Ο κόκκινος τηλευαγγελιστής Κασσελάκης

Πιστός στη στρατηγική της «αδιαμεσολάβητης επαφής ηγέτη - κοινού» ο Στ. Κασσελάκης εγκαινίασε, όπως είχε υποσχεθεί την εκπομπή «Η ώρα του προέδρου» στον κομματικό ραδιοφωνικό σταθμό «Το κόκκινο».

Έρχεται λοιπόν, ο νέος πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ να συνεχίσει τη μεγάλη παράδοση της απευθείας επικοινωνίας με τον λαό μέσω ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών συχνοτήτων που εγκαινίασε πριν πολλά χρόνια ο πρόεδρος της Ένωσης Κεντρώων κ. Λεβέντης και συνέχισαν επάξια ο πρόεδρος της Ελληνικής Λύσης κ. Βελόπουλος και ο πρόεδρος της Νίκης κ. Νατσιός. 

Προφανώς, όλοι οι προαναφερόμενοι πολιτικοί αρχηγοί, αντιλαμβανόμενοι την επιρροή που ασκούν στο ευρύ κοινό το ραδιόφωνο και η τηλεόραση, προσάρμοσαν τη λενινιστική φράση: «από όλες τις τέχνες σημαντικότερη για εμάς είναι ο κινηματογράφος» στις σημερινές συνθήκες. 

Ο Στ. Κασσελάκης, έχει ένα λόγο παραπάνω για την αξιοποίηση του ραδιοφώνου - προς το παρόν - για την αδιαμεσολάβητη επαφή του με τα μέλη, αφού ζώντας για πολλά χρόνια στις Η.Π.Α. γνωρίζει πολύ καλά την επιρροή που ασκούν στο εκεί εκλογικό σώμα οι διάφοροι Τηλευαγγελιστές, οι οποίοι αποτελούν και την αιχμή του δόρατος για την υπερ-συντηρητική δεξιά. Στο χέρι του είναι να αποδείξει αν μπορεί να αξιοποιήσει αυτή την πλούσια εμπειρία της χώρας, όπου απέκτησε καθώς λέει εργασιακή προϋπηρεσία, πράγμα που κατά τη γνώμη του, τον κάνει να ξεχωρίζει από άλλους πολιτικούς. 

Τι πρόλαβε, όμως, να πει, στην ημίωρη - λόγω ανειλημμένων υποχρεώσεων του - εκπομπή στο κομματικό ραδιόφωνο; 

Τίποτα το καινούργιο. Επέμεινε στη βασική γραμμή της στρατηγικής του, δείχνοντας παράλληλα την έξοδο στις ομάδες Αχτσιόγλου και 6 + 6. Είναι ξεκάθαρο πως δεν υπάρχει πια κανένα σημείο επαφής σε πολιτικό, ψυχολογικό και προσωπικό επίπεδο μεταξύ του ιδίου και τη φρουράς των νεοπροεδρικών από τη μία πλευρά και των αντιπολιτευόμενων στελεχών από την άλλη. Ακολουθεί πιστά το σενάριο της εκδίωξής τους από το κόμμα, μόνο που τώρα πια δεν το κρύβει καθόλου. 

Χρησιμοποίησε και πάλι την έκφραση «να γειώσουμε το κόμμα στην κοινωνία», αλλά δεν είπε λέξη για το πώς σκέφτεται να απογειώσει τα εκλογικά του ποσοστά, για να νικήσει τον Μητσοτάκη. Αρκέστηκε στη γνωστή έκθεση ιδεών περί διάδρασης με τη βάση και τα γνωστά think tank που σκέφτεται να φτιάξει, μόνο που έδειξε να τον ενδιαφέρει καθόλου το γεγονός της αποχώρησης χιλιάδων μελών και στελεχών σε διάφορες περιοχές της χώρας, για να μην αναφερθούμε καν στην νεολαία του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία μπορεί να προκαλούσε πολύ θόρυβο στο δημόσιο χώρο, παρέμεινε όμως για πάντα με ελάχιστη επιρροή στη νεολαία. 

Καταδίκασε με μισόλογα την επίθεση του Πολάκη στη Σία Αναγνωστοπούλου, αλλά λίγο μετά τον υποστήριξε. Βέβαια, σήμερα είχαμε την επίθεση της Έλενας Ακρίτα και της Αυλωνίτου στον Νάσο Ηλιόπουλο, αλλά και την καθυστερημένη κατά οκτώ ολόκληρα χρόνια ομολογία του πρώην προέδρου της Βουλής Βούτση πως ο Πολάκης ήταν με τον δραχμολάγνο Καζάκη μέχρι το 2015, όταν και προσχώρησε στον ΣΥΡΙΖΑ. Εδώ ισχύει η παροιμία: ανεμομαζώματα, διαολοσκορπίσματα. 

Αν και ο ίδιος δεν αναφέρθηκε στο θέμα των βουλευτών που εγκαταλείπουν το κόμμα, οι πιστοί του σωματοφύλακες επαναφέρουν το θέμα στον δημόσιο διάλογο, ζητώντας από τους αποχωρούντες να επιστρέψουν την έδρα τους. Αναρωτιέμαι, είχαν την ίδια απαίτηση όταν κατά το παρελθόν βουλευτές άλλων κομμάτων, όπως η Θεοδώρα Μεγαλοοικονόμου, χρυσοχόος και ποιήτρια που έγραφε ελεγείες για τον Τσίπρα, προσχώρησε στον ΣΥΡΙΖΑ εγκαταλείποντας το κόμμα του Βασίλη Λεβέντη; Αυτό μου θυμίζει την παροιμιώδη φράση: τα δικά σας, δικά μας και τα δικά μας, δικά μας. Βολικό, δεν λέω. 

Γίναμε σοφότεροι από την πρώτη αδιαμεσοβάλητη επαφή του νέου προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ με το κοινό του μέσα από τη συχνότητα του κομματικού ραδιοφώνου; Η απάντηση είναι: κατηγορηματικά όχι. Διασκεδάσαμε, όμως κι αν δεν θέλουμε να κρυφτούμε πίσω από το δάχτυλό μας, διασκεδάσαμε πολύ, βλέποντας τον να ζει σε μια άλλη πραγματικότητα, κατασκευασμένη από το επιτελείο του, το οποίο πιστεύει πως και οι υπόλοιποι, δηλαδή όλοι εμείς, μπορούμε να την ασπαστούμε ως αληθινή. Τα λάθη, όμως, πληρώνονται και μάλιστα άμα τη εμφανίσει, όπως έγραφαν τα παλιά χαρτονομίσματα.