Η Ευρώπη αντιμετωπίζει την ασημαντότητά της στη Μέση Ανατολή
AP Newsroom
AP Newsroom
Politico

Η Ευρώπη αντιμετωπίζει την ασημαντότητά της στη Μέση Ανατολή

Η απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ να βομβαρδίσει ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις αποκάλυψε την πλήρη αδιαφορία του για τους παραδοσιακούς συμμάχους της Αμερικής πέρα από τον Ατλαντικό, οι οποίοι όλοι καλούσαν σε αυτοσυγκράτηση.

Τώρα, Ευρωπαίοι αξιωματούχοι προσπαθούν να δείξουν γενναιότητα μπροστά στην προφανή τους ασημαντότητα τόσο για τις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και για την κλιμακούμενη, δυσεπίλυτη κρίση στη Μέση Ανατολή.

Όπως αναλύει το Politico, ίσως το πιο καταδικαστικό απ’ όλα, όμως, είναι η επίμονη υποψία ότι ο Τραμπ δεν αγνόησε απλώς τους Ευρωπαίους ομολόγους του, αλλά τους χρησιμοποίησε ως τεράστιους γεωπολιτικούς αντιπερισπασμούς, ώστε να εξαπατήσει το Ιράν και να το κάνει να πιστέψει ότι δεν επίκειται επίθεση.

Για την Ευρώπη, το τίμημα αυτής της αδυναμίας είναι βαρύ. Η ΕΕ όχι μόνο στέλνει συλλογικά δισεκατομμύρια ευρώ για να χρηματοδοτήσει προγράμματα βοήθειας προς τους Παλαιστίνιους, αλλά η σύγκρουση έχει προκαλέσει έντονη πολιτική πόλωση σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες από τις επιθέσεις της Χαμάς τον Οκτώβριο του 2023 και μετά.

Οι αμερικανικές επιθέσεις στο Ιράν δείχνουν την «φθίνουσα, αν όχι περιφερειακή, επιρροή» των ευρωπαϊκών δυνάμεων στην περιοχή, σύμφωνα με τη Σανάμ Βακίλ, ειδική για τη Μέση Ανατολή στο think tank Chatham House στο Λονδίνο.

Καθώς ο Τραμπ αύξανε τη ρητορική του υπέρ των αεροπορικών επιθέσεων την περασμένη εβδομάδα, φαινόταν αναπόφευκτο ότι η Αμερική θα έμπαινε στον πόλεμο του Ισραήλ με το Ιράν μέσα σε λίγες ημέρες.

Ωστόσο, την Πέμπτη 19 Ιουνίου, ο Λευκός Οίκος εξέδωσε μια αιφνιδιαστική δήλωση του προέδρου, που άφηνε να εννοηθεί ότι διστάζει να προχωρήσει σε στρατιωτική δράση. Το κίνημα MAGA του Τραμπ ήταν διχασμένο, με ορισμένα ηγετικά στελέχη να αντιτίθενται έντονα σε έναν ακόμα αμερικανικό πόλεμο στη Μέση Ανατολή.

Η εκπρόσωπος του Τραμπ, Καρολάιν Λέβιτ, δήλωσε ότι ο ίδιος θα αποφασίσει μέσα στις επόμενες δύο εβδομάδες εάν θα προχωρήσει στρατιωτικά, καθώς ήθελε να δώσει μια πραγματική ευκαιρία στη διπλωματία.

Αυτό θεωρήθηκε ενθαρρυντική εξέλιξη από διπλωμάτες στη Γαλλία, τη Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο, χώρες που έχουν ιστορικό συνεργασίας με την Αμερική για τον περιορισμό των πυρηνικών φιλοδοξιών του Ιράν. Οι λεγόμενες χώρες της Ε3, μαζί με την ΕΕ, προγραμμάτισαν έκτακτες συνομιλίες με τον Ιρανό Υπουργό Εξωτερικών Αμπάς Αραγτσί στη Γενεύη την επόμενη μέρα. Οι συνομιλίες αυτές ξαφνικά φάνηκαν να έχουν πολύ μεγαλύτερη σημασία.

Υπήρχαν ενδείξεις ότι και οι Αμερικανοί έπαιρναν στα σοβαρά τη συνάντηση της Γενεύης, και απογοητεύτηκαν από τη φαινομενικά αδιάλλακτη στάση του Ιράν. Οι συνομιλίες ολοκληρώθηκαν χωρίς πρόοδο, αλλά η Ε3 δήλωσε ότι ήθελε να συνεχιστούν οι διαπραγματεύσεις.

Στο απόλυτο σκοτάδι

Μέσα σε λίγες ώρες, ωστόσο, η αμερικανική αεροπορική επιδρομή είχε ήδη ξεκινήσει.

Τις ημέρες που ακολούθησαν την επίθεση των βομβαρδιστικών B-2 σε τρεις ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις, Ευρωπαίοι υπουργοί παραδέχθηκαν ότι βρίσκονταν εντελώς στο σκοτάδι όσον αφορά το σχέδιο.

Ο υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας, Γιοχάν Βάντεφουλ, δήλωσε σε τηλεοπτική συνέντευξη στο ZDF το βράδυ της Κυριακής ότι ο Αμερικανός Υπουργός Εξωτερικών, Μάρκο Ρούμπιο, είχε υπάρξει «ξεκάθαρος» ότι η Αμερική δεν θα συμμετείχε στον πόλεμο. Είπε ότι πίστευε πως είχε ενημερωθεί για τον βομβαρδισμό «όπως και ο Βρετανός συνάδελφός μου, Ντέιβιντ Λάμι, εκ των υστέρων [μετά την επίθεση], όχι πριν».

Στο Λονδίνο, Βρετανοί αξιωματούχοι επέμεναν ότι είχαν λάβει «προειδοποίηση» για τη στρατιωτική ενέργεια. Παρ’ όλα αυτά, ήταν μια ταπεινωτική στιγμή για τον Βρετανό ηγέτη Κιρ Στάρμερ, ο οποίος τις προηγούμενες ημέρες και εβδομάδες καλούσε επίμονα σε αποκλιμάκωση, φτάνοντας μάλιστα στο σημείο να προβλέψει δημόσια ότι οι ΗΠΑ δεν επρόκειτο να εξαπολύσουν στρατιωτική επίθεση κατά του Ιράν.

Ο Στάρμερ έχει δώσει ιδιαίτερη έμφαση στη «ειδική σχέση» του με τον Τραμπ, προσπαθώντας να λειτουργήσει ως γέφυρα ανάμεσα στην Ουάσινγκτον και την υπόλοιπη Ευρώπη. Αλλά δεν χρειάζεσαι γέφυρα όταν το όχημά σου είναι ένα βομβαρδιστικό B-2.

Η Ιταλίδα πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι, αγαπημένο πρόσωπο του κινήματος MAGA, επίσης πιάστηκε εντελώς απροετοίμαστη από τον αμερικανικό βομβαρδισμό.

Είναι ντροπιαστικό το γεγονός ότι οι ευρωπαϊκές και βρετανικές εκκλήσεις για αποκλιμάκωση αγνοήθηκαν - και ακόμα χειρότερο ότι οι υποτιθέμενοι σύμμαχοι της Αμερικής αποκλείστηκαν από τον στρατιωτικό σχεδιασμό. Αλλά το πιο εξοργιστικό είναι η υπόνοια ότι ο Τραμπ χρησιμοποιούσε ενεργά τις διπλωματικές προσπάθειες των υποτιθέμενων «φίλων» του πέρα από τον Ατλαντικό για να παραπλανήσει το Ιράν, κάνοντάς το να νομίζει ότι μια επίθεση θα αργούσε εβδομάδες.

Σύμφωνα με εκτενές ρεπορτάζ των New York Times, η δήλωση του Τραμπ ότι θα του έπαιρνε έως και δύο εβδομάδες για να αποφασίσει αν θα επιτεθεί στο Ιράν - λόγω μιας «σημαντικής» ευκαιρίας για διπλωματία - ήταν από την αρχή μια υπολογισμένη παραπλάνηση. Περίπου στις 5 μ.μ. την Παρασκευή 20 Ιουνίου, λίγες μόλις ώρες μετά τη λήξη των συνομιλιών της Ε3 στη Γενεύη, ο Τραμπ έδωσε εντολή για απογείωση των βομβαρδιστικών, σύμφωνα με την εφημερίδα.

«Πριν από τις επιθέσεις, η Ε3 είχε σε μεγάλο βαθμό περιθωριοποιηθεί από τις πυρηνικές συνομιλίες, καθώς οι διαπραγματεύσεις κυριαρχούνταν όλο και περισσότερο από άμεσες αμερικανο-ιρανικές επαφές, με την Ευρώπη ανίκανη να προσφέρει ουσιαστικά κίνητρα ή εγγυήσεις», δήλωσε η Βακίλ από το Chatham House. Η συνάντηση της Γενεύης «ανέδειξε ακόμη περισσότερο αυτή την αδυναμία, καθώς οι ευρωπαϊκές εκκλήσεις για αυτοσυγκράτηση επισκιάστηκαν από την αποφασιστική στρατιωτική δράση των ΗΠΑ, που έγινε χωρίς καμία διαβούλευση με τους Ευρωπαίους».

Ένας Γερμανός κυβερνητικός αξιωματούχος προσπάθησε να υποβαθμίσει τη σημασία του αποκλεισμού. «Κάθε σύγκρουση έχει μια στρατιωτική και μια διπλωματική πλευρά», είπε. «Ξέρουμε ότι και οι ίδιοι οι Αμερικανοί συνεχίζουν να λαμβάνουν προφυλάξεις για να επιτύχουν μια διπλωματική έξοδο. Γι’ αυτό πιστεύω ότι οι συμφωνίες και οι κατανόησεις που επιτεύχθηκαν μεταξύ ΗΠΑ, Ε3 και άλλων για να εργαστούν προς αυτή την κατεύθυνση δεν ήταν άνευ αξίας τότε και δεν θα είναι άνευ αξίας ούτε στο μέλλον».

Όταν ρωτήθηκε για την προθεσμία των δύο εβδομάδων που είχε θέσει ο Τραμπ, ο ίδιος αξιωματούχος απάντησε: «Έχει κάτι το βιβλικό αυτό. Δύο εβδομάδες μπορεί να σημαίνουν πολλά πράγματα. Έχουμε μάθει σε άλλες περιπτώσεις ότι μπορεί να περιγράφει μια πολύ μακρά χρονική περίοδο. Τώρα ανακαλύψαμε επίσης ότι μπορεί να σημαίνει και μια πολύ σύντομη».

Την Τρίτη, ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν προσπάθησε να υποστηρίξει ότι η Ευρώπη κερδίζει: «Είμαι απολύτως ενήμερος ότι όταν πέφτουν βόμβες και εμείς δεν συμμετέχουμε στις επιθέσεις, μπορούμε να αισθανθούμε στο περιθώριο», είπε. «Αυτό είναι κάτι που ακούω μερικές φορές στα σχόλια κάποιων. Πιστεύω όμως ότι όταν αποφασίζουμε να μην συμμετέχουμε στις επιθέσεις αλλά παραμένουμε συνεπείς στη στρατηγική και μακροπρόθεσμη θέση μας, τότε κερδίζουμε».