Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) άναψαν το «πράσινο φως» στη Βουλγαρία για να καταστεί, από την 1η Ιανουαρίου του 2026, το 21ο μέλος της Ευρωζώνης. Η υιοθέτηση του ευρώ αντανακλά τόσο την ευρωπαϊκή υπόσχεση όσο και την πολυπλοκότητα μιας βαθύτερης ευρωπαϊκής ενοποίησης για ένα έθνος που εξακολουθεί να παλεύει με οικονομικά και πολιτικά εμπόδια, ενώ ταυτόχρονα προσδοκά τα οφέλη του κοινού νομίσματος. Ωστόσο, εν μέσω χρόνιας πολιτικής αστάθειας, σχεδόν οι μισοί Βούλγαροι πολίτες αντιμετωπίζουν την προοπτική αυτή με σκεπτικισμό, που εδράζεται σε ανησυχίες για τον αντίκτυπο στο βιοτικό επίπεδο και την αγοραστική τους δύναμη, καθώς και περιορισμό εθνικής κυριαρχίας.
Η Βουλγαρία μπορεί να είναι η πιο οικονομικά αδύναμη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση με βάση το κατά κεφαλήν ΑΕΠ και την αγοραστική δύναμη, σύμφωνα με τα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Eurostat), να βρίσκεται επίσης στην κορυφή της λίστας της ΕΕ με τον υψηλότερο συντελεστή ανισότητας όσον αφορά το διαθέσιμο εισόδημα ανά κάτοικο και οι υψηλοί δείκτες διαφθοράς να κρατούν τη χώρα μακριά από τα επιθυμητά επίπεδα οικονομικής ανάπτυξης και ενίσχυσης των δημοκρατικών θεσμών, θεωρείται ωστόσο ένα επιτυχημένο παράδειγμα μετάβασης στη μεταψυχροπολεμική Ευρώπη.
Κομισιόν και ΕΚΤ αναγνωρίζουν ότι η Βουλγαρία έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο στην ευθυγράμμιση των οικονομικών πολιτικών της με τα πρότυπα της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένου του ελέγχου του πληθωρισμού και της σταθεροποίησης των δημόσιων οικονομικών.
Η Συμφωνία Σύνδεσης της Βουλγαρίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση τέθηκε σε ισχύ το 1994 και η Βουλγαρία υπέβαλε επίσημα αίτημα για πλήρη ένταξη στην ΕΕ τον Δεκέμβριο του 1995. Την 1η Ιανουαρίου 2007 η Βουλγαρία έγινε επίσημα μέλος του ευρωπαϊκού μπλοκ. Είχε προηγηθεί τρία χρόνια νωρίτερα, τον Απρίλιο του 2004, η πλήρης ένταξή της στο ΝΑΤΟ. Από την 1η Ιανουαρίου φέτος η Βουλγαρία, μαζί με τη Ρουμανία, εντάχθηκε και στη ζώνη Σένγκεν, καταργώντας τους συνοριακούς ελέγχους με τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της Ένωσης. Η απόφαση για ένταξή της και στη ζώνη του ευρώ τοποθετεί πλέον τη Βουλγαρία στον σκληρό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που, παρά τις σοβαρές αδυναμίες της χώρας, της προσφέρει αξιόλογο διπλωματικό και οικονομικό εκτόπισμα που δεν είχε όταν το 1991 έκανε τα πρώτα βήματά της στη νέα μετακομμουνιστική ιστορική περίοδο.
Η μετάβαση από το βουλγαρικό λεβ στο ευρώ την 1η Ιανουαρίου του 2026 έχει πυροδοτήσει στο εσωτερικό της χώρας μια πολύπλοκη δημόσια συζήτηση, η οποία αντανακλά από τη μία ένα μείγμα αισιοδοξίας για την οικονομική ανάπτυξη και από την άλλη βαθιά ριζωμένες ανησυχίες για την κυριαρχία, τον πληθωρισμό και την πολιτική σταθερότητα.
Δημοσκόπηση του Ευρωβαρόμετρου που δημοσιεύθηκε τον περασμένο μήνα έδειξε ότι το 50% των πολιτών είναι αντίθετο στην υιοθέτηση του ευρώ. Τον περασμένο Νοέμβριο το ποσοστό αυτό ήταν 46%, δηλαδή όσο πλησιάζουν στο χρονικό ορόσημο της 1ης Ιανουαρίου ο προβληματισμός των πολιτών για το ευρώ αυξάνεται. Σύμφωνα παράλληλα με έρευνα της εταιρείας δημοσκοπήσεων Trend Research, μόνο το 21% των κατοίκων της Βουλγαρίας υποστηρίζει την υιοθέτηση του ευρώ το επόμενο έτος, το 33% υποστηρίζει μία μεταγενέστερη μετάβαση και το 38% δηλώνει αντίθετο. Η πλειοψηφία των πολιτών υποστηρίζει επίσης την ανάγκη διεξαγωγής δημοψηφίσματος για το θέμα.
«Όταν δεν εμπιστεύεσαι τους θεσμούς στη χώρα, είναι πολύ πιο δύσκολο να κάνεις οποιαδήποτε μετάβαση, ειδικά όταν πρόκειται για την ένταξη στο ευρώ», δηλώνει στο Reuters ο Πέταρ Γκάνεφ, ανώτερος ερευνητής στο Ινστιτούτο Οικονομικών της Αγοράς της Βουλγαρίας (Bulgaria's Institute for Market Economics, ΙΜΕ).
Μέσα σε αυτό το κλίμα αμφισβήτησης από μία σημαντική μερίδα των πολιτών, η βουλγαρική κυβέρνηση και πολλοί οικονομολόγοι προσπαθούν να πείσουν τους «αρνητές» του ευρώ για τα πλεονεκτήματα που αναμένεται να επιφέρει η υιοθέτησή του. Βασικό επιχείρημα είναι η οικονομική σταθερότητα, καθώς η ένταξη στην Ευρωζώνη θα ενσωματώσει τη Βουλγαρία βαθύτερα στο οικονομικό πλαίσιο της ΕΕ. Η χώρα θα αποκτήσει μια θέση στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ, δίνοντάς της φωνή σε αποφάσεις νομισματικής πολιτικής που επηρεάζουν ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ.
Η πρόσβαση στη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ αναμένεται να μειώσει τα επιτόκια για επιχειρηματικά δάνεια, καθιστώντας τον δανεισμό φθηνότερο και τονώνοντας τις επενδύσεις, ενώ παράλληλα θα ελαχιστοποιήσει τον συναλλαγματικό κίνδυνο. Το ευρώ είναι παγκοσμίως αναγνωρισμένο σταθερό νόμισμα, το οποίο μπορεί να ενισχύσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών και να προσελκύσει άμεσες ξένες επενδύσεις, ζωτικής σημασίας για την οικονομική ανάπτυξη της Βουλγαρίας.
Οι επιχειρήσεις και οι τουρίστες δε θα αντιμετωπίζουν πλέον συναλλαγματικούς κινδύνους, όταν συναλλάσσονται με άλλες χώρες της Ευρωζώνης, απλοποιώντας το εμπόριο και ενισχύοντας τον τουρισμό. Το κοινό νόμισμα θα εξορθολογήσει τις διασυνοριακές συναλλαγές, ιδίως με την Ελλάδα, ωφελώντας τους Βούλγαρους εξαγωγείς και κυρίως την τουριστική βιομηχανία -έναν σημαντικό τομέα για την οικονομία της χώρας. Το Μπάνσκο, ένας από τους πιο δημοφιλής τουριστικούς προορισμούς της Βουλγαρίας, αναμένει εδώ και καιρό τη μετάβαση στο ευρώ, προσβλέποντας σε μία νέα εποχή.
Σε γεωπολιτικό επίπεδο, με δεδομένους τους κινδύνους για την Ανατολική Ευρώπης εξαιτίας της ρωσικής επιθετικότητας και του πολέμου στην Ουκρανία, η Σόφια επιδιώκει να ενισχύσει με κάθε τρόπο τους δεσμούς της με την ΕΕ και να γίνει μέρος της ευρωπαϊκής ενότητας και σταθερότητας. Η ένταξη στην Ευρωζώνη συμβάλλει στη στρατηγική αυτή.
Από την άλλη όμως, πολλοί Βούλγαροι φοβούνται ότι η υιοθέτηση του ευρώ θα οδηγήσει σε αυξήσεις τιμών και πληθωρισμό, όπως παρατηρήθηκε σε άλλες χώρες του πάλαι ποτέ ανατολικού μπλοκ που εντάχθηκαν στην Ευρωζώνη. Τα οικονομικά ασθενέστερα τμήματα της κοινωνίας, ιδίως στις αγροτικές περιοχές, ανησυχούν για το αυξημένο κόστος διαβίωσης και τη διάβρωση της αγοραστικής δύναμης. Η Βουλγαρία είναι το φτωχότερο μέλος της ΕΕ και τα νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα είναι ιδιαίτερα ευάλωτα σε οικονομικούς κλυδωνισμούς, γεγονός που εγείρει φόβους ότι το ευρώ θα μπορούσε να επιδεινώσει τις ανισότητες.
Εκτός από τον φόβο της εκτίναξης των τιμών, η διάχυτη δυσπιστία της κοινής γνώμης στα διαβρωμένα από τη διαφθορά θεσμικά όργανα του κράτους εντείνει τον προβληματισμό για τη μετάβαση στο ευρώ. Η Βουλγαρία έχει βιώσει παρατεταμένη πολιτική αστάθεια, με επτά εκλογικές αναμετρήσεις σε τρία χρόνια και εύθραυστες κυβερνήσεις συνασπισμού. Η εμπιστοσύνη του κοινού στην ικανότητα της κυβέρνησης να διαχειριστεί ομαλά τη μετάβαση βρίσκεται στο ναδίρ.
Παράλληλα, το βουλγαρικό λεβ, που χρησιμοποιείται από το 1881 και αποτελεί σύμβολο εθνικής υπερηφάνειας, είναι βαθιά ριζωμένο στο συλλογικό θυμικό. Ορισμένοι πολίτες και εθνικιστικές πολιτικές ομάδες θεωρούν το ευρώ ως απώλεια οικονομικής κυριαρχίας και επιβολή από την ΕΕ.
Το επιχείρημα ότι το λεβ αποτελεί βασικό στοιχείο εθνικής κυριαρχίας πέραν του ότι βρίσκει ανταπόκριση σε σημαντικό τμήμα της βουλγαρικής κοινωνίας, ανοίγει παράλληλα χώρο στην παραπληροφόρηση και τον λαϊκισμό που τροφοδοτούν τον ευρωσκεπτικισμό στη χώρα και τη ρητορική περί «ευρωαποικιοκρατίας» των ακροδεξιών κομμάτων, τα οποία διοργανώνουν διαμαρτυρίες κατά της υιοθέτησης του ευρώ. Οι καταγγελίες για ρωσική ανάμειξη στις διαμαρτυρίες είναι επίσης έντονες. «Η Βουλγαρία έχει ξεσηκωθεί και έχει δηλώσει: Ελευθερία! Επιλέγουμε το βουλγαρικό λεβ!», δήλωνε ο ακροδεξιός λαϊκιστής πολιτικός Κοσταντίν Κοσταντίνοφ, ηγέτης του κόμματος «Αναβίωση», σε πρόσφατη διαδήλωση.
Η κατάσταση αυτή όμως δεν αλλάζει τη «μεγάλη εικόνα». Μπορεί πολλοί Βούλγαροι να είναι επιφυλακτικοί για την απώλεια του λεβ, εξακολουθούν όμως να είναι σε μεγάλο βαθμό υπέρ της Ευρωπαϊκής Ένωσης αφού, σύμφωνα με το Ευρωβαρόμετρο, εμπιστεύονται τις Βρυξέλλες περισσότερο από τη δική τους κυβέρνηση και το δικό τους Κοινοβούλιο.