Η ψηφιοποίηση της καθημερινότητας ανεβάζει τις πωλήσεις των ειδών τεχνολογίας

Η ψηφιοποίηση της καθημερινότητας ανεβάζει τις πωλήσεις των ειδών τεχνολογίας

Η διείσδυση του γρήγορου Internet, η ψηφιοποίηση των υπηρεσιών  του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, η τηλεργασία, η τηλεκπαίδευση, οι επικοινωνίες και άλλες σημαντικές τεχνολογικές λύσεις έχουν οδηγήσει στο ότι η δαπάνη για ηλεκτρονικά προϊόντα και τεχνολογικά είδη έχει καταστεί ανελαστική. 

Όπως δείχνουν τα στοιχεία της έρευνας Future Consumer Index 2023 της EY, τα οποία επεξεργάστηκε και ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Πληροφορικής και Επικοινωνιών Ελλάδας (ΣΕΠΕ), το 74% των Ελλήνων δηλώνει ότι θα αγοράσει προϊόντα τεχνολογίας ή ηλεκτρονικές συσκευές μέσα στο επόμενο δωδεκάμηνο, παρά τη συνεχιζόμενη ακρίβεια και την οικονομική αβεβαιότητα. 

Μάλιστα το 9% των Ελλήνων (περίπου ο ένας στους δέκα) αναφέρει ότι σκοπεύει να ξοδέψει περισσότερα χρήματα για είδη τεχνολογίας, ενώ ένα ποσοστό 33% ανέφερε ότι σκοπεύει να ξοδέψει τα ίδια με την περσινή χρονιά. 

Τα παραπάνω στοιχεία επιβεβαιώνουν ότι παρά την ακρίβεια και τον πληθωρισμό που ασκούν πιέσεις στην αγοραστική δύναμη, οι καταναλωτές δεν φαίνονται διατεθειμένοι να περικόψουν τις συγκεκριμένες δαπάνες τις οποίες θεωρούν ανελαστικές, με την τεχνολογία να ανήκει σε αυτήν την κατηγορία.

Η εξέλιξη αυτή δεν είναι τυχαία, καθώς συμβαίνει σε μια εποχή όπου το 60% των Ελλήνων ανησυχεί για το αυξανόμενο κόστος των ειδών σουπερμάρκετ, κυρίως τροφίμων  και άλλων ειδών πρώτης ανάγκης, όπως ρεύμα και φυσικό αέριο, ενώ μόλις το 20% ανησυχεί για το κόστος των προϊόντων τεχνολογίας και των ηλεκτρικών συσκευών.

Μια άλλη σημαντική παρατήρηση είναι και αυτή που αφορά στη χρήση της τεχνολογίας. Κατά την περιόδο της πανδημίας και των περιοριστικών μέτρων η οικιακή ψυχαγωγία κέρδισε σημαντικό έδαφος. Αποτέλεσμα της εξέλιξης αυτής ήταν το 95% των χρηστών να χρησιμοποιεί τις συσκευές τεχνολογίας, υπολογιστές, tablets, smartphones κλπ για πρόσβση σε ψηφιακές πλατφόρμες με τηλεοπτικό, κινηματογραφικό,  μουσικό περιεχόμενο, gaming και στοιχηματισμό. 

Μάλιστα οι καταναλωτές που συμμετείχαν στην έρευνα δήλωσαν ότι χρησιμοποίησαν συχνά ή μερικές φορές, κατά το τελευταίο τρίμηνο, το Διαδίκτυο για τη ψυχαγωγία τους.

Όπως παρατηρούν οι αναλυτές της ΕΥ, το σπίτι, πλέον, τείνει να μετατραπεί σε ένα «hub», γύρω από το οποίο θα περιστρέφονται όλο και περισσότερες δραστηριότητες. Σύμφωνα με την έρευνα, και στην Ελλάδα είναι, πλέον, έντονη η πρόθεση των καταναλωτών να τοποθετήσουν το σπίτι τους στο επίκεντρο της καθημερινής τους ζωής, περνώντας περισσότερο χρόνο σε αυτό (29%), μαγειρεύοντας περισσότερο (39%) και διασκεδάζοντας περισσότερο εκεί (28%). 

Πηγή: ΕΥ 

Άλλο ενδιαφέρον σημείο της έρευνας είναι η αύξηση της πρόσβασης από τεχνολογικές συσκευές σε χρηματοοικονομικές και τραπεζικές υπηρεσίες. Η χρήση αυτή τείνει να φθάσει το ποσοστό της ψυχαγωγίας καθώς το 91% των χρηστών δηλώνουν ότι πραγματοποιούν τραπεζικές συναλλαγές, πληρωμές και άλλου είδους οικονομικές πράξεις, online. 

Άλλη μία τάση, που επιβεβαιώνει η έρευνα, είναι ότι, πλέον, παγιώνονται - και στην Ελλάδα - οι online αγορές. Το online έχει παγιωθεί, πλέον, ως βασικό κανάλι αγορών για σημαντικό μερίδιο των καταναλωτών, διαπερνώντας όλες τις ηλικιακές ομάδες, ενώ κορυφώθηκε την εποχή της πανδημίας. 

Αυτό φαίνεται από τα επίσης υψηλά ποσοστά χρηστών που χρησιμοποίησαν online υπηρεσίες εξυπηρέτησης πελατών (84%) ή έκαναν online αγορές (81%).  Ωστόσο, από τις επιμέρους ερωτήσεις για τις online αγορές προκύπτει ότι, ενώ σχεδόν οι μισοί καταναλωτές είναι θετικοί προς αυτές, μία σημαντική μειοψηφία (27%) παραμένει λιγότερο θετική.

Παράλληλα με την αύξηση της διείσδυσης των online αγορών από τα στοιχεία της έρευνας φαίνεται ότι έχουν αρχίσει να ομαλοποιούνται και κάποια σημαντικά θέματα που σχετίζονται με το e-commerce και αφορούν, κυρίως, το κομμάτι της παράδοσης των προϊόντων. Η έρευνα της ΕΥ δείχνει ότι οι καθυστερήσεις στην παράδοση προβληματίζουν, πλέον, μόλις έναν στους πέντε καταναλωτές, από έναν στους δύο το 2021, ενώ βασικό εμπόδιο σήμερα εμφανίζεται το υψηλό κόστος (43%) και, σε μικρότερο βαθμό, η δυσκολία στην αλλαγή προϊόντων.