Το συλλαλητήριο ως μια νέα αφετηρία

Το συλλαλητήριο ως μια νέα αφετηρία

Του Γιώργου Καραμπελιά

Το μεγάλο συλλαλητήριο της Κυριακής 20 Ιανουαρίου, θα μείνει στην ιστορία για δύο βασικούς και αλληλένδετους λόγους.

Πρώτον, διότι κατέδειξε με τη μαζικότητα, τον παλμό, τη νεανικότητα, την υπερκομματική συμμετοχή, πως ο ελληνικός λαός, στη συντριπτική του πλειοψηφία, όχι μόνο συστρατεύεται ενάντια στη παραχώρηση της Μακεδονίας, αλλά και συμμετέχει ενεργά στα πολιτικά δρώμενα με τη παρουσία του στο Σύνταγμα απ' όλες τις γωνιές της Ελλάδας. Απέναντί του, το πολιτικό σύστημα και οι εξωνημένες ψευδοελίτ. Η κυβέρνηση, η πλειοψηφία της Βουλής, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο Αρχιεπίσκοπος, ο Πρόεδρος της Ακαδημίας, κανάλια, δημοσιογράφοι, οικονομισάριοι κάθε είδους. Ποτέ άλλοτε στα τελευταία χρόνια δεν ήταν τόσο έντονη και ισχυρή η ρήξη ανάμεσα στο λαϊκό σώμα και το «κατεστημένο».

Δεύτερον και σε συνάφεια με τα προηγούμενα, διότι αποκαλύφθηκε η κατάλυση κάθε έννοιας δημοκρατίας και δημοκρατικής νομιμότητας, με τα απίστευτα καραγκιοζιλίκια που συμβαίνουν στη Βουλή, με τη παραβίαση κάθε συνταγματικής τάξης γύρω από τη ψήφιση αυτής της επαίσχυντης συμφωνίας (άρνηση δημοψηφίσματος, επικύρωσή της με 151 αντί για 180 βουλευτές, προώθηση για αποδοχή ενός Συντάγματος που δεν έχει επικυρωθεί από τον Πρόεδρο των Σκοπίων, με αποκορύφωμα τις επιθέσεις ενάντια στο μεγαλύτερο συλλαλητήριο των τελευταίων χρόνων στο κέντρο της Αθήνας).

Κατά συνέπεια, το μεγάλο συλλαλητήριο και το πάνδημο αίτημα για δημοψήφισμα ώστε να αποφανθεί ο λαός για τη προδοτική συμφωνία, σηματοδοτούν οριστικά, αμετάκλητα, τελεσίδικα, το τέλος του πολιτικού συστήματος της μεταπολίτευσης. Ένα τέλος που σημαδεύτηκε από την έσχατη παρακμή και αντιδημοκρατικότητα. Τηρουμένων των αναλογιών, κατά τον ίδιο τρόπο που το τέλος του μετεμφυλιακού καθεστώτος σφραγίστηκε με το παλατιανό πραξικόπημα του 1965 και την εκτροπή που κατέληξε στη δικτατορία, έτσι και σήμερα, το τέλος της μεταπολιτευτικής παρακμής σφραγίζεται από τη βαθύτατη αναντιστοιχία ανάμεσα στο πολιτικό σώμα και το «κατεστημένο» –για να χρησιμοποιήσουμε μία έκφραση του Ανδρέα Παπανδρέου– και τον ελληνικό λαό. Είναι βέβαιο ότι εάν οι χαβιαροσταλινικοί διέθεταν τις δυνατότητες εσωτερικές και διεθνείς που είχε το καθεστώς το 1967, η Ελλάδα θα περνούσε σε φάση ανοικτής εκτροπής και κατάργησης των εκλογών, με το οποιοδήποτε πρόσχημα. Εξάλλου ο Μαδούρο και ο Ορτέγκα, που μετέτρεψαν τα λαϊκά κινήματα της Βενεζουέλας και της Νικαράγουας σε στυγνές δικτατορίες, δεν είναι μακριά.

Βέβαια, το αποφασιστικό και καθοριστικό στοιχείο αυτής της νέας ιστορικής περιόδου, είναι ότι αυτή σφραγίζεται από τα εθνικά προβλήματα. Ο ελληνικός λαός, μετά από μία περίοδο εθνομηδενιστικής εξαχρείωσης, στη διάρκεια της οποίας έγινε απόπειρα να καταστραφεί η αναφορά στην ελληνική διαχρονία, στην ελληνική γλώσσα, στην ελληνική σημαία και στην ίδια την εθνική ταυτότητα, να μια περίοδο αφοπλισμού του ελληνικού έθνους σε σχέση με την ίδια του την εθνική συγκρότηση, τα σύνορά του, την ίδια τη φυσική αναπαραγωγή του, την οικονομική του αυτοτέλεια, ακόμα και τη γεωγραφική του ακεραιότητα, μοιάζει σαν να ξυπνάει από έναν βαθύ λήθαργο, καθόλου τυχαία, με αφετηρία το Μακεδονικό.

Οι Έλληνες τον 21ο αιώνα «παίζουν τα ρέστα» τους ως έθνος αυτεξούσιο. Διακόσια χρόνια μετά την Επανάσταση του ΄21, προσαρμοσμένο στις νέες συνθήκες, το σύνθημα «ελευθερία ή θάνατος» γίνεται και πάλι επίκαιρο. Είτε, στις αμέσως επόμενες δεκαετίες, θα κατορθώσουμε να ανακάμψουμε, θέτοντας ως κύριο αίτημα, ως αποκλειστικό αίτημα, τη «σωτηρία του έθνους, είτε θα σβήσουμε οριστικά και αμετάκλητα και θα επιβιώσουν μόνο ραγιάδες στο εσωτερικό και ανέστιοι Έλληνες σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου, μια και η χώρα τους θα έχει μεταβληθεί σε έναν χώρο χωρίς ταυτότητα.

Έτσι, δεν θα πρέπει να δούμε το συλλαλητήριο της 20ης Ιανουαρίου απλώς ως μια μεγαλειώδη κινητοποίηση για τη Μακεδονία, αλλά ως την έναρξη ενός αγώνα, κυριολεκτικώς για τη σωτηρία της πατρίδας. Γι' αυτό θα πρέπει να σαρωθούν όλες εκείνες οι ιδεολογίες και οι οικονομικές και πολιτικές δυνάμεις που οδήγησαν στην προδοσία της Μακεδονίας και προοιωνίζονται νέες εθνικές καταστροφές, στη Κύπρο, το Αιγαίο και τη Θράκη. Πρέπει τα σχολειά και τα πανεπιστήμιά μας να ξαναγίνουν ελληνικά, πρέπει, η οικονομία μας να ξαναστηριχτεί στη παραγωγή και την καινοτομία, πρέπει να αποκτήσουμε και πάλι σύνορα, ένοπλες δυνάμεις, λαό αποφασισμένο να παλέψει για τη πατρίδα του, κόμματα που παρ' όλες τις διαφορές τους, θα ομονοούν γύρω από το αίτημα της νέας «μεγάλης ιδέας», της σωτηρίας και ολοκλήρωσης του ελληνισμού και απόρριψης του εμφυλιοπολεμικού πνεύματος που επί εκατό χρόνια κατατρώει τα σωθικά μας. Σε αυτά τα πλαίσια, πρέπει να ξεκινήσει μια μακρά πορεία μιας ιδεολογικής και πολιτικής επανάστασης που θα ολοκληρώσει επιτέλους την ανολοκλήρωτη Επανάσταση του ΄21.