Πώς επηρεάζει την αγορά ενέργειας η σύγκρουση Ισραήλ – Ιράν: Φόβοι αναλυτών για ενεργειακό σοκ

Πώς επηρεάζει την αγορά ενέργειας η σύγκρουση Ισραήλ – Ιράν: Φόβοι αναλυτών για ενεργειακό σοκ

Η πρόσφατη κλιμάκωση της σύγκρουσης μεταξύ Ισραήλ και Ιράν έχει προκαλέσει σημαντικές αναταράξεις στην παγκόσμια ενεργειακή αγορά, με κυριότερες συνέπειες τις απότομες αυξήσεις στις τιμές του πετρελαίου.

Μάλιστα, οι τιμές του πετρελαίου σημείωσαν σημαντική άνοδο την Παρασκευή με το Brent, το διεθνές σημείο αναφοράς, να αυξάνεται έως και 14% φτάνοντας τα $78,50 ανά βαρέλι, ενώ το West Texas Intermediate (WTI) σημείωσε αντίστοιχη άνοδο. Οι αυξήσεις αυτές αποτελούν τις μεγαλύτερες από τον Μάρτιο του 2022, όταν ξεκίνησε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.

Για αυτό και η ανησυχία των αναλυτών είναι έντονη, φοβούμενοι για επανάληψη του ενεργειακού σοκ που ακολούθησε την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Η κατάσταση αυτή «ξυπνάει» τις τότε μνήμες, όταν οι τιμές του πετρελαίου εκτοξεύτηκαν σχεδόν στα 130 δολάρια το βαρέλι εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία. Αν και οι τρέχουσες τιμές παραμένουν χαμηλότερες από τότε, οι αναλυτές, όπως μεταδίδει το BBC, δεν αποκλείουν περαιτέρω αύξηση εάν η ένταση κλιμακωθεί.

Η διεθνής κοινότητα παρακολουθεί στενά την κατάσταση, ενώ για ακόμα μια φορά οι τρέχουσες τιμές του πετρελαίου υπογραμμίζουν την αβεβαιότητα στην αγορά και την ανάγκη για στενή παρακολούθηση των εξελίξεων στη Μέση Ανατολή, την περιοχή που αποτελεί την «καρδιά» της παγκόσμιας αγοράς ενέργειας.

Η αύξηση στις τιμές του πετρελαίου μετακυλίεται σχεδόν άμεσα στις τιμές των καυσίμων, ενώ επηρεάζει και το κόστος παραγωγής σε αγροτικά προϊόντα και βιομηχανία. Όπως εξηγεί ο οικονομολόγος David Oxley της Capital Economics, «κάθε άνοδος κατά 10 δολάρια στο πετρέλαιο μεταφράζεται σε περίπου 7 πένες (περίπου 8 λεπτά του ευρώ) παραπάνω στην αντλία».

Ωστόσο, ο Oxley τονίζει ότι δεν πρόκειται μόνο για το πετρέλαιο. Η έκρηξη των τιμών του φυσικού αερίου, που προκλήθηκε το 2022, είχε εξίσου σημαντικές επιπτώσεις, ειδικά στις χώρες που εξαρτώνται ενεργειακά από αυτό.

Αν και οι τιμές του αερίου έχουν αρχίσει να ανεβαίνουν ξανά μετά τις τελευταίες εξελίξεις, οι επιπτώσεις στους καταναλωτές ενδέχεται να καθυστερήσουν λόγω της ρυθμιστικής παρέμβασης στις αγορές.

Η επάρκεια των αποθεμάτων

Περαιτέρω, οι φόβοι εντείνονται και για πιθανές διαταραχές της προσφοράς, καθώς εκτιμάται ότι η σύγκρουση αναμένεται να επηρεάσει σοβαρά την παγκόσμια προσφορά πετρελαίου.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του OPEC, η ημερήσια παραγωγή του Ιράν τον Απρίλιο ήταν 3,305 εκατ. βαρέλια.

Η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας (IEA) διαβεβαίωσε ότι η αγορά είναι επαρκώς εφοδιασμένη με 1,2 δισ. βαρέλια αποθεμάτων ασφαλείας, παρακολουθώντας στενά τις εξελίξεις και προετοιμασμένη για ενδεχόμενη παρέμβαση αν χρειαστεί.

Το στρατηγικό Στενό του Χορμούζ 

Η μεγάλη ανησυχία επικεντρώνεται στα Στενά του Ορμούζ, από όπου διέρχεται περίπου το 20% της παγκόσμιας παραγωγής πετρελαίου. Αν υπάρξει διακοπή της ναυσιπλοΐας σε αυτό το κρίσιμο σημείο, οι επιπτώσεις στις αγορές θα είναι σημαντικές, καθώς το στενό είναι ένας από τους πιο κρίσιμους θαλάσσιους διαδρόμους για τις εξαγωγές πετρελαίου.

Πρόκειται για ένα κρίσιμο πέρασμα, στο οποίο πέρα από τη μεταφορά του 20% της παγκόσμιας ημερήσιας κατανάλωσης πετρελαίου, από εκεί διέρχεται και το 20% του υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG).

Η απειλή του Ιράν να κλείσει το στενό ως αντίποινα έχει προκαλέσει έντονες ανησυχίες για διαταραχή της εφοδιαστικής αλυσίδας, αν και οι αναλυτές εκτιμούν ότι μια πλήρης διακοπή είναι απίθανη λόγω της ισχυρής ναυτικής παρουσίας των ΗΠΑ στην περιοχή.

Ειδικότερα, η αναλύτρια Ellen Wald εκτίμησε ότι το Ιράν δε θα προσπαθήσει να κλείσει το Στενό, καθώς αυτό θα προκαλούσε διεθνείς αντιδράσεις.

Οι μακροοικονομικές επιπτώσεις

Η ανοδική πορεία των τιμών του πετρελαίου, όμως, δεν αποτελεί μόνο πρόβλημα των αγορών ενέργειας. Μεταφράζεται σε άμεση αύξηση του κόστους παραγωγής, μεταφορών και τελικά καταναλωτικών αγαθών, αναστρέφοντας τις θετικές εξελίξεις που είχαν σημειωθεί στο μέτωπο του πληθωρισμού τον τελευταίο χρόνο.

Η απότομη κλιμάκωση της σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή έρχεται σε μια στιγμή όπου οι κεντρικές τράπεζες βρίσκονται ήδη σε δίλημμα: πώς να διαχειριστούν πληθωριστικές πιέσεις εν μέσω οικονομικής αβεβαιότητας και πιθανού φρεναρίσματος στην ανάπτυξη.

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η Fed αναγκάζονται να επανεξετάσουν τα σχέδια χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής, ενώ χώρες με υψηλό δημόσιο χρέος, βλέπουν το κόστος δανεισμού να παραμένει στα ύψη.