Ντόναλντ Τραμπ: Η ώρα της απαγγελίας ενός ιστορικού κατηγορητηρίου
AP Photo
AP Photo

Ντόναλντ Τραμπ: Η ώρα της απαγγελίας ενός ιστορικού κατηγορητηρίου

Ενώπιον του ίδιου ομοσπονδιακού δικαστηρίου της Ουάσινγκτον, όπου περισσότεροι από 1.000 εκ των υποστηρικτών του έχουν κληθεί να λογοδοτήσουν για την εισβολή στο Καπιτώλιο, παρουσιάστηκε ο Ντόναλντ Τραμπ και η νομική του ομάδα για την επίσημη απαγγελία κατηγοριών εις βάρος του αναφορικά με συνωμοσία προς ανατροπή της εκλογικής έκβασης των προεδρικών εκλογών του 2020, μέσω μίας εκστρατείας ψεύδους και χειραγώγησης που εν τέλει οδήγησε στα έκτροπα της 6ης Ιανουαρίου 2021.

Έχουν περάσει μόλις 51 ημέρες από τις 13 Ιουνίου, όταν ο Τραμπ βρέθηκε για τελευταία φορά σε αίθουσα δικαστηρίου για την απαγγελία κατηγοριών στη Φλόριντα για την υπόθεση των απόρρητων εγγράφων του Μαρ-Λάγκο.

Ο επικρατέστερος υποψήφιος για το προεδρικό χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων το 2024, έφυγε από τη λέσχη γκολφ στο Μπέντμινστερ του Νιου Τζέρζι και κατευθύνθηκε προς το αεροδρόμιο περίπου τρεις ώρες πριν από την προγραμματισμένη εμφάνισή του στο δικαστήριο. Πριν λίγο προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο Ρόναλντ Ρέιγκαν  της αμερικανικής πρωτεύουσας και βρίσκεται ήδη στην δικαστική αίθουσα.

Σύμφωνα με το BBC, ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ έκανε μία ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης από το αυτοκίνητο που τον μετέφερε στο αεροδρόμιο.

Ειδικότερα, δημοσίευσε μια νέα ανάρτηση στο Truth Social, βάλλοντας κατά του Τζο Μπάιντεν και της οικογένειάς του και αποκαλώντας το δικαστήριο της Ουάσινγκτον, στο οποίο κατευθύνεται, «άδικο χώρο» με «άδικο δικαστή». «Είμαστε ένα έθνος σε παρακμή» έγραψε.

Ο Ντόναλντ Τραμπ επιστρέφει στην Ουάσινγκτον μόλις για δεύτερη φορά αφότου τερματίστηκε η θυελλώδης θητεία του στον Λευκό Οίκο· προσάγεται στο ομοσπονδιακό δικαστήριο που βρίσκεται σε τοποθεσία με άμεση θέα στα όσα εκτυλίσσονταν την 6η Ιανουαρίου και όχι μακριά από το σημείο όπου νωρίτερα την «μαύρη» εκείνη ημέρα ο ίδιος εκφωνούσε την επίμαχη, εμπρηστική ομιλία καλώντας τους υποστηρικτές του να «κατέβουν» τη Λεωφόρο Πενσιλβάνια προς το Καπιτώλιο «και να πολεμήσουν σαν διάβολοι» για τη «νίκη που τους έκλεψαν» και για να «μην μείνουν χωρίς χώρα»…

Τα μέτρα ασφαλείας τόσο ενός των κτηριακών εγκαταστάσεων του δικαστηρίου, όσο και περιμετρικά αυτού, πιθανότατα είναι τα ισχυρότερα που έχουν ληφθεί στα χρονικά σε ομοσπονδιακό δικαστήριο. Μεταλλικά οδοφράγματα έχουν στηθεί έξω από το δικαστήριο, καθώς και γύρω από το Καπιτώλιο, ενώ έχουν επίσης ενισχυθεί τα μέτρα προστασίας δικαστών, περιλαμβανομένης της Τάνια Τσέτκαν, διορισθείσας επί διακυβέρνησης Ομπάμα, στην οποία έπεσε ο κλήρος να δικάσει την υπόθεση «Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής εναντίον Ντόναλντ Τζ. Τραμπ», και έκτοτε η ίδια έχει πει πως δεν κοιμάται τα βράδια.

Ποτέ άλλοτε η ομοσπονδιακή Δικαιοσύνη δεν έχει στραφεί εναντίον πρώην προέδρου (που μάλιστα διεκδικεί την επάνοδό του) για απόπειρα διάβρωσης της Δημοκρατίας. Η ίδια η φύση του κατηγορητηρίου και το γεγονός ότι σε αντίθεση με τις προγενέστερες ποινικές διώξεις εις βάρος του ο Ντόναλντ Τραμπ απόψε θα κατηγορηθεί επίσημα για τα λόγια και του έργα του ενώ ήταν πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, καθιστούν τη συγκεκριμένη δίωξη πολύ διαφορετική και πολύ μεγαλύτερης βαρύτητας από κάθε άλλη.

O Tραμπ παρουσιάστηκε ενώπιον του δικαστηρίου για την προσαγωγή του στις 11.00 το βράδυ (ώρα Ελλάδας) μαζί με τους δικηγόρους του και συνοδευόμενους από άνδρες των μυστικών υπηρεσιών που είναι επιφορτισμένοι με την ασφάλεια πρώην προέδρων. Θα «δώσει» ηλεκτρονικά δακτυλικά αποτυπώματα, αλλά δεν θα ληφθεί φωτογραφία του ως είθισται για τους κατηγορούμενους σε ποινικές υποθέσεις, όπως είχε συμβεί και τον Ιούνιο στη Φλόριντα για τα διαβαθμισμένα έγγραφα του Μαρ-α-Λάγκο (σε αντίθεση με την πρώτη προσαγωγή τον Απρίλιο ενώπιον των Αρχών του Μανχάταν για την αλλοίωση επιχειρηματικών αρχείων με φόντο την υπόθεση Στόρμι Ντάνιελς). 

Ο ίδιος και οι συνήγοροί του ακολούθως θα παρουσιαστούν ενώπιον της δικαστή Μοξίλα Ουπαντχίγια, και αφότου ενημερωθεί για τα δικαιώματά του θα ακολουθήσει η απαγγελία του κατηγορητηρίου, με τον Τραμπ να δηλώνει αθώος για το σύνολο των κατηγοριών. Ο κατηγορούμενος είχε τη δυνατότητα της βιντεοσύνδεσης, αλλά ως φαίνεται επέλεξε να παραστεί διά ζώσης καθώς κρίνει ότι μάλλον αυτό «εξυπηρετεί» καλύτερα την εκστρατεία του για το χρίσμα, ενώ δεν αποκλείεται να δώσει στη συνέχεια μια ακόμη ομιλία είτε από το Μαρ-αλ-Λάγκο στη Φλόριντα, είτε από το γκλοφ κλαμπ που διατηρεί στο Νιου Τζέρζι (από όπου θα «πετάξει» εντός ολίγου με το ιδιωτικό του αεροσκάφος προς την Ουάσινγκτον).

Δηλώνοντας παγίως θύμα πολιτικού διωγμού, ο Ντόναλντ Τραμπ χαρακτήρισε λίγο πριν εμφανιστεί στο δικαστήριο το κατηγορητήριο ως απόδειξη της «διαφθοράς» και της «αποτυχίας» των ΗΠΑ επί προεδρίας Τζο Μπάιντεν, ενώ μέσω αναρτήσεών του στο Truth Social (πάντα στα κεφαλαία) ευχαρίστησε την κομματική του βάση λέγοντας ότι «ποτέ δεν είχε τόσο μεγάλη υποστήριξη όσο τώρα».

Βάσει απόφασης σώματος ενόρκων στην περιφέρεια της Κολούμπια, ο 45ος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, και νυν φαβορί για την κατάκτηση του ρεπουμπλικανικού χρίσματος, παραπέμπεται σε δίκη με τις κατηγορίες της συνωμοσίας για εξαπάτηση των Ηνωμένων Πολιτειών, συνωμοσίας για παρακώλυση και απόπειρα παρακώλυσης επίσημης διαδικασίας (σ.σ. η διαδικασία επικύρωσης της εκλογής του Τζο Μπάιντεν από το Κογκρέσο την 6η Ιανουαρίου 2021), καθώς και συνωμοσίας προς στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων των ψηφοφόρων και της βούλησης του εκλογικού σώματος στις κάλπες του 2020. 

Οι δικηγόροι έχουν να «πολεμήσουν» ένα λεπτομερές και «δεμένο» κατηγορητήριο 45 σελίδων που παραθέτει στοιχεία και καταθέσεις μαρτύρων (με πλέον καθοριστική αυτή του τέως αντιπροέδρου Μάικ Πενς) για έναν πρόεδρο που εν γνώσει του επέμενε να ψεύδεται για τα περί εκλογικής νοθείας και επιχείρησε να ανατρέψει την εκλογική θέληση των ψηφοφόρων εκμεταλλευόμενος την εξουσία του μέσω ενός σχεδίου εξαπάτησης και εκφοβισμού που εκδηλώθηκε σε πολλά «μέτωπα».

Δίνοντας μία πρόγευση της υπερασπιστικής γραμμής που αναμένεται να χαράξει το νομικό επιτελείο του Τραμπ, ο δικηγόρος Τζον Λάουρο έθεσε τόσο μέσα από τη συχνότητα του NBC, όσο και του CNN, ζήτημα προστασίας της ελευθερίας του λόγου στη βάση της 1ης Τροπολογίας του Συντάγματος των Ηνωμένων Πολιτειών. «Το κατηγορητήριο ποινικοποιεί την ελευθερία του λόγου», ισχυρίστηκε καθιστώντας επίσης σαφές πως οι δικηγόροι του Τραμπ θα επιχειρήσουν να εμποδίσουν μία «ταχεία δίκη», την οποία επιθυμεί ο ειδικός εισαγγελέας Τζακ Σμιθ.

To νομικό επιτελείο έχει επίσης καταστήσει σαφές ότι δεν θεωρεί ότι στην Ουάσινγκτον, πολιτεία που αμιγώς ψηφίζει Δημοκρατικούς, ο Ντόναλντ Τραμπ μπορεί να έχει μία δίκαιη δίκη. Επ’ αυτού ο Τζον Λάουρο έβαλε στο «τραπέζι» τη μεταφορά της δίκης ενδεχομένως στη Δυτική Βιρτζίνια, ενώ δήλωσε ακόμη πως θα ήταν πιο «δίκαιο» να δοθούν στον Τραμπ «χρόνια» για να προετοιμάσει την υπεράσπισή του.

Η δικαστής Τάνια Τσέτκαν, η οποία θα εκδικάσει την υπόθεση, έχει επιβάλλει το περασμένο διάστημα σκληρές ποινές σε κατηγορούμενους για την εισβολή της 6ης Ιανουαρίου. Αποτελεί «κόκκινο πανί» για τον Ντόναλντ Τραμπ και την υπερασπιστική του ομάδα ιδίως αφότου απέρριψε προγενέστερη απόπειρά του να εμποδίσει τη δημοσιοποίηση εγγράφων στην Επιτροπή της Βουλής των Αντιπροσώπων που είχε αναλάβει την έρευνα για την εισβολή στο Καπιτώλιο και το ρόλο του τέως προέδρου στη μεγαλύτερη επίθεση που δέχθηκε η αμερικανική δημοκρατία στη σύγχρονη ιστορία της.

Σχεδόν το 50% των Ρεπουμπλικανών δεν θα τον ψήφιζε αν καταδικαζόταν 


Περίπου οι μισοί Ρεπουμπλικανοί δεν θα ψήφιζαν τον Ντόναλντ Τραμπ αν καταδικαζόταν για κακούργημα, ένδειξη των σοβαρών κινδύνων που εγκυμονούν τα νομικά προβλήματα για την υποψηφιότητά του για την προεδρία των ΗΠΑ το 2024, σύμφωνα με δημοσκόπηση των Reuters/Ipsos που δημοσιοποιήθηκε την Πέμπτη.

Η διήμερη δημοσκόπηση των Reuters/Ipsos έθετε το ερώτημα εάν θα ψήφιζαν τον Τραμπ για πρόεδρο εφόσον «καταδικαζόταν για κακούργημα από τους ενόρκους». Μεταξύ των Ρεπουμπλικανών, το 45% δήλωσε ότι δεν θα τον ψήφιζε, περισσότερο από το 35% που δήλωσε ότι θα τον ψήφιζε. Οι υπόλοιποι δήλωσαν ότι δεν γνωρίζουν.

Στην ερώτηση αν θα ψήφιζαν τον Τραμπ αν «εξέτιε ποινή φυλάκισης», το 52% των Ρεπουμπλικανών απάντησε ότι δεν θα το έκανε, σε σύγκριση με το 28% που δήλωσε ότι θα το έκανε.