Η επιστροφή του Ντόναλτ Τραμπ
shutterstock
shutterstock
ΗΠΑ

Η επιστροφή του Ντόναλτ Τραμπ

Η αναμενόμενη αναγγελία του Ντόναλντ Τραμπ πως θα διεκδικήσει το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων εν όψει των προεδρικών εκλογών του 2024 έγινε μέσα σε ένα κλίμα γενικευμένης κατήφειας και απογοήτευσης, λόγω των αποτελεσμάτων των ενδιάμεσων εκλογών.

Ο ίδιος ο πρώην πρόεδρος εμφανίστηκε υποτονικός και αρκετά πιο συγκρατημένος σε σχέση με τις συνήθεις ομιλίες του, ενώ και από το ακροατήριο του έλειπε ο συνήθης ενθουσιασμός, με τις κάμερες μάλιστα να συλλαμβάνουν κάποιους παριστάμενους να προσπαθούν να φύγουν πριν λήξει η εκδήλωση αλλά να αποθαρρύνονται από την ασφάλεια.

Την ίδια στιγμή, λίγα χιλιόμετρα παραπέρα, ο Κυβερνήτης Ντε Σάντις, που προβάλει ως η πιο μεγάλη εσωκομματική απειλή για τον Τραμπ, έκανε μια θριαμβευτική εμφάνιση στη συνάντηση των Ρεπουμπλικάνων Κυβερνητών.

Σε μια σαφέστατη αιχμή προς τον πρώην Πρόεδρο, τόνισε πως τα αποτελέσματα των εκλογών έδειξαν ποια πολιτική προσέγγιση λειτουργεί καλύτερα, ποια όχι και άρα τον δρόμο που πρέπει να ακολουθήσει το κόμμα τους.

Ορισμένες δημοσκοπήσεις ανάμεσα στους ψηφοφόρους των Ρεπουμπλικάνων, του δίνουν προβάδισμα εφόσον αποφασίσει να διεκδικήσει το χρίσμα. 

Οι δε ελίτ και βασικοί χρηματοδότες των Ρεπουμπλικάνων, ακούγεται ότι τον πιέζουν ασφυκτικά να το κάνει, καθώς μετά και τα αποτελέσματα των Ενδιάμεσων Εκλογών, την τρίτη στη σειρά απογοητευτική εκλογική διαδικασία για το κόμμα επί Τραμπ (μετά το 2018 και το 2020), έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα πως ο Τραμπ είναι τοξικός για τους περισσότερους Αμερικανούς, όσο δημοφιλής και να παραμένει στην εκλογική τους βάση.

Στο πρόσωπο του Ντε Σάντις βλέπουν έναν πολιτικό με παρόμοιες πολιτικές θέσεις αλλά πολύ πιο συγκροτημένο, πειθαρχημένο και εν γένει ικανό να ενθουσιάσει και να συσπειρώσει την εκλογική βάση των Ρεπουμπλικάνων, χωρίς όμως να δημιουργήσει τον ίδιο βαθμό αντίθετης συσπείρωσης του υπόλοιπου εκλογικού σώματος γύρω από τους Δημοκρατικούς.

Σε αυτό το πλαίσιο, φαίνονται αποφασισμένοι να τον στηρίξουν ακόμη και αν χρειαστεί να αποθαρρύνουν όλους τους άλλους πιθανούς υποψηφίους από την διεκδίκηση του χρίσματος, αφού κάτι τέτοιο θα διευκόλυνε τον Ντε Σάντις να συγκεντρώσει όλους αυτούς που είναι πιο επιφυλακτικοί απέναντι στον Τραμπ και θα απέτρεπε τον κατακερματισμό ψήφων που υπήρξε κατά τις προκριματικές εκλογές του 2016. Φαίνεται, λοιπόν, ότι η ώρα του Ντε Σάντις έχει έρθει.

Ωστόσο, απέχουμε δύο χρόνια από το 2024 και πάνω από ένα χρόνο από την επίσημη έναρξη των προκριματικών εκλογών των Κομμάτων για το χρίσμα και ιστορικά υπάρχουν δεκάδες παραδείγματα υποψηφίων που σε ένα αντίστοιχο χρονικό σημείο φάνταζαν πανίσχυροι και ποτέ δεν κατόρθωσαν καν να διεκδικήσουν με σοβαρές πιθανότητες το χρίσμα του κόμματος τους και πολύ περισσότερο την προεδρία.

Το πιο πρόσφατο παράδειγμα είναι αυτό του προκατόχου του Ντε Σάντις στη θέση του Κυβερνήτη της Φλόριντα, Τζεμπ Μπους που συνετρίβη στις προκριματικές εκλογές του 2016 όταν μέχρι το 2015 φάνταζε ως το φαβορί για το ρεπουμπλικανικό χρίσμα. Πολλά μπορεί να έχουν αλλάξει μέχρι την διεξαγωγή των εκλογών και ουδείς δικαιούται να υποτιμά την έκταση της δημοφιλίας του Τραμπ ανάμεσα στη μεγάλη πλειοψηφία των Ρεπουμπλικάνων ψηφοφόρων. 

Ο Ντε Σάντις είναι νέος σε ηλικία και δεν μπορεί να αποκλειστεί ακόμη και το ενδεχόμενο να μην τολμήσει να αμφισβητήσει ευθέως τον άνθρωπο που εδώ και 8 χρόνια έχει ουσιαστικά καταλάβει πλήρως το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα. Ίσως αποφασίσει να περιμένει μέχρι το 2028, όπου θα μπορεί να διεκδικήσει το χρίσμα ως φυσικός διάδοχος του Τραμπ παρά ως αντίπαλος του.

Φυσικά, κάτι τέτοιο θα εμπεριέχει μεγάλο ρίσκο αφού τότε δεν θα είναι πια εν ενεργεία Κυβερνήτης και γενικότερα τέτοιες ευκαιρίες, σαν αυτή που τώρα φαίνεται να του παρουσιάζεται, δύσκολα ένας πολύ φιλόδοξος πολιτικός (που δεδομένα είναι ο Ντε Σάντις), τις αφήνει να πάνε χαμένες.

Ωστόσο, λογικά δεν πρόκειται να ανακοινώσει την υποψηφιότητα του τόσο σύντομα μετά την επανεκλογή του και χωρίς καν να έχει αρχίσει η δεύτερη θητεία του. Εν τω μεταξύ, ο πρώην Προέδρος θα συγκεντρώνει χορηγίες, δηλώσεις υποστήριξης και έχει ήδη απειλήσει ότι θα είναι ανελέητος απέναντι στον Ντε Σάντις αν ο τελευταίος τολμήσει να στραφεί εναντίον του.

Όσο για το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, η αλήθεια είναι πως αυτή τη φορά κάτι φαίνεται να έχει αλλάξει ως προς την αποφασιστικότητα των εκπροσώπων του να αφήσουν πίσω τους τον Τραμπ και να στραφούν αλλού. Το ίδιο όμως φαινόταν μετά την αποκάλυψη των ηχογραφήσεων του Access Hollywood, μετά τα τραγικά γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου 2021 και άλλες φορές ενδιάμεσα. Στο τέλος όμως η μεγάλη αφοσίωση μιας κρίσιμης μάζας της εκλογικής βάσης των Ρεπουμπλικάνων προς τον Τραμπ οδήγησε στην συνέχιση της εσωκομματικής του κυριαρχίας.

Αν, λοιπόν η ιστορία μπορεί να μας διδάξει κάτι είναι πως το πιθανότερο σενάριο είναι μία ακόμη νίκη του Τραμπ στο εσωτερικό των Ρεπουμπλικάνων, που θα έκανε ευτυχισμένους ένα πολύ μεγάλο των ψηφοφόρων των Ρεπουμπλικάνων αλλά μάλλον και την ελίτ των Δημοκρατικών, που θα ελπίζουν βάσιμα σε μία ακόμη εκλογική νίκη κατά του Τραμπισμού το 2024.

* Ο Νικόλας Νικολαΐδης είναι Διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών ΕΚΠΑ, Δικηγόρος