DB.One: Από την Γλυφάδα σε Ντουμπάι και Λονδίνο
db.one/el/
db.one/el/

DB.One: Από την Γλυφάδα σε Ντουμπάι και Λονδίνο

Με εφαλτήριο τη Γλυφάδα και επόμενες στάσεις το Ντουμπάι, τη Μύκονο και το Λονδίνο, ξεκίνησε το ταξίδι του εστιατόριου DB.one του chef Ulash Tunc, που φιλοδοξεί να αποτελέσει σημείο αναφοράς αλλά και αφετηρία ανάπτυξης για ένα διαφορετικό τρόπο δημιουργίας μιας αλυσίδας εστιατορίων εστιασμένης στο κρέας και την υψηλή γαστρονομική απόλαυση.

Η επιλογή της Γλυφάδας και εν γένει των Νοτίων Προαστείων, το εστιατόριο φιλοδοξεί να αναδειχθεί σε δημοφιλή προορισμό για το αθηναϊκό κοινό, κάτι που στο σύντομο αυτό διάστημα δείχνει να το έχει επιτύχει ενώ ταυτόχρονα δεν σταματά να εξελίσσεται.

Το DB.One απασχολεί μέχρι σήμερα 25 εργαζομένους και επιδιώκει την αριθμητική ενίσχυση του προσωπικού προσφέροντας επιπλέον θέσεις εργασίας. Στον σχεδιασμό της ομάδας του chef Ulash Tunc, είναι η επέκταση εντός κι εκτός συνόρων.

Το εστιατόριο DB.One αποτελεί ένα premium steak house με  μότο το ευφάνταστο «The place to meat», ενώ ιδιοκτήτης και βασικός εμπνευστής των πιάτων που σερβίρονται είναι ο γνωστός chef Ulas Tunc, πρώην head chef του «Nusr-Et» σε Μύκονο και Ντουμπάι. Το κατάστημα άνοιξε τις πύλες του τον περασμένο Απρίλιο, μετρώντας μόλις επτά μήνες λειτουργίας.

Με καταγωγή από το Ντιγιάρμπακιρ αλλά μεγαλωμένος στην Κωνσταντινούπολη, ο Ulas Tunc βρέθηκε στην Αθήνα για να μην μετακομίσει στην Αγγλία. «Η γυναίκα μου είναι Αγγλίδα. Εκείνη δεν ήθελε να μείνουμε στην Κωνσταντινούπολη, εγώ δεν ήθελα να πάμε στην Αγγλία. Τελικά τα βρήκαμε στη μέση και αποφασίσαμε να εγκατασταθούμε στην Ελλάδα», αποκαλύπτει ο γνωστός chef που ήρθε στη χώρα μας πριν από μια πενταετία.

Με πατέρα και παππού chef, η επαγγελματική σταδιοδρομία μάλλον ήταν μονόδρομος για τον ιδιοκτήτη του DB.One. Ούτε όμως η επωνυμία του εστιατορίου είναι τυχαία, αφού προέρχεται από τα αρχικά των ονομάτων των δύο παιδιών του Ulas Tunc.

Με τις πρώτες ύλες να προέρχονται από Αυστραλία, Αμερική και Ιαπωνία, το DB.Οne υπόσχεται premium ποιότητας πιάτα για τους λάτρεις (και όχι μόνο) του κρέατος.

Ένα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του εστιατορίου, πέρα από το καλαίσθητα διακοσμημένο περιβάλλον του, είναι η δυνατότητα που δίνεται στον επισκέπτη να παρακολουθήσει τη διαδικασία παρασκευής των πιάτων του μενού που επιλέγει.

«Μπορεί για κάποιους το κρέας μας να θεωρείται ακριβό, ωστόσο εδώ πληρώνει κανείς την ποιότητα», δηλώνει ο ιδιοκτήτης του εστιατορίου, αποκαλύπτοντας δε ότι υπάρχουν και αρκετές πιο οικονομικές λύσεις μέσα στο μενού.

Τα πιάτα συνοδεύονται από μια πλούσια ποικιλία κρασιών που συμπληρώνουν ιδανικά το μενού του εστιατορίου. «Έχουμε συνολικά 150 ετικέτες κρασιού. Περίπου 50-60 από αυτές είναι ελληνικές, ενώ οι υπόλοιπες προέρχονται από Γαλλία, Νέα Ζηλανδία, Αργεντινή, Νότια Αφρική κλπ», εξηγεί ο Ulas Tunc.

Σύμφωνα με τον ίδιο, το αθηναϊκό κοινό έχει υποδεχτεί θερμά το νέο αυτό εγχείρημα στον κλάδο της εστίασης, με τους επισκέπτες να αυξάνονται συνεχώς. Το καλοκαίρι το εστιατόριο «δούλεψε» αρκετά καλά με τους ξένους τουρίστες, ενώ τη δεδομένη χρονική περίοδο υποστηρίζεται από Έλληνες επισκέπτες. Μάλιστα προβλέπει ότι μέσα σε ένα χρόνο θα έχει κάνει απόσβεση της επένδυσης που πραγματοποίησε, η οποία ξεπέρασε τα 500.000 ευρώ.

Το τελευταίο διάστημα το εστιατόριο προσφέρει και τη δυνατότητα πραγματοποίησης business lunches. Μάλιστα, για τις ανάγκες του εταιρικού δείπνου ή του ιδιωτικού event το εστιατόριο προσφέρει συγκεκριμένες επιλογές set menu και αναλαμβάνει κατόπιν συνεννόησης τη δημιουργία ειδικά διαμορφωμένων πιάτων με βάση τις προτιμήσεις του εκάστοτε επαγγελματία που οργανώνει το δείπνο. Φυσικά διαθέτει και το σύνολο των επιλογών του υπάρχοντος μενού του.