Τελικά τι σόι λαός είμαστε;

Πολλοί πιστέψαμε -και το γράψαμε- πως η ανοιξιάτικη καραντίνα θα μας έκανε σοφότερους. Ο εγκλεισμός θα μας έδινε την ευκαιρία εκτός από το να διαβάσουμε και να δούμε ταινίες, να κάνουμε και ασκήσεις περισυλλογής. 

Να δούμε πόσο αντέχουμε σε έκτακτες καταστάσεις. Να μετρήσουμε το όριο της αυτοπειθαρχίας μας. Να εμπεδώσουμε πως ο αυτοσεβασμός είναι σε τελική ανάλυση σεβασμός του συνανθρώπου μας. 

Διαψευστήκαμε. 

Αυτά που ζούμε τις τελευταίες ημέρες αποδεικνύουν πως ένας σημαντικός αριθμός πολιτών ζει στο δικό του ανεύθυνο σύμπαν. Πειθάρχησαν επί δύο μήνες, όχι γιατί κατανόησαν την κρισιμότητα της κατάστασης, αλλά γιατί αναγκάστηκαν. 

Όχι γιατί φοβήθηκαν τον ιό, αλλά γιατί φοβήθηκαν την Πολιτεία. 

Και σήμερα ξεκινάμε πάλι από την αρχή, χωρίς να έχουμε τις αρχικές ψυχικές και οικονομικές αντοχές. Χωρίς όμως να μπορούμε και να επικαλεστούμε την άγνοια μας. Είδαμε πολύ καλά τι έγινε σε όλον τον πλανήτη. Σήμερα ξέρουμε. 

Κι όμως!

Αυτή η παράλογη συμπεριφορά δίνει την αφορμή να ερευνήσουμε τα αίτια της. Σε αυτήν την προσπάθεια θα πρέπει να πάμε πίσω στο 2004. 

Τότε όλη η Ελλάδα είχε φορέσει τα καλά της για να υποδεχθεί τους Ολυμπιακούς αγώνες. Λίγο πριν η Εθνική μας είχε στεφθεί πρωταθλήτρια Ευρώπης στο ποδόσφαιρο. Ζούσαμε όλοι μια κατάσταση που είχε ως κύριο χαρακτηριστικό της την άψογη συμπεριφορά των πάντων. Ήμασταν σχεδόν τέλειοι.

Τότε, όλοι αισθανόμασταν  πως δίναμε εξετάσεις σε όλη την υφήλιο και προβάλλαμε τον καλύτερο μας εαυτό. Επί δύο μήνες η Ελλάδα είχε μεταμορφωθεί. 

Και τότε, όταν τελείωσε αυτό το πανηγύρι, το μεγάλο στοίχημα ήταν αν αυτή η Ελλάδα θα έχει και συνέχεια. Αν αυτή η καθημερινή στάση των πολιτών και όλου του κρατικού μηχανισμού την περίοδο των Ολυμπιακών αγώνων, θα προσελάμβανε μόνιμα χαρακτηριστικά. 

Αν η Ελλάδα τελικά θα άλλαζε επίπεδο. 

Δυστυχώς, σχεδόν αμέσως μετά, η μιζέρια, η γκρίνια, η ταλαιπωρία, επανήλθαν δριμύτερες στην ζωή μας. Σαν να ντρεπόμασταν για την ανεπίληπτη συμπεριφορά μας, θελήσαμε να καλύψουμε το χαμένο έδαφος της κακομοιριάς με βήματα γοργά. 

Τελικά, μετά από το τέσσερα χρόνια, κάποιοι έκαψαν την Αθήνα. 

Σήμερα, φαίνεται πως ξαναθυμόμαστε τον κακό μας εαυτό. Σβήσαμε από την μνήμη μας τους μήνες Μάρτιο, Απρίλιο και Μάιο.  Οι συνέπειες της αφροσύνης και της ανευθυνότητας μερίδας πολιτών δεν εξαντλείται στους εαυτούς τους, αλλά διαχέεται προς πολλές και ανεξέλεγκτες κατευθύνσεις.

Και αυτό είναι το επικίνδυνο. 

Πολύ φοβούμαι πως η κυβέρνηση θα βρεθεί, πολύ σύντομα,  στην ανάγκη να λάβει σκληρά, επώδυνα μέτρα. Τελικά είναι ντροπή για έναν λαό να πειθαρχεί μόνον μετά από καταναγκασμό, πολύ δε περισσότερο όταν η διακύβευση είναι οφθαλμοφανής.

Φαίνεται πως δώσαμε εξετάσεις και «κοπήκαμε» για μιαν ακόμα φορά. Όλη η ευθύνη είναι δική μας.