Οι εταιρείες «ζόμπι» διψούν για χρήμα

H επικεφαλής οικονομολόγος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Γκίτα Γκόπιναθ, σε δηλώσεις της αναφέρθηκε στις προϋποθέσεις που πρέπει να τηρηθούν στα πλαίσια της προσπάθειας της οικονομικής ανάκαμψης. Δηλώσεις, που ανατάραξαν τα στάσιμα νερά της σκέψης όσων εκτιμούν, ότι ο παγκόσμια ροή κεφαλαίων προς την πραγματική οικονομία και τις αγορές, θα διασώσει τους πάντες.

Η Γκίτα Γκόπιναθ, ανέφερε ρητά και χωρίς τυπικές ευγένειες, ότι τα πράγματα πρέπει να αλλάξουν. Αλλιώς επαπειλείται η τεχνητή διατήρηση στη ζωή μη βιώσιμων επιχειρήσεων. Εκτίμησε δε ότι οι εργαζόμενοι και οι επιχειρηματίες θα πρέπει να στραφούν στους αναπτυσσόμενους κλάδους της οικονομίας, αφήνοντας πίσω τους κλάδους, που εκ των πραγμάτων θα συρρικνωθούν.

Σύμφωνα με διεθνείς μελέτες, πάνω από 1 στις 5 επιχειρήσεις επιβιώνουν όχι λόγω του επιτυχημένου επιχειρηματικού μοντέλου τους, αλλά λόγω της ύπαρξης κυμάτων ρευστότητας και δανείων μηδενικού κόστους. Αυτό είναι ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά, που κληρονόμησε στην παγκόσμια οικονομία, η περίοδος μετά την χρηματοπιστωτική κρίση, που σηματοδοτήθηκε από την κατάρρευση της Lehman Brothers.

Έτσι τόσο οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες, όσο και οι κυβερνήσεις σε όλες τις οικονομίες ανά τον κόσμο, επέλεξαν να συγκροτήσουν «μονάδες εντατικής επιχειρηματικής θεραπείας». Σκοπός των οποίων, ήταν η ενίσχυση των πληττόμενων από την χρηματοπιστωτική κρίση, επιχειρήσεων.

Όμως αντί να ενισχύσουν την ανάκαμψη των επιχειρήσεων, δημιούργησαν μια σειρά από επιχειρήσεις ζόμπι, που επιβίωναν και επιβιώνουν είτε μέσω δανεικών, είτε μέσω περίτεχνων χρηματοοικονομικών και χρηματιστηριακών εργαλείων. Με αποτέλεσμα οι εταιρείες αυτές, να μην στηρίζονται ούτε στην αύξηση του κύκλου εργασιών τους, ούτε στην οργανική κερδοφορία, ούτε σε ένα ρεαλιστικό και αναπτυξιακό επιχειρηματικό σχέδιο.

Ως αποτέλεσμα η σημερινή κρίση από τη πανδημία του covid-19, βρίσκει εν ζωή, έναν μεγάλο αριθμό υπερχρεωμένων και μη παραγωγικών επιχειρήσεων, που είναι σίγουρο πως δεν θα ανταπεξέλθει στην κρίση. Διότι πλέον δεν αλλάζουν μόνο οι οικονομικοί όροι, αλλά αλλάζει το παγκόσμιο μοντέλο της λειτουργίας των κοινωνιών, της συμπεριφοράς των καταναλωτών και της ενσωμάτωσης της ψηφιακής τεχνολογίας σε κάθε πτυχή της ζωής μας.

Ας σκεφτούμε, πόσο άλλαξαν οι καταναλωτικές συνήθειες μας, εδώ στην Ελλάδα, με την εκτίναξη του ηλεκτρονικού εμπορίου. Ας σκεφτούμε πως άλλαξε η απασχόληση, λόγω της κοινωνικής απόστασης και των ψηφιακών εργαλείων επικοινωνίας. Ας σκεφτούμε πόσο ραγδαία μεταβλήθηκε η σχέση πολίτη και δημοσίου στη χώρα μας, με την υιοθέτηση κάποιων βασικών ψηφιακών εφαρμογών.

Οι πόροι που θα κινηθούν μέσω των μηχανισμών ενίσχυσης και ανασυγκρότησης των οικονομιών, δεν είναι απεριόριστοι. Τα κεφάλαια, πρέπει να κατευθυνθούν σε εταιρείες που επλήγησαν από το lockdown και που είναι έτοιμες να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα, να καινοτομήσουν, να εξελιχθούν και να κινηθούν ανταγωνιστικά την επόμενη ημέρα. Και είναι φανερό ότι οι εταιρείες ζόμπι, που δεν άλλαξαν το επιχειρηματικό τους μοντέλο και επιβίωσαν βασισμένες στο πάσης φύσεως φθηνό χρήμα, πρέπει να ετοιμαστούν για την δύση τους.

Η σημερινή παγκόσμια ύφεση είναι διαφορετική, διότι δεν είναι μόνο οικονομική. Λειτουργεί όπως ο καταλύτης σε μια χημική αντίδραση ή όπως ο τούρμπο κινητήρας που «άνοιγε», μόλις η μηχανή του αυτοκινήτου, έπιανε ένα συγκεκριμένο αριθμό στροφών. Έτσι ξαφνικά, διάφορες παραδοσιακές επιχειρήσεις, θα ξεπεραστούν από τις συνθήκες και θα κλείσουν. Εύρωστες εταιρείες θα καταρρεύσουν. Το κύμα των πτωχεύσεων θα συμπαρασύρει σαν σε ντόμινο, ολόκληρους κλάδους.

Η αναλογία 1 προς 5 που προαναφέραμε, στη χώρα μας είναι δυστυχώς μεγαλύτερη. Και ειδικότερα στο χώρο του τουρισμού, η αναλογία αυτή πλησίαζε το 1 προς 3, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος. Δηλαδή, πριν ξεσπάσει η πανδημία 1 στα 3 δάνεια του τουριστικού κλάδου ήταν ήδη κοκκινισμένο. Επομένως, ο μέχρι πρότινος πιο αναπτυσσόμενος κλάδος της οικονομίας, βρίσκεται κατά 30% σε κατάσταση ζόμπι. Αδιανόητο και όμως αληθινό.

Με την κατάρρευση των τουριστικών εσόδων, ποιο άραγε τμήμα των μη εξυπηρετούμενων τουριστικών δανείων ύψους 3 δισ. ευρώ, πρόκειται να εξυπηρετηθεί; Ποιο τμήμα των ρυθμισμένων δανείων ύψους 700 εκατ. ευρώ, πρόκειται να τηρήσει τις υπογεγραμμένες ρυθμίσεις; Και ποιο τμήμα των κανονικά εξυπηρετούμενων δανείων, θα βρεθεί σε αδυναμία αποπληρωμής των τοκοχρεολυσίων;

Φέρνουμε το παράδειγμα του τουριστικού κλάδου, ο οποίος χαρακτηρίζεται από εξωστρέφεια, ανταγωνιστικότητα και διαρκή ανάπτυξη. Διότι αν εστιάσουμε σε άλλα παραδείγματα της πραγματικής οικονομίας, τα πράγματα θα είναι ακόμα πιο δυσάρεστα και εκεί οι αριθμοί ζαλίζουν.

Η έκθεση της Τραπέζης της Ελλάδος για τα κόκκινα δάνεια, για τα δάνεια αβέβαιης είσπραξης, για τα δάνεια σε καθυστέρηση μεγαλύτερη των 3 μηνών και για τα δάνεια που δεν έχουν ακόμα καταγγελθεί παρ’ όλο που έχουν πάνω από 12 μήνες καθυστέρηση, δεν είναι ενθαρρυντική. Ο αριθμός των εγχώριων εταιριών που βρίσκονται σε κίνδυνο είναι μεγάλος.

Όπως και να έχει, οι επιχειρήσεις που θα μπορέσουν να προσαρμοστούν και να καινοτομήσουν, μπορεί και να τα καταφέρουν. Όσες όμως είναι ήδη νεκρές από την εποχή πριν από το lockdown, δεν θα επανέλθουν στη ζωή, παρά μόνο, αν αυτό γίνει εις βάρος των φορολογουμένων, εις βάρος του υγιούς ανταγωνισμού και εις βάρος των βιώσιμων επιχειρήσεων. Και εδώ το ρόλο «κλειδί», τον κρατάει η κυβέρνηση, που θέτει τους όρους διοχέτευσης της ρευστότητας στο σύστημα. Οι ευθύνες της είναι τεράστιες, τα συμφέροντα μεγάλα και η μάχη για την επιβίωση μετά την πανδημία, σκληρή.