Το ισχυρότερο «αναβολικό» του Φερνάντο Σάντος είναι οι δηλώσεις αυτοπεποίθησης

Το ισχυρότερο «αναβολικό» του Φερνάντο Σάντος είναι οι δηλώσεις αυτοπεποίθησης

Το καλύτερο «αναβολικό» για τον ποδοσφαιριστή είναι να ακούει τον προπονητή του να λέει «εγώ θα πάρω μαζί μου βαλίτσες και τσιγάρα για ένα μήνα»! Η δήλωση ξεφεύγει από τα τετριμμένα, χτυπάει κατευθείαν στο στόχο, δείχνει τεράστια εμπιστοσύνη στους ποδοσφαιριστές, στις δυνατότητες και στις ικανότητές τους και γενικότερα φτιάχνει θετικό κλίμα ενόψει του EURO. Ειδικά όταν την ακούει ο Κριστιάνο Ρονάλντο από το στόμα του Φερνάντο Σάντος έχει ακόμη μεγαλύτερη σημασία.

Ο ένας είναι έτσι κι αλλιώς γεννημένος νικητής κι έχει μάθει να παρασύρει κατά τα γούστα του τους υπόλοιπους όπου κι αν παίζει – ακόμη και στη χειρότερή του μέρα. Ναι μεν πέρασαν τα χρόνια, οι δυνατότητές του περιορίζονται μέρα τη μέρα για τόσο υψηλό και απαιτητικό επίπεδο στα 36, αλλά ο συγκεκριμένος δεν έχει φτάσει ακόμη στο σημείο να κάθεται μπροστά στη βιτρίνα και να καμαρώνει τα τρόπαια που κέρδισε. Θέλει να παραμένει ενεργός, να αισθάνεται δέκα χρόνια νεότερος, να βγάζει προπόνηση ίδια και εντονότερη σε σχέση με τους άλλους και γενικότερα να συγκεντρώνει τις κάμερες και τους προβολής όσο μπορεί, κάτω από άλλες, φυσικά, λιγότερο απαιτητικές προϋποθέσεις.

Αλλά κι ο Σάντος έχει αλλάξει εδώ και μερικά χρόνια μαζί με τη νοοτροπία του και το στάτους, σε σχέση με αυτό που μας έδειχνε όσο βρισκόταν εδώ. Επιστρέφοντας στην Πορτογαλία μετά την ελληνική του διαδρομή και αναλαμβάνοντας την Εθνική της πατρίδας του, συνάντησε μια μοναδική ποιότητα ρόστερ με την οποία ως τότε δεν φανταζόταν καν ότι θα μπορούσε να δουλέψει. Το αξιοποίησε στον υπερθετικό βαθμό, καθώς το μεγάλο του προσόν – απ' όσο λένε οι Ελληνες που δούλεψαν μαζί του – είναι ότι καταφέρνει να μπαίνει στο μυαλό του κάθε ποδοσφαιριστή ξεχωριστά, να διαβάζει τον χαρακτήρα, τις παραξενιές του, τα προτερήματα και τα ελαττώματά του, να τον πλάθει με ένα δικό του μοναδικό τρόπο και να τον κάνει χρήσιμο εργαλείο, αξιοποιώντας στο 90% με 100% τις δυνατότητές του. Γι' αυτό πήρε το μάξιμουμ σε σχέση με υλικό που διέθετε και με την Εθνική Ελλάδας και με την Πορτογαλία. Στους «16» του Παγκοσμίου Κυπέλλου στη Βραζιλία μ' εμάς και αποκλεισμό στα πέναλτι, και στην κορυφή της Ευρώπης δύο χρόνια μετά με τους συμπατριώτες του. Αν μάλιστα συνυπολογίσουμε ότι το 2016 το σήκωσε με τραυματία τον Κριστιάνο στα κρισιμότερα ματς, φτάνουμε στο συμπέρασμα ότι έφτασε σε κάτι σχεδόν «ακατόρθωτο» ή τουλάχιστον μη αναμενόμενο. Είχε βάλει ήδη τις βάσεις όσο βρισκόταν στη Αθήνα και εκτοξεύτηκε στη Λισσαβώνα, αποδεικνύοντας πώς άξιζε κάτι περισσότερο από αυτό που έδειχνε πως θα πετύχει. Αν καθίσουμε και σκεφτούμε ότι το 2004 ήταν απλά ένας επίσημος προσκεκλημένος στα διάφορα τηλεοπτικά πάνελ, όπου μαζί με τον Πάουλο Σόουζα γύριζε στα κανάλια και ανέλυε «το θαύμα της Εθνικής Ελλάδας» ψάχνοντας ουσιαστικά για δουλειά, ενώ τώρα βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος, καταλαβαίνουμε πόσο εξελίχθηκε η καριέρα του, μα και πόσο ο ίδιος αξιοποίησε τις ευκαιρίες που βρήκε μπροστά του.

Αυτή η τη στιγμή κανείς δεν ορκίζεται ότι δεν έχει τύχη σ' αυτό το παράξενο και εντελώς μπερδεμένο Ευρωπαϊκό. Μόνο που ένας προπονητής αυτή την εποχή πρέπει να έχει στο μυαλό του, να επεξεργάζεται και να προβλέπει ένα σωρό πράγματα πέρα από τα καθιερωμένα. Δεν είναι μόνο που οι αγώνες θα γίνονται σε 11 διαφορετικά σημεία τη Ευρώπης. Ενα κρούσμα Covid-19 μπορεί να αλλάξει όλο τον αγωνιστικό σχεδιασμό… Οι Πορτογάλοι πανικοβλήθηκαν τις προάλλες, όταν έμαθαν μετά το φιλικό με τους Ισπανούς ότι ο Μπουσκέτς βρέθηκε θετικός και ψάχνονταν μη τυχόν κόλλησε κάποιος δικός τους. Είναι λεπτομέρειες που έχουν μπει πια στο ποδόσφαιρο και θα παίξουν το ρόλο τους, αλλάζοντας ισορροπίες και δημιουργώντας τα απρόοπτα που θα καθορίσουν το τελικό αποτέλεσμα σε μεγάλο βαθμό…