Καθοριστικό ρόλο αναμένεται να διαδραματίσουν οι γυναίκες ψηφοφόροι στις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου στις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς είναι κατά εκατομμύρια περισσότερες από τους άνδρες που έχουν εγγραφεί στους εκλογικούς καταλόγους και τείνουν να προσέρχονται στις κάλπες σε υψηλά ποσοστά, όπως το 68,4% στην αναμέτρηση του 2020. Το δικαίωμα στην άμβλωση είναι ένα από τα μείζονα ζητήματα που θα κατευθύνει την ψήφο τους προς τον Τζο Μπάιντεν ή τον Ντόναλντ Τραμπ.
Ενώ ο Τραμπ προηγείται σε πολλές δημοσκοπήσεις σε εθνικό επίπεδο, η τελευταία μέτρηση του Πανεπιστημίου Quinnipiac εμφανίζει τον Τζο Μπάιντεν να συγκεντρώνει το 58% των ψήφων των γυναικών. Η υποστήριξη των γυναικών ψηφοφόρων στον Ντόναλντ Τραμπ μειώθηκε κατά πέντε μονάδες, στο 36%. Αυτό «φέρνει» τον Μπάιντεν μπροστά από την επίδοσή του στις εκλογές του 2020, όταν έλαβε το 55% των ψήφων των γυναικών, σε σύγκριση με το 44% των γυναικών που ψήφισαν Τραμπ.
Η πολιτική στάση ωστόσο των Αμερικανίδων είναι κάθε άλλο παρά ενιαία, όμως υπάρχουν κοινά χαρακτηριστικά ανάλογα με την κατηγοριοποίησή τους με βάση κοινωνικοοικονομικά κριτήρια.
Η επιθεώρηση «The Hill» παρατηρεί ότι οι Αφροαμερικανίδες θεωρούνται από πολλούς η ραχοκοκαλιά του Δημοκρατικού Κόμματος. «Είδαμε τις μαύρες γυναίκες να πιέζουν πραγματικά το Δημοκρατικό Κόμμα να αναγνωρίσει την αξία τους ως ψηφοφόρους», δηλώνει η Κέλι Ντίτμαρ, πολιτική επιστήμονας του Πανεπιστημίου Rutgers και ερευνήτρια στο Κέντρο Αμερικανίδων και Πολιτικής της ίδιας σχολής, προσθέτοντας ότι μέρος αυτής της πίεσης οδήγησε στην επιλογή της Κάμαλα Χάρις ως αντιπροέδρου του Μπάιντεν το 2020.
Για την πλειονότητα των μαύρων γυναικών το κόστος ζωής και ο πληθωρισμός είναι μεταξύ των κορυφαίων προβλημάτων. Σύμφωνα με δημοσκόπηση που διενήργησε η HIT Strategies για λογαριασμό του Higher Heights Leadership Fund, οργάνωσης για την προώθηση της πολιτικής δύναμης των μαύρων γυναικών, το 71% δήλωσε ότι «ανησυχεί πολύ» για το κόστος ζωής, ενώ το 65% δήλωσε ότι «ανησυχεί πολύ» για την προσιτή στέγαση.
Οι μαύρες γυναίκες εξέφρασαν επίσης ανησυχία για το μέλλον των αναπαραγωγικών δικαιωμάτων τους, σύμφωνα με τη δημοσκόπηση. Πάνω από το 40% των μαύρων γυναικών δήλωσαν ότι είναι πιο πιθανό να υποστηρίξουν έναν υποψήφιο που είναι «υπέρ της αναπαραγωγικής ελευθερίας», δηλαδή υπέρ του δικαιώματος στις αμβλώσεις, κορυφαίο ζήτημα που διχάζει τους Αμερικανούς.
Περίπου 7 στις 10 ισπανόφωνες το 2020 ψήφισαν τον Τζο Μπάιντεν έναντι του Ντόναλντ Τραμπ, σε σύγκριση με περίπου 6 στους 10 Λατινοαμερικανούς άνδρες, σύμφωνα με έτερη έρευνα της CAWP Research.
Ισπανόφωνες και Ασιάτισσες Αμερικανίδες, οι οποίες αποτελούν όλο και μεγαλύτερο ποσοστό του εκλογικού σώματος, φαίνεται ότι δεν παρουσιάζουν τόσο μεγάλη συνοχή στις πολιτικές τους θέσεις συγκριτικά με την κοινότητα των Αφροαμερικανίδων. Η Κέλι Ντίτμαρ αποδίδει αυτή τη συμπεριφορά στο γεγονός της μεγάλης διασποράς όσον αφορά τις χώρες προέλευσής τους. Οι Αμερικανοί της Κούβας, για παράδειγμα, έχουν πολύ διαφορετικό πολιτικό προσανατολισμό σε σύγκριση με τους Αμερικανούς του Μεξικού.
Έρευνα της UnidosUS, που δημοσιεύθηκε στα τέλη του περασμένου έτους, διαπίστωσε ευρεία υποστήριξη για το δικαίωμα στην άμβλωση μεταξύ των ισπανόφωνων, με το 71% να δηλώνει ότι είναι κατά των προσπαθειών περιορισμού του. «Αυτές οι εκλογές είναι αξιοσημείωτες επειδή είδαμε τις Λατίνες να ενεργοποιούνται ιδιαίτερα από τον αγώνα για το δικαίωμα των γυναικών να έχουν λόγο για το σώμα τους» δηλώνει η Μαρία Τερέζα Κουμάρ, πρόεδρος και διευθύνουσα σύμβουλος της οργάνωσης Voto Latino.
Η πολιτική συμπεριφορά των Αμερικανίδων διαφοροποιείται σε ευρεία και κλίμακα και ανάλογα με την ηλικία. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον από αυτή την άποψη παρουσιάζουν οι γυναίκες ψηφοφόροι της γενιάς Z.
Έρευνα της Change Research πέρυσι έδειξε ότι σχεδόν τα δύο τρίτα των γυναικών ηλικίας 18-34 ετών ταυτίζονται με προοδευτικές ή φιλελεύθερες πολιτικές θέσεις -ενώ μόλις πάνω από το ένα τρίτο των νέων ανδρών ταυτίζονται με αυτές τις απόψεις. Οι νέοι άνδρες φαίνεται ότι στρέφονται μαζικά προς τα Δεξιά και η πολιτική τους συμπεριφορά αρχίζει να ταυτίζεται περισσότερο με εκείνη των ανδρών προηγούμενων γενεών.
Η Μελίσα Ντέκμαν, διευθύνουσα σύμβουλος της εταιρείας ερευνών PRRI, θεωρεί επίσης καθοριστικό παράγοντα στην πολιτική συμπεριφορά των νεαρών Αμερικανίδων το ζήτημα των αμβλώσεων και διαπιστώνει ότι οι νεαρές γυναίκες είναι πιο πιθανό από άλλες ομάδες να δηλώσουν ότι «θα ψηφίσουν μόνο έναν υποψήφιο που υποστηρίζει τη θέση τους για τις αμβλώσεις».
Επισημαίνει, επίσης, ότι οι γυναίκες της γενιάς Ζ είναι πιο πιθανό από οποιαδήποτε άλλη ομάδα να αυτοπροσδιορίζονται ως μέλη της LGBTQ κοινότητας και να αναζητούν υποψηφίους που υποστηρίζουν τα δικαιώματα της κοινότητάς τους. «Για τις γυναίκες της γενιάς Ζ, οι ταυτότητές τους είναι πραγματικά σημαντικές για τις σκέψεις και τις στάσεις τους σχετικά με την πολιτική και τις εκλογικές τους προτεραιότητες» δηλώνει η ίδια.
Μία σημαντική ομάδα που θεωρείται κρίσιμη για το εκλογικό αποτέλεσμα είναι εκείνη των γυναικών ψηφοφόρων των προαστίων.
Σύμφωνα με το exit poll του CBS News το 2018, το 53% των γυναικών ψηφοφόρων των προαστίων δήλωσαν ότι ψήφισαν τους Δημοκρατικούς, από 47% το 2014 και 51% το 2016. Το 2020, ο Μπάιντεν κέρδισε το 54% των ψηφοφόρων των προαστίων, σύμφωνα με το Pew Research Center.
Με τις αστικές περιοχές να τείνουν περισσότερο στους Δημοκρατικούς και τις αγροτικές περιοχές να τείνουν περισσότερο στους Ρεπουμπλικανούς, τα κόμματα μένουν να παλέψουν για εκείνους που βρίσκονται στα προάστια.
Τέλος, παρατηρείται ένα αυξανόμενο χάσμα μεταξύ ανδρών και γυναικών όσον αφορά την ανώτερη εκπαίδευση. Περισσότερες νεαρές γυναίκες σε σύγκριση με τους άνδρες, ηλικίας άνω των 25 ετών, έχουν πτυχίο ανώτερης ή ανώτατης εκπαίδευσης, σύμφωνα με τα στοιχεία της αμερικανικής απογραφής πληθυσμού του 2022.
Έρευνα της Pew Research διαπίστωσε ότι το ποσοστό ψηφοφόρων του Τραμπ μεταξύ των γυναικών χωρίς πτυχίο πανεπιστημίου αυξήθηκε μεταξύ των εκλογών του 2016 και του 2020, με τις λευκές γυναίκες που δεν έχουν πανεπιστημιακή εκπαίδευση να επιλέγουν το 2020 τον Ρεπουμπλικανό υποψήφιο σε ποσοστό 64% έναντι 35%.
Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει χλευάσει στο παρελθόν και έχει κάνει χυδαία σχόλια για τις γυναίκες. Στην αυξανόμενη δυσφορία των γυναικών απέναντι στον Τραμπ συμβάλλει και η καταδίκη του στην υπόθεση της Ε. Τζιν Κάρολ που είχε καταθέσει αγωγή σε βάρος του τέως πρόεδρου των ΗΠΑ, υποστηρίζοντας ότι αμαύρωσε το όνομά της αρνούμενος ότι την είχε κακοποιήσει σεξουαλικά πριν από τρεις δεκαετίες. Αυτές οι προσβολές, σε συνδυασμό με τις θέσεις του σε θέματα όπως οι αμβλώσεις και ο έλεγχος της οπλοκατοχής, θα μπορούσαν να δώσουν στον Μπάιντεν σημαντικό πλεονέκτημα στην προσέλκυση της υποστήριξης των γυναικών.