«Δεν έχω καμία αρμοδιότητα ούτε για ελέγχους ζώων ούτε για επιδοτήσεις, δεν έχω ιδέα τι σημαίνει εθνικό απόθεμα, δεν έχω βάλει ποτέ κανέναν άνθρωπο, είτε πολιτικό στέλεχος είτε παράγοντα στον ΟΠΕΚΕΠΕ, να τον ρωτήσω έστω ακόμα και για υπηρεσιακά θέματα διότι δεν ξέρω να ξεχωρίζω το αρσενικό πρόβατο από το θηλυκό. Δεν έχω βιωματική εμπειρία διότι δεν κατάγομαι από κτηνοτροφική οικογένεια».
Αυτό δήλωσε η αντιπεριφερειάρχης Περιφερειακής Ενότητας Ρεθύμνης, Μαρία Λιονή, καταθέτοντας στην Εξεταστική Επιτροπή που διερευνά την υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ, τονίζοντας παράλληλα πως, «ότι γνωρίζω είναι όλα όσα έχουν γίνει γνωστά μέσα από δημοσιεύματα».
Απαντώντας στον εισηγητή της ΝΔ, Μακάριο Λαζαρίδη, η κυρία Λιονή ανέφερε ότι η Περιφερειακή Ενότητα Ρεθύμνου δεν είχε ποτέ και δεν έχει καμία θεσμική αρμοδιότητα για καταγραφή ζώων ούτε για ελέγχους για αύξηση ζώων και οι κτηνιατρικές υπηρεσίες των Περιφερειών έχουν δια νόμου την ευθύνη μόνο για υγειονομικούς ελέγχους.
«Έχουμε υποχρέωση να κάνουμε στο 3% δειγματοληπτικούς ελέγχους για ζωονόσους. Ο ΟΠΕΚΕΠΕ έχει την ευθύνη για κάθε είδους ελέγχων και αυτό αναφέρεται και στον ιδρυτικό του νόμο», ανέφερε.
Σε άλλη ερώτηση του κ. Λαζαρίδη, η κυρία Λιόνη έκανε λόγο για «ελλιπείς διασταυρωτικούς ελέγχους», υποστηρίζοντας ότι «την αύξηση των ζώων θα έπρεπε να τη δουν από το υπουργείο και τον ΟΠΕΚΕΠΕ γιατί έχουν τις κτηνιατρικές βάσεις δεδομένων».
«Εκ των υστέρων είδα στον Τύπο την τεράστια αύξηση ζώων που έγινε στο Ρέθυμνο. Το υπουργείο έβλεπε το πρόβλημα και έπρεπε να πάρει μέτρα... Όταν το σύστημα είναι διάτρητο το εκμεταλλεύονται επιτήδειοι και από ένα σημείο και έπειτα επέτρεψε η Πολιτεία να παίρνουν επιδοτήσεις και ετεροεπαγγελματίες», σημείωσε.
Σε ερώτηση της εισηγήτριας του ΠΑΣΟΚ, Ευαγγελίας Λιακούλη, η αντιπεριφερειάρχης Ρεθύμνης, ανέφερε ότι ο πρώην αντιπεριφερειάρχης του Πρωτογενούς Τομέα στην Περιφέρεια Κρήτης, Μανώλης Χνάρης, μαζί με την διευθύντρια της κτηνιατρικής υπηρεσίας, έθεσαν τον προβληματισμό τους για το φαινόμενο της τεράστιας αύξησης των ζώων που παρατηρήθηκε στην περιοχή και αποφασίστηκε υπηρεσιακά να μπει κόφτης στα ζώα.
«Προτείνανε υπηρεσιακοί παράγοντες να μπει κόφτης στα ζώα. Παράτυπα έγινε αλλά ήταν ανάγκη να πάρουμε ένα έκτακτο μέτρο. Μπήκε για κάποιο διάστημα, κάποιους μήνες, αλλά σταμάτησε γιατί υπήρξαν αντιδράσεις κυρίως από ΚΥΔ, με το επιχείρημα ότι δεν το λέει ο νόμος...», είπε και προσέθεσε:
«Το υπουργείο και ο ΟΠΕΚΕΠΕ ήξεραν, έβλεπαν τι έμπαινε κάθε μέρα. Η Περιφέρεια απευθύνθηκε υπηρεσιακά στο υπουργείο και στον ΟΠΕΚΕΠΕ, που ήταν αρμόδιοι να πάρουν μέτρα, αλλά καμία οδηγία δεν δόθηκε για το τι έπρεπε να γίνει».
Η κυρία Λιονή επέμεινε, απαντώντας σε όλες τις σχετικές ερωτήσεις βουλευτών που τις έγιναν, ότι «ούτε ο έλεγχος ούτε οι καταμετρήσεις ήταν στην αρμοδιότητα της κτηνιατρικής υπηρεσίας της Περιφέρειας» και ότι «ο ΟΠΕΚΕΠΕ που είχε την αρμοδιότητα έπρεπε να το κάνει».
«Οι κτηνιατρικές υπηρεσίες της Περιφέρειας, δεν είχαν την θεσμική θωράκιση για να έχουν πάρει είδηση ότι αυξάνεται ο αριθμός των ζώων ή να πουν ”όχι, δεν στο περνάω”», είπε ενώ επισήμανε ότι «τα ΚΥΔ δεν παίξανε καλό ρόλο σε όλη αυτή την υπόθεση».
«Κανένας κτηνοτρόφος και κανένας βοσκός πάνω στον Ψηλορείτη, δεν ξύπνησε ένα πρωί να αρχίσει να φτιάχνει φακέλους και να αρχίσει να γράφει, δεν ξέρω τι να γράφει, και να τα πηγαίνει σε υπηρεσίες. Στο θέμα των επιδοτήσεων μέσω του ΟΠΕΚΕΠΕ, οι Περιφέρειες δεν έχουν καμία σχέση, ούτε πως μοιραζόταν το εθνικό απόθεμα ή κατανέμονταν οι βοσκότοποι και ποιος έπαιρνε τι και από πού, ιδέα δεν είχε κανένας στην Περιφέρεια. Το μόνο που έκανε η Περιφέρεια ήταν να καταγράφει, κατά δήλωση του κτηνοτρόφου ή του ΚΥΔ ή του λογιστή του κτηνοτρόφου, τον φάκελο... να καταγράφει τον αριθμό των ζώων χωρίς να έχει την δυνατότητα στην ουσία να ελέγχει και να τα καταμετρά. Είχε υποχρέωση ένα 3% η κτηνιατρική υπηρεσία να κάνει έλεγχο σε ό,τι αφορά τις ζωονόσους στα δηλωθέντα ζώα», κατέθεσε η μάρτυρας.
Όπως είπε, «από το 2011 μέχρι και σήμερα ακόμα και τυπικά να είχε την αρμοδιότητα, -που δεν την είχε, την είχε ο ΟΠΕΚΕΠΕ- δεν θα μπορούσε να κάνει τον έλεγχο γιατί η υπηρεσία είναι αποδεκατισμένη από στελεχιακό προσωπικό».
