Πώς να ρυθμίσετε τα χρέη στην εφορία - Αναλυτικές οδηγίες και παραδείγματα

Πώς να ρυθμίσετε τα χρέη στην εφορία - Αναλυτικές οδηγίες και παραδείγματα

Τη δυνατότητα ενταχθούν στη νέα πάγια ρύθμιση μόνο δύο (για τα ίδια χρέη) έχουν οι οφειλέτες του δημοσίου όπως προκύπτει από την εγκύκλιο που εξέδωσε η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων. Όπως προκύπτει από την διευκρινιστική εγκύκλιο η ρύθμιση θα είναι ακριβότερη για όσους επιλέξουν περισσότερες από 12 δόσεις και συγκεκριμένα το επιτόκιο θα φθάνει το 6,82% για τις 24 δόσεις, ενώ για τις 12 δόσεις 5,32%.

Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να εισέλθουν στην εφαρμογή με τους κωδικούς του taxis και να μεταβούν στην εφαρμογή των ρυθμίσεων.

Συγκεκριμένα θα «ανοίξουν» την εφαρμογή «αίτηση πάγιας ρύθμισης οφειλών ν.4152/2013 όπως τροποποιήθηκε με το ν. 4646/2019». Όταν ο ενδιαφερόμενος εισέλθει στην εφαρμογή θα πρέπει ανάλογα με το είδος της οφειλής να διαλέξει τη ρύθμιση των 24 δόσεων (τακτικές οφειλές όπως φόρος εισοδήματος)  ή των 48 δόσεων (φόρος κληρονομιάς).

Εφόσον επιλέξει για παράδειγμα τη ρύθμιση έως 24 δόσεις και προέρχεται από μετάπτωση δηλαδή μεταφέρεται από την υφιστάμενη πάγια ρύθμιση των 12 δόσεων στη νέα ρύθμιση θα εμφανισθούν δύο επιλογές.

Ο ενδιαφερόμενος θα επιλέξει τον αριθμό των δόσεων και θα συνεχίσει στην επόμενη σελίδα όπου πρέπει να συμπληρώσει τον IBAN καθώς και να «κλικάρει» ότι δεν έχει έχει καταδικαστεί σε πρώτο βαθμό. Τέλος θα πρέπει να προχωρήσει στην υποβολή της δήλωσης . 

Όλα όσα πρέπει να ξέρουν οι οφειλέτες 

Οφειλές που υπάγονται στη ρύθμιση

Στη ρύθμιση υπάγεται υποχρεωτικά το σύνολο των βεβαιωμένων και ληξιπρόθεσμων οφειλών στις Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικά Κέντρα και Τελωνεία, που κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης δεν έχουν τακτοποιηθεί κατά νόμιμο τρόπο με αναστολή πληρωμής από οποιαδήποτε αιτία ή άλλη ρύθμιση τμηματικής καταβολής βάσει νόμου ή δικαστικής απόφασης 

Μετά από επιλογή του οφειλέτη μπορούν να ενταχθούν:

- βεβαιωμένες αλλά μη ληξιπρόθεσμες οφειλές ή δόσεις οφειλών

- βεβαιωμένες αλλά ληξιπρόθεσμες οφειλές που τελούν σε αναστολή πληρωμής.

- οφειλές, οι οποίες μετά την 1/11/2019 και μέχρι και τις 25/02/2020 έχουν υπαχθεί στη ρύθμιση των 12 δόσεων: μπορούν από τις 26/2/2020, κατόπιν αίτησης του οφειλέτη, να υπαχθούν για το υπόλοιπο αυτών στη νέα ρύθμιση με τις 24-48 δόσεις. Στην περίπτωση αυτή θεωρείται ότι οι οφειλές υπήχθησαν στη ρύθμιση για πρώτη φορά.

- οφειλές, οι οποίες κατά την 1/11/2019 δεν τελούσαν σε ρύθμιση αλλά είχαν υπαχθεί προγενέστερα σε δόσεις, ή υπήχθησαν σε ρύθμιση μετά την 1/11/2019 και μέχρι τις 26/2/2020 αλλά απωλέσθηκε μπορούν να υπαχθούν στην νέα ρύθμιση. Στην περίπτωση αυτή η ρύθμιση θεωρείται δεύτερη.

Δεν υπάγονται στη ρύθμιση

- Οφειλές που έχουν ήδη υπαχθεί σε οποιαδήποτε νομοθετική ρύθμιση, η οποία κατά την 1.11.2019 ήταν σε ισχύ, δεν υπάγονται στη παρούσα ρύθμιση.

-Οφειλέτες που έχουν καταδικαστεί για εγκλήματα φοροδιαφυγής ακόμα και σε πρώτο βαθμό.

Υποβολή αίτησης - Καταβολή δόσεων

- Η ρύθμιση δύναται να χορηγηθεί μέχρι δύο φορές ανά οφειλέτη και για τις οφειλές για τις οποίες έχει ευθύνη καταβολής.

- Η αίτηση για υπαγωγή στη ρύθμιση υποβάλλεται από τις 26/02/2020 ηλεκτρονικά, μέσω διαδικτυακής εφαρμογής.

Μεταβατικά και για όσο διάστημα υφίσταται αδυναμία διαδικτυακής υποστήριξης, η αίτηση υποβάλλεται στη Δ.Ο.Υ. η Τελωνείο η άλλη Υπηρεσία της Α.Α.Δ.Ε., ο Προϊστάμενος της οποίας είναι αρμόδιος για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής.

Κατ' εξαίρεση, όταν η αίτηση δεν υποβάλλεται από τον πρωτοφειλέτη, η υποβολή της διενεργείται μόνο στην αρμόδια Υπηρεσία.

- Η καταβολή της πρώτης δόσης της ρύθμισης πραγματοποιείται εντός τριών εργάσιμων ημερών από την ημέρα υποβολής της αίτησης. Οι επόμενες δόσεις καταβάλλονται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών της αίτησης.Εφόσον δεν έχει εξοφληθεί η πρώτη δόση εντός της ανωτέρω αποκλειστικής προθεσμίας, ο αιτών πρέπει να υποβάλει νέα αίτηση προκειμένου να ρυθμίσει τις οφειλές του.

Προϋποθέσεις υπαγωγής στη ρύθμιση

- Οι οφειλέτες πρέπει να έχουν υποβάλει τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και τις δηλώσεις του φόρου προστιθέμενης αξίας της τελευταίας πενταετίας.

- Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του αιτούντος οι οποίες δεν υπάγονται στη ρύθμιση της παρούσας πρέπει να έχουν εξοφληθεί ή τακτοποιηθεί κατά νόμιμο τρόπο (με άλλη ρύθμιση ή αναστολή πληρωμής).

- Για συνολικές βασικές οφειλές που υπερβαίνουν το ποσό των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ πρέπει να προσκομίζονται στοιχεία από τα οποία προκύπτει η πρόσκαιρη οικονομική αδυναμία και η δυνατότητα τήρησης των όρων της ρύθμισης, με υπογραφή για τον έλεγχο και την πιστοποίηση αυτών από ανεξάρτητο εκτιμητή(ορκωτοί ελεγκτές - λογιστές, λογιστές φοροτεχνικοί και κατέχοντες άδεια ασκήσεως δικηγορικού λειτουργήματος). Για συνολικές βασικές οφειλές που υπερβαίνουν το ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ, πέραν της τήρησης των οριζόμενων στο προηγούμενο εδάφιο προϋποθέσεων απαιτείται η πρόσθετη παροχή εγγύησης ή διασφάλισης ή εμπράγματης ασφάλειας για το σύνολο αυτών. Ανεξάρτητος εκτιμητής θα προσδιορίσει την αξία της προσφερόμενης διασφάλισης.

- Με την υποβολή της αίτησης, ο οφειλέτης πρέπει να δηλώσει με υπεύθυνη δήλωση το σύνολο των περιουσιακών του στοιχείων (κινητή και ακίνητη περιουσία οποιασδήποτε μορφής), όπως το μηνιαίο εισόδημά του, επενδύσεις/συμμετοχές κάθε μορφής, τους αριθμούς των τραπεζικών του λογαριασμών (IBAN), μεταφορικά μέσα, τα ακίνητα επί των οποίων έχει εμπράγματο δικαίωμα, απαιτήσεις από τρίτους, καθώς και πληροφορίες που θα περιλαμβάνουν οφειλές του σε ασφαλιστικά ταμεία ή άλλες υπηρεσίες του δημοσίου τομέα και άλλες πάγιες υποχρεώσεις προς τρίτους, εφόσον υφίστανται, το τρέχον και το αναμενόμενο εισόδημά του (πχ εκτίμηση για τυχόν έσοδα από μελλοντική εκμίσθωση ακινήτου, εμπορική συμφωνία κλπ).

Αποτελέσματα για τον οφειλέτη

- Για την υπαγωγή στη ρύθμιση των οφειλών που ρυθμίζονται σε έως είκοσι τέσσερις  δόσεις θα πρέπει να αποδεικνύεται η βιωσιμότητα του διακανονισμού.

- Ο αριθμός των δόσεων της ρύθμισης για τις οφειλές που ρυθμίζονται σε έως 48 δόσεις καθορίζεται με βάση την ικανότητα αποπληρωμής του οφειλέτη, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης. Στην περίπτωση αυτή υπάγονται και οι οφειλές που προκύπτουν από διοικητικό προσδιορισμό φόρου με βάση όχι στοιχεία που περιέχονται σε φορολογική δήλωση αλλά στοιχεία που έχει στη διάθεση της η Φορολογική Διοίκηση από άλλες πηγές. 

Παράδειγμα για έκτακτες οφειλές που μπορούν να ρυθμισθούν σε 48 δόσεις Ειδικότερα:

1. Έστω ότι φορολογούμενος χωρίς παιδιά με ρυθμιζόμενη οφειλή 25.000 και με εισόδημα φορολογικού έτους 2016=20.000, φορολογικού έτους 2017=50.000, φορολογικού έτους 2018= 70.000. Ο μέσος όρος του εισοδήματος είναι 46.666,66. Οπότε ο αριθμός δόσεων θα καθοριστεί με βάση το εισόδημα του τελευταίου φορολογικού έτους πριν την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση, που είναι μεγαλύτερο του μέσου όρου, δηλαδή εισόδημα 70.000. Το ποσό αυτό πολλαπλασιάζεται τμηματικά με τον προοδευτικά κλιμακωτό συντελεστή και μας δίνει ως ετήσιο διαθέσιμο εισόδημα για την αποπληρωμή της ρύθμισης, ποσό 7.200 ευρώ. Αναγόμενο σε μηνιαία βάση, μας δίνει μηνιαία ικανότητα αποπληρωμής 600 ευρώ. Η ρυθμιζόμενη οφειλή διαιρείται με την μηνιαία ικανότητα αποπληρωμής και το ακέραιο μέρος του πηλίκου μας δίνει το πλήθος των δόσεων. Δηλαδή 25.000 / 600 = 41,66. Οπότε χορηγείται ρύθμιση 41 δόσεων.

2. Έστω ότι φορολογούμενος χωρίς παιδιά με ρυθμιζόμενη οφειλή ποσού 14.000 ευρώ με εισόδημα φορολογικού έτους 2016=70.000, φορολογικού έτους 2017=60.000, φορολογικού έτους 2018= 50.000, στον οποίο έχει ήδη χορηγηθεί ρύθμιση 48 δόσεων και για την οποία έχει ήδη καταβάλλει τις 12 δόσεις. Ο μέρος όρος του εισοδήματος είναι 60.000. Το ποσό αυτό πολλαπλασιάζεται τμηματικά με τον προοδευτικά κλιμακωτό συντελεστή και μας δίνει ως ετήσιο διαθέσιμο εισόδημα για την αποπληρωμή της ρύθμισης, ποσό 5.700 ευρώ. Αναγόμενο σε μηνιαία βάση, μας δίνει μηνιαία ικανότητα αποπληρωμής 475 ευρώ. Η ρυθμιζόμενη οφειλή διαιρείται με την μηνιαία ικανότητα αποπληρωμής και το ακέραιο μέρος του πηλίκου μας αντιστοιχεί στον αρχικό υπολογισμό του πλήθους των δόσεων. Δηλαδή 14.000 / 475 = 29,47. Οπότε αρχικά υπολογίζεται ρύθμιση 29 δόσεων.

Στη συνέχεια, δεδομένου ότι από την προηγούμενη ρύθμιση εκκρεμεί η καταβολή 36 δόσεων ποσού 200 ευρώ μηνιαίως (συνολικά ποσό 36 x 200 € = 7.200 ευρώ) διαπιστώνεται ότι συμπίπτουν 29 δόσεις, δηλαδή ότι για τους 29 επόμενους μήνες ο φορολογούμενος οφείλει να καταβάλλει δόσεις δύο διακριτών ρυθμίσεων. Κατ' επέκταση, για τον καθορισμό της ικανότητας αποπληρωμής θα προστεθεί (πλασματικά) στο ρυθμιζόμενο ποσό (14.000) το γινόμενο του αριθμού των δόσεων που συμπίπτουν και του ποσού της μηνιαίας δόσης της προηγούμενης ρύθμισης (29 x 200 = 5800) και θα προκύψει συνολικά (πλασματικά) ποσό 14000 + 5800=19800, το οποίο θα διαιρεθεί με τη μηνιαία ικανότητα αποπληρωμής 19800/475 = 41 δόσεις. Οπότε χορηγείται ρύθμιση 41 δόσεων.

- Σε περίπτωση που υφίστανται οφειλές που μπορούν να ρυθμίζονται, άλλες έως 24 και άλλες έως σαράντα οκτώ 48 μηνιαίες δόσεις, αυτές ρυθμίζονται ταυτόχρονα.

- Το ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης ορίζεται σε τριάντα (30) ευρώ.

- Ο αριθμός των δόσεων που καθορίζεται από τη Φορολογική Διοίκηση για οφειλές που ρυθμίζονται σε έως 48 μηνιαίες δόσεις δεν μπορεί να είναι μικρότερος των 24, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης,  των τριάντα ευρώ. Ο οφειλέτης, όμως, μπορεί να επιλέξει την αποπληρωμή σε λιγότερες των είκοσι τεσσάρων  μηνιαίων δόσεων.

- Για την υπαγωγή φυσικού προσώπου στη ρύθμιση στην υπεύθυνη δήλωση που υποβάλλεται δηλώνεται ότι το εισόδημα των ετών που λαμβάνονται υπόψιν για την ικανότητα αποπληρωμής έχει προσδιοριστεί αποκλειστικά με βάση τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος. Αντίστοιχα, για την υπαγωγή νομικού προσώπου στη ρύθμιση δηλώνεται ότι, τα ακαθάριστα έσοδα των ετών που λαμβάνονται υπόψιν για την ικανότητα αποπληρωμής έχει προσδιοριστεί αποκλειστικά με βάση τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος.

Δικαιώματα του Δημοσίου

Και μετά την υπαγωγή στη ρύθμιση το Δημόσιο διατηρεί το δικαίωμα:

- να επιβάλλει κατασχέσεις και να εγγράφει υποθήκες σε περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, των συνυπόχρεων προσώπων η των εγγυητών, εφόσον η οφειλή δεν είναι ασφαλισμένη

- να μη χορηγεί αποδεικτικό ενημερότητας, εφόσον δεν διασφαλίζονται τα συμφέροντά του, η να ορίζει ποσοστό παρακράτησης