Ο μύθος της «καθαρής εξόδου», έγινε εφιάλτης

Ο μύθος της «καθαρής εξόδου», έγινε εφιάλτης

Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου*

Το ηρωικό πέρασμα στη δραχμή, απέτυχε. Το χιλιοτραγουδισμένο σκίσιμο του Μνημονίου, μετατράπηκε σε υπερψήφιση ενός βαρύτερου προγράμματος. Ο πολυπόθητος στόχος του QE, δεν επετεύχθη. Το εξαγγελθέν κούρεμα του Δημοσίου Χρέους, πέρασε στις καλένδες. Κι έτσι ο επαναστατικός οίστρος, υποχώρησε. Δεν έσβησε όμως.

Μέσα στο 2018 το Ιερό Γκράαλ της κυβέρνησης, ήταν η «καθαρή έξοδος από το Mνημόνιο». Πιο σημαντική και από την έξοδο του Μεσολογγίου, πιο θεαματική και από την έξοδο από την Αίγυπτο. Τι κι αν η χώρα είναι δεσμευμένη με συνθήκες και με συμφωνίες για τα επόμενα 30, 60 και 99 χρόνια; Τι κι αν η Βουλή νομοθέτησε μέτρα που θα εφαρμοστούν, μόλις υπάρξουν παρεκκλίσεις από τα συμπεφωνημένα; Τι κι αν δεν διακρίνεται ακόμα η αναβάθμιση της αξιολόγησης των Ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου από τους οίκους αξιολόγησης, που θα επιτρέψει στους αλλοδαπούς επενδυτές να επενδύσουν στις νέες εκδόσεις χρέους;

Που έγκειται άραγε η «καθαρότητα» της εξόδου; Αυτή η απλή ερώτηση δεν έχει απαντηθεί. Ήταν ένα έξυπνο σύνθημα που ενσωμάτωνε το συμβολισμό της εξόδου από το σκοτάδι των μνημονίων, στο φως της ελεύθερης διαχείρισης των οικονομικών της χώρας. Η κυβέρνηση έκλεινε και κλείνει το μάτι, υπενθυμίζοντας στους πολίτες πως αυτά που έκανε τόσον καιρό, δεν τα ήθελε αλλά ήταν υποχρεωμένη να τα κάνει. Και τώρα που τα κατάφερε τόσο καλά, θα έχει την ευκαιρία να ξεδιπλώσει το παράλληλο πρόγραμμα, να πραγματοποιήσει τις προεκλογικές υποσχέσεις, να εφαρμόσει τα βαθιά της «πιστεύω» και τις ιδεοληψίες της.

Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Σαφώς και όχι. Μπορεί προς το παρόν οι Βρυξέλλες να αποδέχονται κάποιες παρεκκλίσεις σε σχέση με τα συμπεφωνημένα και ψηφισμένα, στο θέμα των συντάξεων, της διατήρησης του μειωμένου ΦΠΑ και του κατώτατου μισθού. Οι παρεκκλίσεις αυτές μοιάζουν με αντάλλαγμα και με επιβράβευση για όλα όσα έχει κάνει η κυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου. Όμως και οι αξιολογήσεις πλησιάζουν και η ανάγκη για έξοδο στις αγοράς είναι ορατή. H χώρα θα αναγκαστεί, να αναζητήσει νέα κεφάλαια στις αγορές. Όπου εκεί δεν περνάει ούτε το γραφικό «καθαρός ουρανός, αστραπές δεν φοβάται», ούτε η λεβεντιά της «εξόδου από τα μνημόνια». Και καθώς οι διεθνείς αγορές είναι νεφελώδεις και το spread του ελληνικού ομολόγου εξακολουθεί να παίρνει το μοναχικό ανοδικό του δρόμο, η ελληνικά κυβέρνηση, προσπαθεί με κόλπα να ξεπεράσει τα εμπόδια.

Το νέο κόλπο λέγεται, αύξηση του επιτρεπόμενου ορίου για τη συμμετοχή των ελληνικών συστημικών τραπεζών στην αγορά των Ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου. Δεν φτάνει που η κυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου, χειρίστηκε την ανακεφαλαιοποίηση του 2015 με τρόπο καταστροφικό για τις τράπεζες και την εθνική οικονομία. Δεν φτάνει που με τη φιλοσοφία του «του δεν πληρώνω», έχει προκαλέσει κύμα άρνησης στην εξυπηρέτηση των δανείων. Δεν φτάνει που δεν συμβάλλει στη λύση του τραπεζικού προβλήματος. Λαμβάνει και πρωτοβουλίες που θα βυθίσουν τις συστημικές τράπεζες και την οικονομία, σε μεγαλύτερο τέλμα, αναγκάζοντας τις να καλύψουν την έκδοση των Ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου, αφού η αδυναμία πρόσβασης στην πραγματική αγορά, είναι πάνω από σίγουρη. Οι τράπεζες δεν έχουν κεφάλαια για να καλύψουν τις νέες ζημιές τους, δεν έχουν κεφάλαια για να δανείσουν την ελληνική επιχειρηματικότητα και να ανοίξουν πιστωτικές γραμμές, αλλά οι φωστήρες τις κυβέρνησης θα τις βάλουν να δαπανήσουν τους ελάχιστους πόρους τους, για να στηρίξουν την ανικανότητα του οικονομικού επιτελείου.

Δυστυχώς η «καθαρή έξοδος» οδήγησε και οδηγεί στο κενό, την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση, εξακολουθεί να κτίζει την προπαγάνδα της πάνω σε αυτόν το μύθο.

*Ο αρθρογράφος είναι οικονομικός αναλυτής, με ειδίκευση στο σχεδιασμό σύνθετων επενδυτικών στρατηγικών.

Αποποίηση Ευθύνης: Το περιεχόμενο της στήλης, είναι καθαρά ενημερωτικό και πληροφοριακό και δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση επενδυτική συμβουλή, ούτε υποκίνηση για συμμετοχή σε οποιαδήποτε συναλλαγή. Ο αρθρογράφος δεν ευθύνεται για τυχόν επενδυτικές και λοιπές αποφάσεις που θα ληφθούν με βάση τις πληροφορίες αυτές.