Το παιχνίδι της εμπιστοσύνης

Της Μαρίας Χούκλη

Πριν από μερικά χρόνια, ο 68χρονος Paul Frampton, φυσικός επιστήμονας, διεθνώς σεβαστός, γνωρίστηκε διαδικτυακά με νεαρή καλλονή από τη Βολιβία. Ο εξέχων ακαδημαϊκός θεώρησε ότι βρήκε τον έρωτα της ζωής του και πήγε στην La Paz για να την συναντήσει. Όταν έφθασε εκεί, το top model του έστειλε μήνυμα ότι εκτάκτως χρειάστηκε να μεταβεί στις Βρυξέλλες για μια φωτογράφηση, αλλά ξέχασε στο ξενοδοχείο τη βαλίτσα της μέσα στην οποία είχε πράγματα μεγάλης συναισθηματικής αξίας. Θα του ήταν υποχρεωμένη αν έπαιρνε την τσάντα μαζί του, επιστρέφοντας στις Ηνωμένες Πολιτείες. Όπερ και έπραξε ο ερωτευμένος επιστήμων. Αντί όμως να γυρίσει στο σπίτι του, ο 68χρονος καθηγητής βρέθηκε στη φυλακή για διακίνηση ναρκωτικών. Κατά τον έλεγχο στο αεροδρόμιο, διαπιστώθηκε ότι η επένδυση της τσάντας έκρυβε μεγάλη ποσότητα κοκαΐνης. Ο Frampton υποστήριξε ότι είναι αθώος σε αντίθεση με τους άλλους τρόφιμους των φυλακών, λέγοντας ότι άνθρωποι σαν και εκείνον ανήκουν στο 1% του γενικού πληθυσμού. Σε συνέντευξη του, μάλιστα, θύμισε ότι οι επιδόσεις του ως φοιτητή στην Οξφόρδη μπορούσαν να συγκριθούν με του Νεύτωνα.

«Τι κάνει, λοιπόν», αναρωτιέται η συγγραφέας Maria Konnikova στους LA Times, «ευφυείς ανθρώπους, μορφωμένους, πλούσιους, σκεπτικιστές (αλλά και τα αντίθετα τους) να πέφτουν θύματα εξαπάτησης; Να μην αντιλαμβάνονται ότι εμπιστεύονται λάθος άτομα;».

Η Ρωσο-αμερικανίδα δημοσιογράφος ασχολείται ακριβώς με αυτό το θέμα στο νέο βιβλίο της «The Confidence Game». Διερεύνησε πολλές περιπτώσεις κατάχρησης εμπιστοσύνης και διαπίστωσε ότι όλα τα θύματα είχαν ένα κοινό χαρακτηριστικό με τον 68χρονο Frampton. Θεωρούν εαυτούς κάτι ιδιαίτερο, πιστεύουν ότι, σε αντίθεση με όλους τους άλλους, εκείνοι δεν πρόκειται να πέσουν θύματα απάτης.

Η Konnikova θυμίζει τη γνωστή ρήση: «Όταν κάτι φαίνεται ή ακούγεται πολύ καλό για να ''ναι αληθινό, ίσως δεν είναι». Πολλοί εξ ημών στεκόμαστε στο «ίσως» και διαχειριζόμαστε με φειδώ την εμπιστοσύνη μας. Όμως, η κατηγορία των ανθρώπων που προαναφέραμε το αξιολογεί διαφορετικά. «Μπορεί να φαίνεται ή ακούγεται πολύ καλό για να ''ναι αληθινό –κατά πάσα πιθανότητα δεν είναι–, αλλά, αφού αφορά εμένα που είμαι ξεχωριστός, τότε δεν υπάρχει πρόβλημα».

Η υπερ-αυτοεκτίμηση καταργεί ουσιαστικά την κοινή λογική. Είτε γιατί οι φορείς της πιστεύουν ότι είναι σε θέση να καταλάβουν την πιθανή απάτη, είτε ότι έχουν τον έλεγχο της κατάστασης και είναι άτρωτοι. Η συγγραφέας, πάντως, συμπεραίνει ότι είμαστε όλοι υποψήφια θύματα εξαπάτησης. Όταν νιώθουμε ευάλωτοι από διάφορες αιτίες, προσωπικές ή κοινωνικές, όταν νιώθουμε απελπισμένοι και αιφνιδίως εμφανίζεται κάποιος που μας υπόσχεται άρση των δεινών, εύκολες λύσεις στα προβλήματα μας. Νιώθουμε ευγνώμονες, τον ακολουθούμε και εξαφανίζουμε την εσωτερική φωνή που ψιθυρίζει ότι όσα ακούμε είναι πάρα πολύ καλά για να είναι αληθινά.

Ισχύει και στην περίπτωση της πολιτικής. Να εξαπατηθούμε. Σ'' αυτήν την περίπτωση δρουν επιπροσθέτως κι άλλοι παράγοντες, εξωγενείς. Μόνο που όταν αποκαλυφθεί η πολιτική «απάτη», οι επιπτώσεις διαχέονται σε όλην την κοινωνία. Σε άρθρο που δημοσιεύθηκε στην European Journal of Political Research, αναφέρεται ότι αν πάψει να υφίσταται η σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ κυβερνώντων και πολιτών, εμφανίζεται το φαινόμενο της «ελεύθερης ιππασίας». Οι πολίτες αρνούνται να συμμορφωθούν στους νόμους και τους κανόνες. Ο αντίκτυπος είναι σημαντικός στην οικονομία συνολικότερα, διαπιστώνει το άρθρο που επικαλείται πολλές έρευνες των τελευταίων 50 ετών. Η απώλεια της πολιτικής εμπιστοσύνης μπορεί να μην ρίχνει κυβερνήσεις, αλλά δεν επιτρέπει στους θεσμούς –όλους όσοι συγκροτούν το σύστημα διακυβέρνησης– να λειτουργούν με αποτελεσματικό τρόπο. Εκεί είμαστε.