Μία λέξη μπορεί να συνοψίσει το πώς αισθάνονται οι Αμερικανοί για την πορεία των πραγμάτων: «Άσχημα». Η τελευταία «Έκθεση για την Παγκόσμια Ευτυχία» της Gallup δεν κομίζει ευχάριστα νέα. Η Αμερική γίνεται όλο και λιγότερο ευτυχισμένη.
Για πρώτη φορά στα 12 χρόνια που συντάσσεται η έκθεση, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν κατάφεραν να κερδίσουν μια θέση ανάμεσα στις 20 πιο ευτυχισμένες χώρες του κόσμου. Βρίσκονται στην 23η θέση -από την 15η θέση που είχαν το προηγούμενο έτος- πίσω από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Η έκθεση, η οποία επίσης για πρώτη φορά κατατάσσει τις χώρες και ανά ηλικιακή ομάδα, δείχνει ότι η κάθοδος των ΗΠΑ οφείλεται τουλάχιστον εν μέρει στο γεγονός ότι οι Αμερικανοί κάτω των 30 ετών αισθάνονται χειρότερα για τη ζωή τους. Οι ΗΠΑ εξακολουθούν να κατατάσσονται στις 10 κορυφαίες χώρες για τα άτομα 60 ετών και άνω, με βαθμολογία 7,258 στα 10. Αλλά για τους κάτω των 30 ετών, κατατάσσεται στην 62η θέση, με βαθμολογία 6,392.
Ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες έχασαν έδαφος, η Φινλανδία διατήρησε την πρωτιά της ως η πιο ευτυχισμένη χώρα στον κόσμο για έβδομη συνεχή χρονιά. Αλλά δεν ήταν πρώτη για τους κάτω των 30 ή τους άνω των 60 ετών. Η Λιθουανία και η Δανία, αντίστοιχα, κατέλαβαν αυτές τις θέσεις.
Άξια ιδιαίτερης προσοχής είναι ίσως δύο συμπεράσματα: Το πιο δυστυχισμένο δημογραφικό τμήμα της αμερικανικής κοινωνίας είναι τα άτομα κάτω των 30 ετών, και ανεξαρτήτως ηλικιακής κατηγορίας οι Αμερικανοί αισθάνονται «βαριά».
Συνολικά, οι Αμερικανοί αισθάνονται οικονομικά αδύναμοι και κουρασμένοι. Το οικονομικό άγχος είναι ένας λόγος που τόσοι πολλοί θέλουν να μετακομίσουν σε άλλη χώρα. Σε πρόσφατη δημοσκόπηση του Πανεπιστημίου Monmouth, που επικαλείται η επιθεώρηση The Hill, το ένα τρίτο των ερωτηθέντων δήλωσε ότι θα ήθελε να ζήσει σε ένα διαφορετικό κράτος -ποσοστό που πριν από 50 χρόνια ήταν μόλις 10%.
Υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που συνδιαμορφώνουν το πώς αισθάνονται οι Αμερικανοί πολίτες για τη ζωή τους, αλλά κοινή συνισταμένη είναι η ανησυχία για το πού βαδίζουν που Ηνωμένες Πολιτείες σε ένα ευρύ φάσμα θεμάτων, σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της δημοσκόπησης της Gallup. Η κατάσταση αυτή οδηγεί και στην πεποίθηση ότι οι ΗΠΑ δεν χαίρουν σεβασμού στο εξωτερικό.
Τα στοιχεία της Gallup για την «ευτυχία» (ή όχι) των Αμερικανών συμβαδίζουν με τα στοιχεία έτερης δημοσκόπηση του ίδιου ινστιτούτου, της «Διάθεσης του Έθνους» (Mood of the Nation) που διεξήχθη τον Φεβρουάριο.
Από την έρευνα προκύπτει ότι οι Αμερικανοί χάνουν την ικανοποίηση που λαμβάνουν από την προσωπική ζωή τους. Μόλις οι μισοί, το 47%, δηλώνουν ότι είναι «πολύ ικανοποιημένοι» και φαίνεται ότι η κατάσταση βαίνει προς το χειρότερο. Το ποσοστό αυτό είναι κατά τρεις μονάδες χαμηλότερο σε σχέση με πέρυσι και ξεπερνάει κατά μία μόνο μονάδα το ναδίρ που κατεγράφη το 2011, όταν οι ΗΠΑ δεν είχαν συνέλθει ακόμη από την οικονομική ύφεση του 2007-09.
Όπως αποκαλύπτει η μελέτη της Gallup για φέτος, το 31% των Αμερικανών δήλωσε ότι ήταν κάπως ικανοποιημένο, ενώ το 11% και το 9% δήλωσαν ότι ήταν κάπως δυσαρεστημένοι ή πολύ δυσαρεστημένοι αντίστοιχα.
«Όταν οι Αμερικανοί δεν μπορούν να ανταποκριθούν οικονομικά στα βασικά, όπως η τροφή, η στέγη και η υγειονομική περίθαλψη, τα επίπεδα άγχους τους φυσικά αυξάνονται», δηλώνει στο Newsweek η Κάρλα Μάρι Μάνλι, ψυχολόγος από την Καλιφόρνια. «Καθώς πολλοί Αμερικανοί λυγίζουν μπροστά στα χρέη, νιώθουν καθημερινά το βάρος της οικονομικής δυσπραγίας», αναφέρει.
Πάνω από το 20% των Αμερικανών ενηλίκων (πάνω από 50 εκατομμύρια) βιώνουν κάθε χρόνο κάποια μορφή ψυχικής νόσου, σύμφωνα με την «Εθνική Ένωση για τις Ψυχικές Ασθένειες» (NAMI) των ΗΠΑ. Ένας στους πέντε Αμερικανούς ενήλικες βιώνει άγχος, αλλά δεν πρόκειται μόνο για ενήλικες. Ένα στα έξι παιδιά ηλικίας 6 έως 17 ετών στις ΗΠΑ αντιμετωπίζουν κάποια διαταραχή ψυχικής υγείας. Η αυτοκτονία παραμένει η δεύτερη κύρια αιτία θανάτου μεταξύ όλων των παιδιών ηλικίας 10 έως 14 ετών στις ΗΠΑ και περισσότεροι από το 20% των εφήβων έχουν σκεφτεί σοβαρά το ενδεχόμενο αυτοκτονίας.
«Η Βαβέλ είναι η καλύτερη μεταφορά που έχω βρει για το τι συνέβη στην Αμερική τη δεκαετία του 2010 και για τη διασπασμένη χώρα στην οποία ζούμε τώρα. Κάτι πήγε τρομερά στραβά, πολύ ξαφνικά», γράφει ο Τζόναθαν Χάιντ, κοινωνικός ψυχολόγος στο Stern School of Business του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης στο The Atlantic. «Είμαστε αποπροσανατολισμένοι, ανίκανοι να μιλήσουμε την ίδια γλώσσα ή να αναγνωρίσουμε την ίδια αλήθεια. Είμαστε αποκομμένοι ο ένας από τον άλλον και από το παρελθόν», επισημαίνει.
Η αποξένωση μεταξύ των Αμερικανών ηταν «εκεί» στις εκλογές του 2016. Κανένα από τα δύο κόμματα -Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικανοί- δεν μπορούσε να καταλάβει το άλλο. Αλλά οι περισσότεροι δημοσιογράφοι και ειδικοί στις δημοσκοπήσεις δεν είδαν το χάσμα και έμειναν έκπληκτοι από τη δημοτικότητα του Ντόναλντ Τραμπ και τη νίκη του επί της Χίλαρι Κλίντον, γράφει στο The Hill η Τάρα Σόνσαϊν, πρώην υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ για τη δημόσια διπλωματία και τις δημόσιες υποθέσεις και ανώτερη συνεργάτης σήμερα στη Σχολή Δικαίου και Διπλωματίας Fletcher του Πανεπιστημίου Ταφτς.
Φυσικά, δεν είναι όλοι εξίσου δυσαρεστημένοι με τη ζωή τους. Η ικανοποίηση από τη ζωή αξιολογήθηκε ως η υψηλότερη μεταξύ των Αμερικανών με υψηλότερο εισόδημα (100.000 δολάρια και άνω). Οι παντρεμένοι και οι θρησκευόμενοι ενήλικες είχαν επίσης υψηλότερο ποσοστό ικανοποίησης. Η εκπαίδευση, η πολιτική ιδεολογία και η ηλικία φαίνεται να διαδραματίζουν ρόλο, καθώς οι απόφοιτοι Κολεγίου, οι Δημοκρατικοί και όσοι ήταν ηλικίας 55 ετών και άνω είχαν επίσης παρόμοια επίπεδα ικανοποίησης.