτερικό και τεράστιες δικλείδες ασφαλείας ώστε καμιά κυβέρνηση να μη μπορεί να κάνει ό,τι θέλει. Οι παρουσιάσεις αρχαιοτήτων μας στο εξωτερικό αποβαίνει πάντοτε υπέρ της χώρας και αποτελεί στοιχείο εξωστρεφούς πολιτικής το να οργανώνονται τέτοιες εκθέσεις. Αντιθέτως, το να καταγγέλεις ότι αν οι αρχαιότητες (από τις αποθήκες των μουσείων μας, κυρίως) μείνουν παραπάνω στο εξωτερικό σημαίνει ότι ξεπουλιόνται και ότι δεν θα επιστραφούν ποτέ, είναι το άκρον άωτον της εσωστρέφειας και της μιζέριας.

Ανάμεσα σε όσα ακούστηκαν στη Βουλή ήταν και η (καχ)υποψία ότι ενδέχεται να υπάρξουν οικονομικά ανταλλάγματα για το Μουσείο Μπενάκη από αυτή τη συμφωνία μακροχρόνιου δανεισμού με την Αυστραλία. Τουλάχιστον προσβλητικό για ένα μουσείο που όλοι λεν πως σέβονται και υπολήπτονται. Δυστυχώς όμως, όπως φαίνεται στην πραγματικότητα κάποιοι στραβοκοιτάζουν σημαντικές πρωτοβουλίες του. Δεν ξέρω πόσο απέχουν από όσους στα τέλη της δεκαετίας του ‘70 είχαν «ζώσει» το Μουσείο Ηρακλείου για να μη σταλούν κρητικές αρχαιότητες σε μεγάλη έκθεση του εξωτερικού. Τα χρόνια πέρασαν, αντιλήψεις άλλαξαν και σήμερα όλοι αναγνωρίζουν πως οι εκθέσεις μόνο θετικές είναι για την Ελλάδα. Πλην Λακεδαιμονίων. Αλλά, ο ποιητής το είπε: «Για Λακεδαιμονίους να μιλούμε τώρα!»