ΟΟΣΑ για την ελληνική οικονομία

Ο ΟΟΣΑ σίγουρα δεν εντάσσεται στους οργανισμούς που υποστηρίζουν τον άκρατο καπιταλισμό και τον (μακρυά από ‘μας) νεοφιλελευθερισμό. Όμως, στην πρόσφατη μελέτη του για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας με τίτλο “OECD Economic Surveys: Greece 2020” οι μεταρρυθμίσεις που προτείνει συντάσσονται με το κυρίαρχο αφήγημα των εν ελλάδι φιλελευθέρων. Οι κύριοι άξονες που ο ΟΟΣΑ προτείνει ως πρώτης προτεραιότητας είναι η βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος, η τόνωση της εργασίας, η επένδυση στις υποδομές, την έρευνα και την τεχνολογία. Οι μεταρρυθμίσεις που προτείνει ο ΟΟΣΑ υπολογίζεται ότι θα προσθέσουν αθροιστικά 1,2% στο ελληνικό ΑΕΠ μέχρι το 2025, 5,2% μέχρι το 2030, και 24,2% μέχρι το 2050. 

Ας δούμε όμως αυτές τις προτάσεις λίγο πιο αναλυτικά. Βασική προϋπόθεση για τη βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος είναι η αύξηση της αποδοτικότητας του δημοσίου τομέα και η επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης. Δύο πολύχρονα βάσανα της ελληνικής επιχειρηματικότητας που καθυστερούν την ανάπτυξη, αποτρέπουν ξένες επενδύσεις, και σπαταλούν πολύτιμους πόρους που θα μπορούσαμε να διαθέτουμε σε πιο παραγωγικές χρήσεις. Το ψηφιακό κράτος και η μεταρρύθμιση της δικαιοσύνης είναι κατά πάσα πιθανότητα τα δύο πράγματα που θα βελτίωναν τη χώρα μας περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Η οικονομία της αγοράς για να λειτουργήσει, χρειάζεται ένα ισχυρό κράτος δικαίου που επιλύει γρήγορα και προβλέψιμα τις όποιες διαφορές δημιουργούνται από την οικονομική δραστηριότητα και ένα κράτος ευέλικτο και αποδοτικό που δεν δημιουργεί εμπόδια στην εύρυθμη λειτουργία της αγοράς. 

Σε ότι αφορά την τόνωση της εργασίας, ο ΟΟΣΑ προτείνει μείωση των φόρων και εισφορών που πληρώνουν οι Έλληνες εργαζόμενοι. Είναι πλέον αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι πληρώνουμε πάρα πολλά στο κράτος για να “απολαύσουμε” το προνόμιο της εργασίας και αυτά που λαμβάνουμε πίσω είναι λίγα και ακριβά. Όπως έδειξε, όμως, και η μελέτη του ΚΕΦίΜ για τον κλάδο της μεταποίησης, οι μισθοί στη χώρα μας δεν αποτελούν επενδυτικό εμπόδιο. Αντίθετα, οι φόροι και οι εισφορές αυξάνουν κατά πολύ το κόστος της απασχόλησης με αποτέλεσμα να χάνονται δουλειές και ευκαιρίες που η χώρα μας τόσο πολύ χρειάζεται σήμερα. 

Τέλος, ιδιαίτερη αναφορά γίνεται και στον τομέα της έρευνας και της τεχνολογίας. Η κυβέρνηση, με το πρόσφατο νομοσχέδιο του Υπουργείου Ανάπτυξης, απέδειξε ότι αντιλαμβάνεται την αξία του συγκεκριμένου κλάδου. Η έρευνα και η τεχνολογία δεν έρχονται σε μία χώρα από τη μία στιγμή στην άλλη, ούτε και είναι ιδιαίτερα αποδοτικό το κράτος στο να εφευρίσκει νέα προϊόντα και υπηρεσίες που να βελτιώνουν την παραγωγικότητα ή την ποιότητα της ζωής μας. Με τα νέα φορολογικά κίνητρα που πέρασε η κυβέρνηση, γίνεται μία γενναία αρχή προκειμένου να έρθουν στη χώρα μας τεχνολογικές επενδύσεις και ερευνητικά πρότζεκτ που μαζί τους θα φέρουν καλά αμειβόμενους επαγγελματίες και μεγάλα επιχειρηματικά σχέδια. 

Κατά καιρούς οι προτάσεις των φιλελευθέρων, όπως του Στέφανου Μάνου, της Μιράντας Ξαφά, της Δράσης, του ΚΕΦίΜ κλπ. κινούνται σε αντίστοιχο μήκος κύματος. Όταν τα λένε αυτά οι φιλελεύθεροι, οι εχθροί της μεταρρύθμισης εξεγείρονται και μιλούν για εργασιακούς μεσαίωνες, φτωχοποίηση του λαού και λοιπές θεωρίες συνομωσίας. Τώρα, που παρόμοια πράγματα λέει και ο ΟΟΣΑ, είναι σίγουρο ότι είτε θα σφυρίζουν αδιάφορα είτε θα συμπεριλάβουν τον ΟΟΣΑ στην παγκόσμια νεοφιλελεύθερη πλεκτάνη. Εμείς θα το υπομείνουμε και αυτό. Αρκεί να γίνουν οι μεταρρυθμίσεις.