Τα μεγάλα λάθη της Μέρκελ στη διαχείριση της πανδημίας
Συνέντευξη του βουλευτή του FDP, Γρ. Αγγελίδη στο Liberal

Τα μεγάλα λάθη της Μέρκελ στη διαχείριση της πανδημίας

Στα μεγάλα λάθη της Άνγκελα Μέρκελ στη διαχείριση της πανδημίας του κορονοϊού αναφέρεται σε συνέντευξή του στο Liberal ο Γρηγόριος Αγγελίδης, βουλευτής στη Γερμανία. Όπως τονίζει ο ελληνικής καταγωγής πολιτικός από το Αννόβερο, το γεγονός ότι η μόνη απάντηση της Καγκελαρίου είναι σκληρά lockdown, ισούται με «κήρυξη πτώχευσης, με παράδοση». 

Ο πολιτικός του κόμματος των Ελευθέρων Δημοκρατών (FDP) επισημαίνει ότι είναι απαράδεκτο, έναν χρόνο μετά την έκρηξη της πανδημίας μια χώρα σαν τη Γερμανία να μην έχει καταφέρει να προσφέρει στους πολίτες της αρκετά τεστ, καθώς, όπως υπογραμμίζει ο κ. Αγγελίδης τα καθημερινά τεστ θα ήταν αυτά που - σε συνδυασμό με τους εμβολιασμούς - θα έδιναν τη δυνατότητα, να ανοίξουν αρκετές δραστηριότητες, όπως η εστίαση αλλά και τα σχολεία. 

Αντικρούοντας την άποψη ότι το ομοσπονδιακό σύστημα της Γερμανίας είναι υπεύθυνο για την ασυνεννοησία και την αργοπορία στη λήψη αποφάσεων, ο κ. Αγγελίδης τονίζει ότι δεν φταίει το σύστημα, αλλά «οι άνθρωποι, που ηγούνται, αυτοί που δεν έκαναν ό,τι έπρεπε να κάνουν», αναφέροντας παράλληλα ότι οι τοπικές αρχές και τα κρατίδια είναι καλύτερα σε θέση να γνωρίζουν, τι πρέπει να γίνει σε κάθε περιοχή. «Αυτό που θέλει η Μέρκελ, να ισχύουν παντού τα ίδια και συγκεκριμένα, σκληρά lockdown, δεν μπορεί να είναι η απάντηση», επισημαίνει ο βουλευτής.

Ο κ. Αγγελίδης αναφέρεται και σε ένα άλλο «λάθος» της Καγκελαρίου, που αφορά στο ποιος λαμβάνει τις αποφάσεις. Όπως αναφέρει ο βουλευτής, «έγινε σαφές σε αυτήν την κρίση ότι δεν είναι σωστό, το να αποφασίζονται όλα από το συμβούλιο μεταξύ της Μέρκελ και των πρωθυπουργών των κρατιδίων. Αυτό που έπρεπε να γίνει είναι να συγκροτηθεί από την αρχή μια ισχυρή ομάδα διαχείρισης κρίσης. (...) Το βασικό ερώτημα θα ήταν έπειτα, ποιες αποφάσεις πρέπει να λαμβάνει, ποιος. Τα ερωτήματα που αφορούν εξειδικευμένα θέματα θα έπρεπε να το αποφασίζουν συμβούλια ειδικών, ενώ τα θέματα που απαιτούν πολύ άμεσες λύσεις θα έπρεπε να τα αναλαμβάνει η ομάδα διαχείρισης κρίσης. Άλλα θέματα οι τοπικές αρχές, τα κρατίδια. Τη βασική στρατηγική όμως θα έπρεπε να την ορίζει πάντα το Κοινοβούλιο».

Συνέντευξη στη Δέσποινα Τσόκου

- Στην Ευρώπη υπάρχει η αίσθηση ότι η Γερμανία δεν διαχειρίζεται την πανδημία, όπως θα περίμενε κανείς από μια χώρα που φημίζεται για την οργάνωση και την αποτελεσματικότητά της. Και ο γερμανικός τύπος εξαπολύει μύδρους εναντίον της κυβέρνησης. Θεωρείτε ότι η κριτική είναι δικαιολογημένη;

Η μόνη ιδέα που κυριαρχεί από την αρχή στη Γερμανία είναι να περάσει ο καιρός με παρατεταμένα lockdown, ώσπου να λειτουργήσει ομαλά το σύστημα του εμβολιασμού. Aυτό δεν είναι αρκετό. Κάνει λάθος η Μέρκελ, αν τα πολύ σκληρά περιοριστικά μέτρα που προτείνει, είναι η μόνη της απάντηση. Για μένα αυτό ισούται με «κήρυξη πτώχευσης», με παράδοση. 

Ένα χρόνο μετά το ξέσπασμα της πανδημίας θα έπρεπε να είμαστε σε θέση να περιορίσουμε με μέτρα την έξαρση του ιού, δίνοντας όμως περισσότερες ελευθερίες στους πολίτες και προσφέροντάς τους μια καλύτερη ποιότητα ζωής. 

Σημαντικό ρόλο σε αυτό  παίζουν τα εμβόλια αλλά και τα τεστ. Αν διενεργούνταν συνέχεια τεστ, με τήρηση και άλλων σημαντικών μέτρων όπως οι αποστάσεις, θα μπορούσαμε να ανοίγουμε όλο και περισσότερες δραστηριότητες, όπως την εστίαση αλλά και όλα τα σχολεία. 

Η Μέρκελ είπε ότι στόχος πρέπει να είναι να διεξάγονται στα σχολεία δύο τεστ την εβδομάδα. Δεν φτάνει αυτό. Χρειαζόμαστε, ειδικά στα σχολεία και για τους εργαζόμενους στον κλάδο της υγείας, ένα τεστ την ημέρα. Ο λόγος: Μόνο με δύο τεστ την εβδομάδα μένουμε εκτεθειμένοι πέντε μέρες τη βδομάδα ή αναγκαζόμαστε να κλείνουμε δραστηριότητες. 

Αυτή τη στιγμή όμως στη Γερμανία δεν έχουμε καν αρκετά τεστ, ενώ έχουμε μια μαζική επέκταση των μολύνσεων. Ειδικά μια χώρα όπως η Γερμανία θα έπρεπε να έχει μετά από έναν χρόνο πανδημίας αρκετά τεστ. Σημαντικό είναι επίσης να είναι διαπιστευμένο ότι κάποιος έχει κάνει το τεστ εντός 24 ωρών και μετά να του δίνονται περισσότερες ελευθερίες. 

- Το Βερολίνο εισήγαγε την περασμένη Τετάρτη ένα σύστημα, που προβλέπει ότι οι πολίτες μπορούν να επισκεφτούν π.χ. ένα κατάστημα, αν διαθέτουν αρνητικό τεστ της τρέχουσας ημέρας. Η Καγκελάριος όμως την Κυριακή στο ARD άφησε να εννοηθεί ότι δεν στηρίζει τέτοιου είδους πρωτοβουλίες και επέκρινε πρωθυπουργούς κρατιδίων που προσανατολίζονται σε χαλάρωση μέτρων, «απειλώντας» ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα αναλάβει τα ηνία. Είναι λανθασμένη για εσάς αυτή η προσέγγιση;

Ναι, κάνει λάθος η Μέρκελ. Στη Γερμανία έχουμε ένα ομοσπονδιακό σύστημα που δίνει μεγάλη εξουσία στις τοπικές αρχές. Νομίζω ότι αυτές οι αρχές και τα κρατίδια είναι σε θέση να κρίνουν, τι είναι σωστό για την εκάστοτε περιοχή. 'Αλλα πράγματα μπορεί να γίνουν σε μια μικρή περιοχή στη Βόρεια Θάλασσα, άλλα σε μια πολύ μεγάλη πόλη της Γερμανίας. Αυτό που θέλει η Μέρκελ, να ισχύουν παντού τα ίδια και συγκεκριμένα σκληρά lockdown, δεν μπορεί να είναι η απάντηση.

- Ωστόσο, πολλοί είναι αυτοί που θεωρούν, ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση πρέπει να πάρει το «πηδάλιο». Αυτό προκύπτει και από πρόσφατη έρευνα του SPIEGELμε την ιδέα να βρίσκει σύμφωνους και πρωθυπουργούς κρατιδίων. Επίσης, δεν είναι πλέον λίγοι αυτοί που πιστεύουν ότι η ασυνεννοησία και η αργοπορία στη λήψη αποφάσεων, που υπάρχει αυτή τη στιγμή στη Γερμανία, οφείλεται στο ομοσπονδιακό σύστημά της. Τι απαντάτε σε αυτό;

Πρέπει να προχωρήσουν οι εμβολιασμοί και να μπορούμε να προσφέρουμε καθημερινά τεστ. Αν δεν γίνουν αυτά τα δύο πράγματα θα μας απομείνει μόνο μια παράλογη θεωρητική συζήτηση, για το αν φταίει το ομοσπονδιακό σύστημα. Δεν φταίει το σύστημά μας, οι άνθρωποι, που ηγούνται, αυτοί που δεν έκαναν ό,τι έπρεπε να κάνουν, αυτοί φταίνε. 

Και αυτό που φταίει είναι ο δρόμος που επέλεξε η Καγκελάριος ως προς το ποιος λαμβάνει τις αποφάσεις. Έγινε σαφές σε αυτήν την κρίση ότι δεν είναι σωστό, το να αποφασίζονται όλα από το συμβούλιο μεταξύ της Μέρκελ και των πρωθυπουργών των κρατιδίων. Αυτό που έπρεπε να γίνει είναι να συγκροτηθεί από την αρχή μια ισχυρή ομάδα διαχείρισης κρίσης, αποτελούμενη από πολιτικούς, επιστήμονες, γιατρούς, κοινωνιολόγους. 

Το βασικό ερώτημα θα ήταν έπειτα, ποιες αποφάσεις πρέπει να λαμβάνει, ποιος. Τα ερωτήματα που αφορούν εξειδικευμένα θέματα θα έπρεπε να το αποφασίζουν συμβούλια ειδικών, ενώ τα θέματα που απαιτούν πολύ άμεσες λύσεις θα έπρεπε να τα αναλαμβάνει η ομάδα διαχείρισης κρίσης. Άλλα θέματα, οι τοπικές αρχές, τα κρατίδια. Τη βασική στρατηγική όμως θα έπρεπε να την ορίζει πάντα το Κοινοβούλιο. 



 

- Κάποιος θα μπορούσε να αντικρούσει όμως, ότι η διαχείριση της πανδημίας απαιτεί γρήγορες αντιδράσεις και ευλυγισία. Η διαδικασία λήψης αποφάσεων δεν θα γινόταν ακόμα πιο αργή, αν κάθε αλλαγή στρατηγικής έπρεπε να περνάει από ψηφοφορία στο Κοινοβούλιο;

Όχι. Αν σκεφτείτε πόσο γρήγορα εξελίχτηκαν τα πράγματα σε περιπτώσεις που πέρασε κάτι από το Κοινοβούλιο πριν το πρώτο lockdown, θα δείτε ότι δεν γίνονται τα πράγματα πιο γρήγορα όταν αποφασίζει η Μέρκελ με τους πρωθυπουργούς. Για να μην αναφερθώ στο τι έγινε την προηγούμενη βδομάδα στη σύσκεψη, όπου αποφασίστηκε ένα πάρα πολύ σκληρό lockdown για το Πάσχα. 

Η κ. Μέρκελ αναγκάστηκε να ζητήσει συγγνώμη λίγες μέρες μετά. Στην πραγματικότητα, οι μισές από τις αποφάσεις που έχει πάρει αυτό το συμβούλιο, θα έπρεπε να έχουν αναιρεθεί. 

Οι αποφάσεις του Κοινοβουλίου θα ήταν πιο ποιοτικές και βιώσιμες, με διαφάνεια για τους πολίτες. Τέτοιες αποφάσεις μπορεί να τις δεχτεί ευκολότερα ο πολίτης και όχι να διαβάζει στις εφημερίδες ότι στο συμβούλιο τσακωνόταν οι πολιτικοί όλο το βράδυ, με κάποιους να παίζουν παιχνίδια στον υπολογιστή κατά τη διάρκεια της σύσκεψης. 

- Πιστεύετε ότι η διαχείριση της κρίσης από την Ά. Μέρκελ και το γεγονός ότι δεν έχει πάρει ακόμα τα ηνία από το συμβούλιο με τους πρωθυπουργούς, σχετίζεται με το γεγονός ότι η Γερμανία βρίσκεται φέτος στη λεγόμενη «σουπερ εκλογική χρονιά» και ενδεχομένως υπάρχει φόβος να επωμιστεί το CDU το κόστος όλων των σκληρών αποφάσεων;

Είναι το σύνταγμά μας αυτό. Και να θέλει να κάνει κάποια πράγματα η κυβέρνηση του Βερολίνου, δεν μπορεί. Αυτό πρέπει πάντα να το έχουμε υπόψιν μας. Πρέπει να σεβόμαστε το σύνταγμά μας και αν κάποιος θέλει να κάνει αλλαγές στο σύνταγμα, αυτό πρέπει να γίνει με τις νόμιμες διαδικασίες. Δεν θεωρώ όμως ότι πρέπει να γίνει αυτό. 

Επίσης, άσχετα με το αν βρισκόμαστε στη «σουπερ εκλογική χρονιά», η κ. Μέρκελ είχε αποφασίσει τον δρόμο με τα σκληρά μέτρα από την αρχή, γνωρίζοντας ότι έπονται εκλογές, οπότε δεν νομίζω ότι λειτουργεί σε αυτό το ζήτημα με αυτό το κίνητρο. Από την άλλη, το τι συμβαίνει ανάμεσα στον κ. Λάσετ και στον Ζέντερ, σχετίζεται με την κατάσταση εντός του Συνασπισμού. 

* Ο Γρηγόριος Αγγελίδης είναι ελληνικής καταγωγής πολιτικός του κόμματος των Ελευθέρων Δημοκρατών (FDP) και από τον Οκτώβριο του 2017 μέλος του Ομοσπονδιακού Κοινοβουλίου.