Μακάρι να γινόταν, αλλά δεν γίνεται

Είμαι αναφανδόν υπέρ των ελέγχων σε κάθε τόπο συναθροίσεων, άρα και στις εκκλησίες. Ο Τσίπρας το λοιπόν, θεωρητικώς έχει δίκιο όταν λέει ότι θα έπρεπε να μπαίνουν στους ναούς μόνο όσοι επιδεικνύουν αρνητικό rapid test. Από το θεωρητικό ως το πρακτικό όμως, η διαφορά είναι τεράστια. Και δεν υπάρχει χειρότερη επιλογή για μια κυβέρνηση από το να υιοθετεί την θεωρητική πλευρά των πραγμάτων, αδιαφορώντας αν η πρακτική πλευρά τους θα γελοιοποιήσει τις καλές προθέσεις της και θα φέρει τα αντίθετα αποτελέσματα από τα επιδιωκόμενα.

Σας εξομολογούμαι ότι δεν πολυχωνεύω τους παπάδες και τους καλόγερους. Ή μάλλον, για να είμαι ακριβοδίκαιος, κάνω αυστηρή επιλογή με ποιους απ’ αυτούς συνομιλώ και συναναστρέφομαι. Με τους φωτισμένους ή με τους ήπιους τα πάω μια χαρά, με τους φανατικούς και τους σκοταδιστές δεν θέλω να χω καμιά σχέση. Τους δεύτερους τους προγκίζω κιόλας δημοσίως, με όσα αυτό συνεπάγεται. Επίσης αποσυνδέω πλήρως το (υπαρκτό ή μη, δικός μου λογαριασμός) θρησκευτικό μου συναίσθημα, με τους ρασοφόρους διαμεσολαβητές προς τον Θεό. Μπορεί κάλλιστα να πιστεύω, δίχως να θεωρώ κάθε παπά εκπρόσωπο του Θεού.

Όμως δεν ζω αποκομμένος από τον μέσο άνθρωπο σ’ ένα διαμέρισμα του λεκανοπεδίου, από τον καναπέ του οποίου διατυπώνω από καθέδρας θέσφατα. Ζω μέσα στον πραγματικό κόσμο. Στην ιδιαίτερη πατρίδα μου, φεύγοντας από τα Χανιά για να φτάσω στο χωριό μου, περνώ μέσα από δεκαπέντε οικισμούς και χωριουδάκια. Τώρα τον χειμώνα, το μεγαλύτερο χωριό έχει διακόσιους κατοίκους, το μικρότερο πενήντα. Το καθένα όμως έχει στην πλατεία του μια εκκλησία, απόδειξη ότι υπάρχει ακόμα ως ζωντανός συλλογικός οργανισμός.

Το μέγιστο ποσοστό των κατοίκων τους είναι μεγάλοι άνθρωποι. Πάνε στην εκκλησία ως κομμάτι της ζωής τους. Πάνε επίσης σε κηδείες, μνημόσυνα και γιορτές, ως αναπόσπαστο μέρος της παραδοσιακής (και περιορισμένης εδώ που τα λέμε) κοινωνικότητας τους. Οι παπάδες τους, που κάθε ένας τους έχει στην ευθύνη του δυο ή τρεις ενορίες απ’ αυτές, είναι διαμοιρασμένοι ως προς την πανδημία και τον εμβολιασμό. Άλλοι είναι υπέρ, άλλοι κατά, άλλοι μιλούν, άλλοι δε μιλούν, άλλοι ζητούν μάσκα απ’ τους πιστούς, άλλοι ψιλοκάνουν το κορόιδο. Αντιεμβολιαστικά κηρύγματα από άμβωνος είναι σπάνια, ο δεσπότης είναι σκληρός και απαιτεί συμμόρφωση στις επίσημες εντολές. Το τι λέγεται όμως στον περίβολο μετά τη λειτουργία, είναι άλλου παπά ευαγγέλιο.

Πάμε στο δια ταύτα τώρα. Αν η πολιτεία απαιτήσει rapid test 48 ωρών από 80χρονους και 80χρονες για να πάνε στην εκκλησία που είναι απέναντι απ’ το σπίτι τους, είναι σαν να απαιτεί μια εξέταση αίματος πριν από κάθε γεύμα. Πως θα πάει ο παππούς και η γιαγιά είκοσι χιλιόμετρα απόσταση ως την πόλη για να κάνει rapid, ώστε να το επιδείξει στον νεωκόρο για να μπει στην εκκλησία; Απλώς δεν θα κάνει τεστ, αλλά θα περάσει τον δρόμο και θα μπει στην εκκλησία του, βρίζοντας την πολιτεία που ζητά τέτοια πράγματα.

Άλλο είναι να έχουν κλείσει τα πάντα όπως τα δύο προηγούμενα lockdown, τότε η κλειδωμένη για όλους εκκλησία ήταν μέρος μιας γενικότερης καθολικής έκτακτης ανάγκης. Τώρα είναι σαν να λες στον χωρικό να μην πάει στο χωράφι του, παρά μόνο υπό αυστηρές προϋποθέσεις. Ούτε είναι εφικτό να ελέγχει η αστυνομία όλες τις εκκλησίες των χωριών. Αφήστε που η ύπαρξη ενός περιπολικού έξω από την μητρόπολη Αθηνών δεν ξενίζει κανέναν, αλλά δυο αστυνομικοί έξω από τον Άη Γιώργη στην Δρακόνα φαντάζει ως τρομοκρατία. Εδώ καλούν αστυνομία για κλοπή και έρχεται την άλλη μέρα, στον εκκλησιασμό ή στην κηδεία θα τους δουν μπροστά τους ως αυστηρούς εφαρμοστές του νόμου;

Τα γράφω αυτά μ’ ένα «δυστυχώς» στο τέλος. Θα ‘θελα πολύ να είναι διαφορετικά τα πράγματα, στο κάτω-κάτω ένα rapid θα προφύλασσε αυτούς ακριβώς τους παππούδες και τις γιαγιάδες. Όμως πρακτικά είναι ανεφάρμοστο. Κι αν επιβαλλόταν, θα αφορούσε πέντε δέκα μεγάλες εκκλησίες στα κεντρικά μεγάλων πόλεων, παντού αλλού το μόνο που θα κατάφερνε θα ήταν την μαζική αντίδραση πληθυσμών που δεν έχουν καμιά παραβατική συμπεριφορά, ούτε μετέχουν ενεργά στον αντιεμβολιαστικό αγώνα.

Μπορεί να μοιάζει παρωχημένο για πολλούς από μας, αλλά υπάρχουν χιλιάδες γιαγιάδες που αφήνουν πενήντα λεπτά στο παγκάρι για ένα κερί διότι δεν έχουν περισσότερα. Πως θα τους πεις να καβαλήσουν το ΚΤΕΛ, να πάνε στην πόλη και να δώσουν 10 ευρώ για τεστ; Η λύση σ’ αυτές τις κοινότητες είναι η τήρηση της μάσκας στις εκκλησίες και η πειθώ για εμβολιασμούς. Το rapid δεν είναι λύση πρακτικά εφαρμόσιμη.

Και η επιβολή προς τους παπάδες μόνο μέσω των μητροπολιτών μπορεί να γίνει. Μόνο αυτοί μπορούν να φιμώσουν τους αντιεμβολιαστές ρασοφόρους, σπρώχνοντας παραλλήλως τους λογικούς να μιλήσουν υπέρ των εμβολίων και να απαιτήσουν από τους πιστούς να φοράνε μάσκες. Η αστυνομία δεν μπορεί. Στο χωριό, ο παπάς είναι πάνω από τον χωροφύλακα. Κακώς, αλλά έτσι είναι. Όσο για τους καλόγερους, δεν αναφέρομαι καν. Εκεί, στο 90% είναι χαμένη η υπόθεση. Όσοι γλυτώσουν απ’ αυτούς μετά την βέβαιη μόλυνση τους, το ίδιο και οι πιστοί που τους ακολουθούν. Εκεί δεν υπάρχει σωτηρία.