Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων: Ψηφίστηκε το νομοσχέδιο για το νέο πλαίσιο λειτουργίας των ΑΕΙ

Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων: Ψηφίστηκε το νομοσχέδιο για το νέο πλαίσιο λειτουργίας των ΑΕΙ

Ψηφίστηκε κατά πλειοψηφία, επί της αρχής του, από την Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, το νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας για Νέοι Ορίζοντες στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα Ενίσχυση της Ποιότητας της λειτουργικότητας και της σύνδεσης τους με την κοινωνία.

Υπέρ της αρχής του νέου νομοθετικού πλαισίου, ψήφισε μόνο η κυβερνητική πλειοψηφία, ενώ ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ και ΜεΡΑ25 καταψήφισαν και το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ μαζί με την Ελληνική Λύση επιφυλάχθηκαν να τοποθετηθούν στην Ολομέλεια.

Νωρίτερα, το νομοσχέδιο δέχτηκε τόσο τα θετικά σχόλια όσο και τις έντονες διαφωνίες από τους εξωκοινοβουλευτικούς εκπροσώπους που είχαν κληθεί να καταθέσουν τις απόψεις τους και εμφανίστηκαν με διαφορετικές προσεγγίσεις, απόψεις και προτάσεις.

Επίμαχο, κυρίως, σημείο των διαφορετικών προσεγγίσεων, απόψεων και προτάσεων των φορέων είναι το Σύστημα διοίκησης των δημόσιων πανεπιστημίων και ο νέος τρόπος εκλογής των μελών ΔΕΠ.

Ειδικότερα:

Ο Περικλής Μήτκας, Πρόεδρος της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης, τάχθηκε υπέρ του νομοσχεδίου, καθώς, όπως είπε, «προσφέρει πολλές δυνατότητες στην ανάπτυξη και την εξωστρέφεια των ελληνικών πανεπιστημίων», σημειώνοντας ότι έγιναν δεκτές αρκετές προτάσεις της Αρχής.

«Το νομοσχέδιο κινείται σε τροχιά ανάπτυξης και αναβάθμισης των πανεπιστημίων, ενισχύει το αυτοδιοίκητο, τους δίνει βαθμούς ελευθερίας και επιτρέπει ενέργειες που μέχρι σήμερα ήταν στη σφαίρα της ουτοπίας», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Χαρακτήρισε επίσης, «σημαντική πρόκληση και άλμα προς τα εμπρός την διεθνοποίηση των σπουδών και την πλειάδα εκπαιδευτικών προγραμμάτων που θα γίνονται σε συνεργασία με το εξωτερικό», σημειώνοντας παράλληλα ότι, «πρέπει να υπάρχουν όμως και οι έλεγχοι που θα διασφαλίζουν τις υπηρεσίες του ερευνητικού έργου.

Σε αντίθετη κατεύθυνση κινήθηκε ο εκπρόσωπος της Συνόδου των Πρυτάνεων, Ευάγγελος Διαμαντόπουλος, υποστηρίζοντας ότι «αγνοήθηκαν από τον διάλογο τα θεσμικά όργανα της ακαδημαϊκής κοινότητας και των πανεπιστημιακών οργανώσεων, ενώ πολύ μικρό μέρος των προτάσεων των πρυτάνεων έχει ληφθεί υπόψη».

Ο κ. Διαμαντόπουλος, αναγνώρισε, πάντως, ότι υπάρχουν αρκετά θετικά στοιχεία του νομοσχεδίου που αντιμετωπίζουν πάγια αιτήματα των πανεπιστημίων, όπως η ενίσχυση της εξωστρέφειας τους και η διεθνοποίηση των σπουδών.

Διαφωνία εξέφρασε για τον τρόπο εκλογής των πρυτάνεων, καθώς αλλοιώνει, όπως είπε, τα συμβούλια διοίκησης, καθώς και για το καθεστώς αξιολόγησης και εξέτασης των φοιτητών, τονίζοντας ότι δεν υπάρχει πρόνοια για θεσμικά αντίβαρα.

«Ο πρύτανης ως πρόεδρος θα είναι και ελέγχων και ελεγχόμενος. Απονευρώνεται τελείως ο ρόλος της Συγκλήτου», ανέφερε μεταξύ άλλων.

Υποστηρικτικός στο νομοσχέδιο, εμφανίστηκε ο Ορέστης Καλογήρου, Πρόεδρος του Διεπιστημονικού Οργανισμού Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών, υπογραμμίζοντας ότι «λύνονται τεράστια προβλήματα γραφειοκρατίας και απαράδεκτες καθυστερήσεις που παρήγαγε ο προηγούμενος νόμος».

«Σαφώς και είναι σε θετική κατεύθυνση οι προβλέψεις του νομοσχεδίου. Η ενίσχυση της εξωστρέφειας των ελληνικών πανεπιστημίων και η διεθνοποίηση των σπουδών είναι μια μεγάλη τομή για τους έλληνες φοιτητές που σπούδασαν στο εξωτερικό, ενώ είναι απολύτως βέβαιον ότι το κέρδος θα είναι μεγάλο, από την γρήγορη ολοκλήρωση της διαδικασίας αναγνώρισης των τίτλων σπουδών και τον επαναπατρισμό του «brain name» της χώρας», υπογράμμισε.

Ο Ιωάννης Νηματούδης, Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας υποστήριξε ότι, «υπάρχει καθολική αντίδραση της ακαδημαϊκής κοινότητας στο νομοσχέδιο για το οποίο δεν έγινε καμία διαβούλευση», ενώ ζήτησε «να ξεκινήσει το υπουργείο Παιδείας ένα ειλικρινή διάλογο με όλους τους φορείς, ώστε να υιοθετηθεί ένα νέο πλαίσιο που θα συγκεντρώνει την μέγιστη συναίνεση».

Παράλληλα δήλωσε την κάθετη διαφωνία του ως προς την εκλογή των μελών της ΔΕΠ και τον διορισμό των Αντιπρυτάνεων και κοσμητόρων, υποστηρίζοντας ότι υπάρχει κίνδυνος να οδηγήσει σε διαπλοκή και πρότεινε να παραμείνει το ισχύον σύστημα.

«Σαφώς υπάρχουν θετικές ρυθμίσεις, όπως αυτές που αφορούν τα μεταπτυχιακά, ωστόσο το νομοσχέδιο δεν απαντά σε δύο κρίσιμα ζητήματα. Της υποχρηματοδότησης και της υποστελέχωσης των πανεπιστημίων», πρόσθεσε.

Θετικός στο νομοσχέδιο δήλωσε ο Γενικός Γραμματέας της Ομοσπονδίας Ατόμων με Αναπηρία, Βασίλης Κότσιαλος, τονίζοντας ότι έχουν ενσωματωθεί πολλές από τις προτάσεις και παρατηρήσεις της Ομοσπονδίας, ενώ ζήτησε ορισμένες τεχνικές βελτιώσεις ως προς την ίση μεταχείριση και πρόσβαση των ατόμων με αναπηρία στην Ανώτατη Εκπαίδευση.

Ο Εμμανουήλ Πλειόνης, πρόεδρος του Εθνικού Αστεροσκοπείου και Συντελεστής της Συνόδου Ερευνητικών Κέντρων, μίλησε για πολλές θετικές διατάξεις, αλλά και την ανάγκη διορθωτικών συμπληρώσεων.

Από την πλευρά της Εκκλησίας της Ελλάδος και του Οικουμενικού Πατριαρχείου, όλοι ανεξαιρέτως οι εκπρόσωποι τους εξέφρασαν την απόλυτη ικανοποίηση τους για τις ρυθμίσεις που τους αφορούν και οι οποίες όπως είπαν είναι αποτέλεσμα συνεργασίας τους με το υπουργείο παιδείας .

Τον λόγο πήραν κατά σειρά, ο εκπρόσωπος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, Μητροπολίτης Σμύρνης, Βαρθολομαίος , ο εκπρόσωπος της Εκκλησίας της Ελλάδος, Μητροπολίτης Θεσσαλιώτιδος και Φαρσάλων, Τιμόθεος, ο Νομικός σύμβουλος της εκκλησίας της Κρήτης, Δημήτριος Μαλαθιανάκης, και ο Πατήρ Γεώργιος Σέλης, πρόεδρος του Ιερού Συνδέσμου Κληρικών Ελλάδος.

Όπως όλοι υπογράμμισαν, «λύνεται ένα διαχρονικό πρόβλημα με τις οργανικές θέσεις που εκκρεμεί εδώ και 77 χρόνια».

«Υπήρχε αυτή η ανακολουθία με τις 10.744 θέσεις κληρικών που διόρισε το κράτος και έπρεπε να λυθεί. Και είναι διχαστική η ρητορική ότι με το ν/σ το κράτος καλύπτει όλες τις ανάγκες της εκκλησίας. Η ελληνική πολιτεία μισθοδοτούσε για 77 χρόνια τους κληρικούς, συνεπώς το νομοσχέδιο δεν εισάγει κάτι καινούργιο. Η θεσμοθέτηση των οργανικών θέσεων δεν επιφέρει ούτε ένα ευρώ επιβάρυνσης στον κρατικό προϋπολογισμό», τόνισαν μεταξύ άλλων.

Η Αντιπρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Ειδικού και Εργαστηριακού Διδακτικού Προσωπικού ΑΕΙ, Ελένη Λουτράρη, έκανε λόγο για έντονες ενστάσεις της Ομοσπονδίας και κατηγόρησε το υπουργείο Παιδείας ότι, «ούτε ουσιαστικό διάλογο έκανε ούτε ενστερνίστηκε τις επιφυλάξεις και τις προτάσεις που κατατέθηκαν για την εργασιακή καθημερινότητα τους».

Όπως υποστήριξε, υποβαθμίζεται το ερευνητικό έργο των εργαζομένων, ενώ ανέφερε ότι βασικό αίτημα τους είναι να συμπεριληφθεί στο νέο πλαίσιο, η αναγνώριση του έργου των μελών διδακτορικών διατριβών.

Ο Στέφανος Καρβέλης, πρόεδρος της Πανελλαδικής Ομοσπονδίας Ειδικού Τεχνικού Εργαστηριακού, τόνισε μεταξύ άλλων, την ανάγκη να αναγνωριστεί το επαγγελματικό τους έργο για την εξέλιξη του κλάδου και να γίνει πιο σαφής η περιγραφή του γνωστικού αντικειμένου.

Η Δέσποινα Δημητριάδου, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Συλλόγου Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού, υποστήριξε ότι δεν έγινε καμία ουσιαστική διαβούλευση, ενώ ανέφερε ότι με το νέο πλαίσιο απορρυθμίζεται το δημόσιο πανεπιστήμιο και η βιωσιμότητα του και παράλληλα απουσιάζει η λογοδοσία δημοσίων οργάνων.

«Έχουμε συμπεριληφθεί και ορθώς, σε θετικές ρυθμίσεις, ωστόσο αποκλειόμαστε από όλες τις εκλογικές διαδικασίες, ενώ μας ξεχνά σε ότι αφορά τη δυνατότητα παράλληλης απασχόλησης και την εξέλιξη μας», ανέφερε.

Παράλληλα, έδωσε έμφαση στις ανθρωπιστικές σπουδές, οι οποίες όπως είπε, ενώ θα έπρεπε να είναι ύψιστης προτεραιότητας, δεν συνδέονται με καμία στρατηγική ανάπτυξης και δεν συνδέονται με την αγορά και πρόσθεσε ότι «διαμορφώνεται ένα πνεύμα ιδιωτικής επιχείρησης των πανεπιστημίων».

Ο Ιωάννης Κλαψόπουλος, Αντιπρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών, εστίασε στην έλλειψη προσωπικού και στις υποδομές, μίλησε για ανατροπή σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο της σημερινής μορφής λειτουργίας τους ενώ ζήτησε να γίνουν μικρές διορθώσεις και να παραμείνει η ισχύουσα νομοθεσία.

Ο Μιχαήλ Πατεράκης, εκπρόσωπος των ΕΠΙ, καθηγητής στο πανεπιστήμιο Κρήτης, εξέφρασε την διαφωνία του με το νομοσχέδιο που αντιβαίνει, όπως είπε την αρχή της αναλογικότητας και της αναπτυξιακής προοπτικής των Ερευνητικών Πανεπιστημιακών Ινστιτούτων.

Παράλληλα υποστήριξε ότι δεν έχουν συμπεριληφθεί οι προτάσεις των Ερευνητικών Πανεπιστημιακών Ινστιτούτων και ότι υπάρχουν διατάξεις που θα τους δημιουργήσουν προσκόμματα στην αποστολή τους.

Πρότεινε, επίσης, να προβλεφθεί ρητή αναφορά ότι ανήκουν στον ενιαίο χώρο της έρευνας, ώστε να μην δημιουργούνται, όπως είπε, ερευνητικοί φορείς δύο ταχυτήτων.

Αναγνώρισε πάντως ότι υπάρχουν και διατάξεις με θετικό πρόσημο.

Η Νίκη Χρονοπούλου, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Διοικητικού Προσωπικού Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, εξέφρασε την «ριζική και κάθετη διαφωνία της στο σαρωτικό νομοσχέδιο που απομακρύνει τα πανεπιστήμια από τις ανάγκες των φοιτητών, δεν απαντά στις πραγματικές διαχρονικές παθογένειες της υποστελέχωσης τους και νομοθετεί την ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων».

«Καθιερώνει ένα αντιδημοκρατικό μοντέλο διοίκησης από ανθρώπους της αγοράς οι οποίοι θα έχουν αποφασιστικό ρόλο ενώ η Σύγκλητος περιορίζεται στα ακαδημαϊκά θέματα και μάλιστα μόνο με γνωμοδοτικό ρόλο», συμπλήρωσε.

Ο Νικόλαος Παπαϊωάννου, πρύτανης του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, εκφράζοντας την προσωπική του γνώμη, όπως είπε, αναγνώρισε ότι το νομοσχέδιο κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση για την αναδιάρθρωση των πανεπιστημίων σημειώνοντας ότι σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να διαταραχθεί η απρόσκοπτη συνέχιση της διοίκησης των ΑΕΙ.

Ο Χρήστος Δόρδας, Πρόεδρος του Τμήματος Γεωπονίας του ΑΠΘ, ζήτησε «την απόσυρση της διάταξης που καταργεί την αυτόνομη λειτουργία του αγροκτήματος που έχει παραχωρηθεί εδώ και 86 χρόνια στο ΑΠΘ και έχει καθοριστικό ρόλο στο ερευνητικό έργο των φοιτητών ενώ δεν επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό».

«Πρέπει να παραμείνει το ισχύον νομικό καθεστώς του πανεπιστημιακού αγροκτήματος μας, να παραμείνει η αυτοτέλεια του ώστε να συνεχιστεί απρόσκοπτα το έργο μας», τόνισε.