Η Audi, που φέτος γιορτάζει 116 χρόνια από την ίδρυσή της και 60 χρόνια από την έναρξη της σύγχρονης εποχής της, έχει καταφέρει να γίνει συνώνυμη της πολυτέλειας, της μηχανολογκής αρτιότητας και της «προόδου μέσω της τεχνολογίας», όπως δηλώνει και το γνωστό μότο της: “Vorsprung durch Technik”. Και όλα ξεκίνησαν από ένα μοντέλο-σύμβολο της νέας εποχής Audi, το φημισμένο πλέον F103.
Η ιστορία της Audi ξεκινά το 1909, όταν ο August Horch, μετά τη ρήξη με την πρώτη του εταιρεία “Horch”, ιδρύει μια νέα αυτοκινητοβιομηχανία στο Τσβικάου της Γερμανίας. Καθώς δεν μπορούσε να χρησιμοποιήσει το όνομά του για νομικούς λόγους, το μετέφρασε στα λατινικά – «Horch» σημαίνει «άκου» στα γερμανικά- και έτσι γεννήθηκε η Audi. Το 1932 οι εταιρείες Audi, DKW, Horch και Wanderer ενώνονται και δημιουργούν την Auto Union AG, με σήμα τα τέσσερα αλληλοσυνδεόμενα δαχτυλίδια – το σήμα που γνωρίζουμε μέχρι σήμερα. Καθεμία από τις τέσσερις εταιρείες είχε ξεχωριστό ρόλο: η Audi για τα σπορ πολυτελή αυτοκίνητα, η DKW για τα μικρότερα οχήματα, η Horch για την υπερπολυτελή κατηγορία και η Wanderer για τα μεσαίας κατηγορίας μοντέλα.
Η σύγχρονη ιστορία της premium γερμανικής φίρμας, που γνωρίζουμε σήμερα αρχίζει το 1965. Εκείνη τη χρονιά παρουσιάστηκε το «νέο Audi» – όπως χαρακτηρίστηκε στο δελτίο Τύπου της παγκόσμιας πρεμιέρας στην IAA – από την Auto Union GmbH (πρόγονος της σημερινής AUDI AG), που αντιμετώπιζε σοβαρές οικονομικές δυσκολίες.
Δεν ήταν η πρώτη φορά στην ιστορία της που καλούνταν να ξεπεράσει εμπόδια. Η επανεκκίνηση μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε ιδιαίτερα δύσκολη με τη Γερμανία ισοπεδωμένη και τη Saxon Auto Union AG να έχει διαλυθεί. Μέσα σε αυτή τη συγκυρία, πρώην εργαζόμενοι της Auto Union ίδρυσαν στο Ίνγκολσταντ μια αποθήκη ανταλλακτικών – τον προπομπό της νέας Auto Union GmbH, που ιδρύθηκε το 1949. Η νεοσύστατη εταιρεία ξεκίνησε την παραγωγή οχημάτων, κυρίως μοτοσυκλετών και βαν με την επωνυμία DKW, τα οποία γνώρισαν εμπορική επιτυχία κατά την περίοδο της ανασυγκρότησης και της οικονομικής ανάκαμψης της Γερμανίας. Καθώς όμως, ο πληθυσμός γινόταν πιο εύπορος και η ανάγκη των ανθρώπων για αυτοκίνητα αυξάνονταν ραγδαία τα μοντέλα DKW – βασισμένα σε τεχνολογία προπολεμικής εποχής – θεωρούνταν πλέον ξεπερασμένα.
Η μακροχρόνια επιμονή στον δίχρονο κινητήρα οδήγησε σε πτωτική πορεία πωλήσεων: το DKW F102, παρά τη μοντέρνα σχεδίασή του, έμεινε στα ράφια. Η Auto Union GmbH, με έδρα το Ίνγκολσταντ, βρέθηκε αντιμέτωπη με μια νέα κρίση. Παράλληλα, η εταιρεία βίωνε σημαντικές αλλαγές στη μετοχική και λειτουργική της δομή. Η Daimler-Benz AG, η οποία είχε αποκτήσει την Auto Union το 1958, ξεκίνησε το 1964 τη σταδιακή μεταβίβαση των μετοχών της στην Volkswagenwerk AG. Η νέα διοικητική προσέγγιση και η ενίσχυση της παραγωγικής δυναμικής – μεταξύ άλλων μέσω της συναρμολόγησης 348.000 μονάδων Volkswagen 1200/1300 στο Ίνγκολσταντ την περίοδο 1965–1969 – συνέβαλαν καθοριστικά στην επιβίωση της Auto Union. Σε εκείνη τη δύσκολη φάση, το Volkswagen Beetle αποτέλεσε σανίδα σωτηρίας για το εργοστάσιο και τους εργαζόμενους στο Ίνγκολσταντ, εξασφαλίζοντας κρίσιμη παραγωγική δραστηριότητα και πολύτιμη ρευστότητα.
Καθοριστική για την πορεία της Auto Union στάθηκε μια στρατηγική απόφαση της Daimler-Benz AG στις αρχές της δεκαετίας του 1960: η παραχώρηση ενός τετράχρονου κινητήρα στη θυγατρική της εταιρεία. Παράλληλα, η Daimler έστειλε στο Ίνγκολσταντ τον μηχανικό Ludwig Kraus, ο οποίος ανέλαβε την ηγεσία του τμήματος ανάπτυξης και εισήγαγε τον νέο κινητήρα σε μαζική παραγωγή. Το αποτέλεσμα ήταν ένα μοντέλο-ορόσημο: το πρώτο Audi με τετράχρονο κινητήρα, που έμελλε να αλλάξει τη μοίρα της Auto Union.
Το «νέο Audi», γνωστό εσωτερικά ως F103 ως εξέλιξη του προηγούμενου DKW F102, κυκλοφόρησε το 1965 – 25 χρόνια μετά το τελευταίο Audi 920 που κατασκευάστηκε στο Τσβίκαου το 1940 και 55 χρόνια μετά το πρώτο Audi στην ιστορία, το Type A 10/22 PS. Η επιτυχία που γνώρισε το F103 ήταν τόσο εντυπωσιακή, που το μοντέλο εξελίχθηκε σε μια πλήρη οικογένεια οχημάτων, η οποία παρέμεινε στην παραγωγή έως το 1972. Αξίζει να σημειωθεί ότι το «Audi» εκείνη την περίοδο αναφερόταν αποκλειστικά στην ονομασία του μοντέλου, καθώς η εταιρεία συνέχιζε να λειτουργεί με την επωνυμία Auto Union GmbH. Χρειάστηκε να περάσουν δύο δεκαετίες για να ολοκληρωθεί η μετεξέλιξη: το 1985 ιδρύθηκε επίσημα η AUDI AG.
Το πρώτο Audi – ανεπίσημα γνωστό ως «Audi 72» – αποτέλεσε την απαρχή μιας νέας, δυναμικής οικογένειας. Ακολούθησαν τα Audi 60, 75, 80 και Super 90, προσφέροντας μια ευρεία γκάμα κινητήρων και εξοπλιστικών επιλογών. Το αρχικό μοντέλο παρουσιάστηκε τον Αύγουστο του 1965, ενώ από την άνοιξη του 1966 διατέθηκε και ως station wagon με την επωνυμία «Variant», αξιοποιώντας την ορολογία της Volkswagen. Τα sedan κυκλοφόρησαν σε δίθυρες και τετράθυρες εκδόσεις, ενώ οι εκδόσεις «L» προσέφεραν πλουσιότερο εξοπλισμό.
Το Audi 80 με 80 ίππους προστέθηκε το 1966 και ακολούθησε το κορυφαίο Super 90 με τελική ταχύτητα άνω των 160 km/h και ξεχωριστή εμφάνιση, χάρη στις χρωμιωμένες λεπτομέρειες στους θόλους. Το 1968 παρουσιάστηκε το Audi 60, το οποίο εξελίχθηκε στο εμπορικότερο μοντέλο της σειράς, ενώ το Audi 75 αντικατέστησε τις εκδόσεις 72 και 80 ίππων. Συνολικά, από τα 416.852 αυτοκίνητα που παρήχθησαν, περισσότερα από τα μισά ήταν Audi 60 και 60 L.
Ο τετρακύλινδρος κινητήρας 1.7 λίτρων με λόγο συμπίεσης 11,2:1 είχε χαρακτηριστεί «κινητήρας μέσης πίεσης», καθώς βρισκόταν ανάμεσα σε έναν τυπικό βενζινοκινητήρα και έναν πετρελαιοκινητήρα της εποχής. Το νέο Audi, βασισμένο στο DKW F102, επιμηκύνθηκε κατά 100 χιλιοστά και απέκτησε νέο σχεδιασμό με ορθογώνιους προβολείς και φαρδύτερη, μαύρη μάσκα.
Το χειροκίνητο κιβώτιο τεσσάρων σχέσεων με επιλογέα στην κολόνα του τιμονιού ήταν στάνταρ, ενώ τα δισκόφρενα παρέμειναν εσωτερικά της μετάδοσης, όπως και στον προκάτοχό του. Η απομάκρυνση από τον δίχρονο κινητήρα σηματοδότησε μια καθαρή τεχνολογική στροφή – μόνο τους πρώτους τρεις μήνες κατασκευάστηκαν 16.000 νέα Audi.
Κατά τη διάρκεια της επταετούς παραγωγής του, το F103 ανανεώθηκε με διακριτικές αλλά ουσιαστικές παρεμβάσεις. Το 1970, όλα τα μοντέλα απέκτησαν νέο ταμπλό, υαλοκαθαριστήρες παράλληλης κίνησης και δυνατότητα επιλογέα ταχυτήτων στην κεντρική κονσόλα (με επιπλέον κόστος). Το καλοκαίρι του ίδιου έτους, η τάπα καυσίμου μεταφέρθηκε στο πίσω δεξιό πάνελ, ενώ τα πίσω φώτα σχεδιάστηκαν ώστε να ευθυγραμμίζονται με εκείνα του Audi 100 – του πρώτου μοντέλου της επιτυχημένης σειράς C. Το F103 συνέχισε να παράγεται έως το καλοκαίρι του 1972, οπότε και παραδόθηκε η σκυτάλη στο ολοκαίνουργιο Audi 80. Το Audi 60, το πιο συμπαγές μοντέλο της οικογένειας, εξελίχθηκε στο πιο επιτυχημένο εμπορικά: από τα 416.852 οχήματα που κατασκευάστηκαν συνολικά, περισσότερα από 216.000 ήταν Audi 60 ή Audi 60 L.
Μόνα τους τα νούμερα αρκούν για να αποτυπώσουν τη σημασία του «νέου Audi»: το F103 δεν ήταν απλώς ένα επιτυχημένο μοντέλο ήταν ο καταλύτης, που επανέφερε την Auto Union στον δρόμο της προοπτικής, ενισχύοντας τη μακροπρόθεσμη ανεξαρτησία και τον τεχνολογικό χαρακτήρα της Audi εντός του Ομίλου Volkswagen.