Το μετέωρο βήμα των γκαλερί

Το μετέωρο βήμα των γκαλερί

Μετά την παρατεταμένη περίοδο της καραντίνας, οι εμπορικές αίθουσες τέχνης σηκώνουν και πάλι ρολά. Ποιο είναι το πλαίσιο στο οποίο ανοίγουν; Στο εξωτερικό, τα στοιχεία που δημοσιεύει η επιθεώρηση τέχνης «The Art Newspaper» είναι αποκαρδιωτικά: η πτώση του τζίρου αναμένεται στο 72% και το ένα τρίτο των γκαλερί σε ολόκληρο τον πλανήτη (33,9%) δεν περιμένει ότι θα επιβιώσουν της κρίσης. Οι μικρότερες επιχειρήσεις με προσωπικό έως τέσσερα άτομα απάντησαν σε ποσοστό 65% ότι θα αναστείλουν τη λειτουργία τους. Φανταστείτε, λοιπόν, τις δικές μας. Όσο δεν βρίσκεται φάρμακο για τον ιό, ο φόβος για την επιστροφή ενός πανδημικού κύματος ρίχνει βαριά τη σκιά του στις γκαλερί, καθώς ενδέχεται να κρατήσει πολλούς συλλέκτες έξω από αυτές. Υπό αυτές τις συνθήκες, ερώτημα παραμένει και η πραγματοποίηση της «Art Athina», η οποία πέρυσι στο Ζάππειο έδειξε ότι κάτι αλλάζει στην εγχώρια αγορά της τέχνης.

«Περάσαμε τα όρια του δεκαετούς οικονομικού πολέμου που είχαμε να αντιμετωπίσουμε στην Ελλάδα. Πώς θα συνεχίσουμε να λειτουργούμε τους χώρους μας; Πώς θα ταξιδεύουμε, πώς θα κάνουμε εγκαίνια, πώς θα πραγματοποιηθούν οι φουάρ με όλα αυτά τα μέτρα;» αναρωτιέται ο Αρσέν Καλφαγιάν και την ίδια στιγμή απαντά αποφασιστικά: «Πρέπει με υπομονή να τα αντιμετωπίσουμε όλα αυτά»

Συνιδιοκτήτης με τον αδελφό του Λουπέν στην γκαλερί Καλφαγιάν, οι δυο τους έχουν στήσει με κόπο -και χρήμα- το όνομα μιας επιχείρησης με διεθνή δραστηριότητα. «Ολα τα χρόνια έχουμε αναπτύξει ένα σύστημα επικοινωνίας ηλεκτρονικά με τους συλλέκτες, επιμελητές και ιδρύματα, όποτε η κρίση αυτή μας βρήκε έτοιμους. Με τον ίδιο τρόπο συνεχίζουμε να προωθούμε τους καλλιτέχνες μας. Η ηλεκτρονική πλατφόρμα του Art Basel Hong Kong ήταν ένα καλό πείραμα. Επικοινωνιακά ήταν θετικό -εμπορικά όχι, ιδιαίτερα λόγω των διεθνών συγκυριών-, αλλά σίγουρα στο μέλλον θα αναπτυχθούν και αυτοί οι τρόποι, ακόμη περισσότερο», προβλέπει ο Α. Καλφαγιάν, ο οποίος ποντάρει στο ψηφιακό μέλλον των γκαλερί.

«Στη Citronne επιλέξαμε να θεωρήσουμε την κρίση αυτή ως επίσπευση, αν όχι και ως ευκαιρία, να εντάξουμε την γκαλερί στις νέες τεχνολογίες, να συμμετάσχουμε στις νέες προκλήσεις, να εκμεταλλευτούμε τις νέες δυνατότητες», μας λέει από τη Βοστόνη, όπου βρίσκεται καθ' όλη την περίοδο του lockdown, η Τατιάνα Σπινάρη-Πολλάλη. «Σε αυτή την απόφαση βοήθησε πολύ η προετοιμασία την οποία είχαμε ήδη ξεκινήσει, πολύ πριν η πανδημία μας υποχρεώσει. Είχαμε εξ αρχής συνείδηση ότι όσο σημαντική είναι η αρτιότητα και η αισθητική ταυτότητα ενός χώρου τέχνης, εξίσου σημαντικός σήμερα είναι και ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζεται διαδικτυακά, μέσα από το site και τα social media», εξηγεί η ιστορικός της τέχνης και ιδιοκτήτρια της γκαλερί Citronne στο Κολωνάκι και τον Πόρο.

Με την ίδια αισιοδοξία είναι οπλισμένος και ο Δημήτρης Τόλης, γκαλερίστας δεύτερης γενιάς, ο οποίος τα τελευταία χρόνια κρατά με επιτυχία τα ηνία του ιστορικού «Ειρμού» στη Θεσσαλονίκη. «Οι δεσμοί που χτίστηκαν με τους καλλιτέχνες, τους συλλέκτες και το κοινό σε προσωπική βάση είναι πολύτιμες και αναντικατάστατες. Παρ' όλα αυτά, εδώ και χρόνια καλλιεργούμε σχέσεις με ανθρώπους που παρακολουθούν στενά τις δραστηριότητες μας, πολλοί εκ των οποίων δεν ζουν στην πόλη μας και αρκετοί ούτε καν στη χώρα μας. Από αυτές τις νεότερες σχέσεις και τις δυναμικές τους αντλούμε τα δεδομένα και τις ιδέες ώστε να προχωρήσουμε με σταθερά βήματα την εμπειρία της “άυλης” επαφής με τον Ειρμό».

Μπορεί λοιπόν το διαδίκτυο να γίνει «αντίδοτο» στην κρίση; «Η επισκεψιμότητα στην ιστοσελίδα μας ανέβηκε γύρω στο 40%», αποκαλύπτει ο Γιάννης Καλλιγάς. «Η προσέλκυση του κοινού μέσα από τα κανάλια κοινωνικής δικτύωσης ανέβηκε επίσης πολύ. Στην αύξηση αυτή θεωρώ ότι συνέβαλε η ενίσχυση της παρουσίας μας στα γνωστά μέσα ψηφιακής επικοινωνίας, αλλά και τα ενημερωτικά δελτία (newsletters) “Η τέχνη την εποχή του κορονοϊού” που στέλνουμε, σαν ένα ημερολόγιο των καλλιτεχνών που αποτυπώνουν τις σκέψεις τους από το δημιουργικό τους καταφύγιο. Έχουμε εμπλουτίσει το ηλεκτρονικό μας κατάστημα με μια ευρεία γκάμα ζωγραφικών έργων, γλυπτών, μεταξοτυπιών και αντικειμένων από τον χώρο του design και του κοσμήματος. Είναι αντικείμενα και έργα προσεκτικά επιλεγμένα, τα οποία έχουν φιλοτεχνήσει γνωστοί καλλιτέχνες. Μέρος των αντικειμένων αυτών φιλοξενείται και στο eshop της γκαλερί στη σελίδα του Facebook. Στόχος μας είναι να δημιουργούμε συνεχώς νέες θεματικές κατηγορίες, αλλά και στοχευμένες προτάσεις που αναφέρονται σε συγκεκριμένα οικονομικά πλαίσια και περιστάσεις. Μία πρόταση που δουλεύουμε αυτή τη στιγμή είναι και τα ζωγραφικά έργα μικρών διαστάσεων που φτάνουν μέχρι τα 1.000 €, αλλά και αντικείμενα τέχνης που η τιμή τους ξεκινά από τα 50 €», αναφέρει ο ιδιοκτήτης της γκαλερί «Σκουφά» στο Κολωνάκι.

Τα θετικά μηνύματα της εξόδου στο διαδίκτυο επισημαίνει ο Αρσέν Καλφαγιάν: «Ξεκινήσαμε ένα curated πρόγραμμα το HOMEmade στα social media της γκαλερί, με στόχο να δρα ως πλατφόρμα έκφρασης για τους καλλιτέχνες την περίοδο της καραντίνας. Έχει επιτυχία, γιατί ο κόσμος θέλει να δει κάτι καινούργιο και να αισθανθεί τους παλμούς της εποχής με τα μάτια των καλλιτεχνών».

Παρουσία στην Artsy

Το κάτι παραπάνω επιχείρησε μέσα στην περίοδο της καραντίνας η Τ. Σπινάρη-Πολλάλη: «Διαπιστώσαμε ότι οι νεότεροι ενημερώνονται σχεδόν αποκλειστικά από το διαδίκτυο και ότι πολύ συχνά η αφετηρία της αγοράς ενός έργου είναι η παρουσίασή του σε μία έγκυρη ηλεκτρονική πλατφόρμα. Με αυτή την εμπειρία, ερευνήσαμε, εργαστήκαμε και οργανώσαμε εγκαίρως τον τρόπο με τον οποίο θα επεκτείναμε και θα προβάλλαμε την γκαλερί σε αυτόν τον χώρο. Χρειαζόταν, βέβαια, να επιλέξουμε μία πλατφόρμα, έναν χώρο όπου συμμετείχαν και άλλες σημαντικές γκαλερί. Εντοπίσαμε την Artsy, ως την πλέον έγκυρη πλατφόρμα και αποφασίσαμε αυτή θα μας εξέφραζε. Έτσι, η Citronne εμφανίζεται εκεί, ήδη από τις αρχές του Απριλίου. Παρουσιάζουμε αρχειακό υλικό από τις σημαντικές μας εκθέσεις, τα έργα των καλλιτεχνών τους οποίους εκπροσωπούμε, καθώς και έργα από το depot της γκαλερί».

Ποια η απήχηση του τολμηρού εγχειρήματος; «H αναγνώριση την οποία είχε η παρουσία μας στην πλατφόρμα εντυπωσίασε ακόμη και εμάς τους ίδιους», λέει από την άλλη μεριά του Ατλαντικού η ιδιοκτήτρια της Citronne. «Ανακαλύψαμε μια τεράστια δυνατότητα επικοινωνίας με ένα ευρύ παγκόσμιο κοινό, η οποία εξασφάλισε και πωλήσεις ανέφικτες στον φυσικό χώρο της γκαλερί. Η γκαλερί επιδιώκει να επενδύσει ακόμη περισσότερο στη συγκεκριμένη πλατφόρμα, η διαδικτυακή μας δραστηριότητα να καταστεί ισότιμη με τη δραστηριότητα της γκαλερί στον φυσικό της χώρο, στην Αθήνα και τον Πόρο. Το επόμενο βήμα μας είναι να οργανώσουμε στην πλατφόρμα εκθέσεις οι οποίες θα υφίστανται μόνον διαδικτυακά».

Το αποτέλεσμα ενός ψηφιακού project με διεθνή αέρα δίνει και ο Δ. Τόλης. «Όσο οι μαζικές εκδηλώσεις παραμένουν εν υπνώσει, δραστηριότητες όπως αυτή του σχεδιασμού και της παραγωγής livres d’ artistes παραμένουν ενεργές και διαρκώς εμπλουτιζόμενες.

Επιπλέον, με χαρά, μπορούμε να αναφερθούμε σε ένα νεοφυές διαδικτυακό project, το bentpriorities, το οποίο είναι ένα είδος εξειδικευμένου “βιβλιοπωλείου” τέχνης με έμφαση στην εννοιολογική τέχνη, στην arte povera, στον μινιμαλισμό, αλλά και την ελληνική μεταπολεμική πρωτοπορία της διασποράς. Αρχειακό υλικό, ντοκουμέντα, βιβλία, φωτογραφίες, κατάλογοι κ.λπ. αποτελούν τον βασικό κορμό. Στόχος είναι η συμπλήρωση και η κατάρτιση εξειδικευμένων και μη συλλόγων, εξυπηρετώντας παράλληλα ερευνητικές δραστηριότητες, συχνά εντοπίζοντας διαλάθουσες συνδέσεις στην ιστορία της σύγχρονης τέχνης, όπως π.χ. αυτή του Joseph Beuys με τον David Hockney μέσα από την πρόσκληση σε έκθεση του τελευταίου ταχυδρομημένη στον πρώτο στα τέλη της δεκαετίας του ’70. Το συγκεκριμένο κομμάτι στείλαμε σε μια σημαντική συλλογή στο Ηνωμένο Βασίλειο και σύντομα θα παρουσιαστεί σε έκθεση στο SFMoMA!».

Κίνδυνος κορεσμού

«Η ψηφιακή επαφή με την τέχνη δεν μπορεί ωστόσο να αντικαταστήσει την πραγματική επαφή με το έργο τέχνης, την κοινωνική εμπειρία της επίσκεψης στην γκαλερί, στο μουσείο κ.λπ.» επισημαίνει από τη μεριά του ο Α. Καλφαγιάν. «Θα πρέπει να είμαστε ευέλικτοι και επινοητικοί ως προς τους τρόπους σύζευξης αυτών των δύο πεδίων για όσο διάστημα διαρκέσει αυτή η “νέα πραγματικότητα”. Γιατί όπως υπήρχε κορεσμός φουάρ, έτσι ελλοχεύει και ο κίνδυνος κορεσμού ψηφιακών εκθέσεων και project», εξηγεί ο πολύπειρος γκαλερίστας.

Το ίδιο δείχνει να συμμερίζεται και ο Γιάννης Καλλιγάς. «Σίγουρα, η ψηφιακή αγορά έργων τέχνης έχει μεταβάλλει το τοπίο των αγοραπωλησιών και έχει ανοίξει νέο κεφάλαιο που υπόσχεται θετικές εξελίξεις. Δεν θεωρώ όμως ότι τίθεται ζήτημα συναγωνισμού ή υποκατάστασης της ζωντανής και άμεσης αγοράς από την ψηφιακή. Περισσότερο αλληλοσυμπληρωματικά λειτουργούν».

Το βέβαιο είναι ότι όποιες γκαλερί δεν μπορέσουν να αποτινάξουν το παραδοσιακό μοντέλο και να σκεφτούν ένα πιο ευέλικτο και εφευρετικό εκθεσιακό σχήμα για τους καλλιτέχνες τους, δύσκολα θα επιβιώσουν στη μετα-καραντίνα εποχή. «Καλλιτέχνες και γκαλερί μοιράζονται την ίδια αγωνία επιβίωσης, γιατί είναι αλληλένδετοι οργανισμοί στην οικονομική αλυσίδα. Ισως η σωστότερη απάντηση σε όλα αυτά τα αναπάντητα ερωτήματα είναι να προχωράς και να σχεδιάζεις βήμα βήμα. Και να είσαι έτοιμος ανά πάσα στιγμή να επαναπροσδιορίσεις την πορεία σου», λέει ο Α. Καλφαγιάν, του οποίου την άποψη δείχνει να συμμερίζεται ο Δ. Τόλης. «H επόμενη μέρα για τον Ειρμό, όπως και για όλους τους εμπλεκομένους με την αγορά της τέχνης, είναι ασαφής. Είναι όρος απαραίτητος να μάθουμε, το δυνατόν καλύτερα, να πορευόμαστε μακριά από βεβαιότητες. Η ρήξη των μοντέλων των γραμμικών προβολών μας “ξοβολεύει”, μας ανησυχεί, αλλά παράλληλα μας δραστηριοποιεί, ενεργοποιώντας γόνιμες, ελπίζω, αναζητήσεις και προκρίνοντας συχνά αναπάντεχες λύσεις».