Καρλ Πόπερ: Ένας μεγάλος φιλελεύθερος διανοητής

Καρλ Πόπερ: Ένας μεγάλος φιλελεύθερος διανοητής

Του Δημήτρη Δημητράκου

Στις 28 Ιουλίου του 1902 γεννήθηκε στη Βιέννη ο Καρλ Ράιμοντ Πόπερ, ένας από τους σημαντικότερους φιλοσόφους του 20ού αιώνα. Η σύγχρονη επιστημολογία βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε θεμέλια που αυτός έστησε, ενώ συγχρόνως είναι ο μεγάλος θεωρητικός της ανοιχτής κοινωνίας και των δημοκρατικών αρχών.

Εκείνο που πρέπει εξαρχής να τονιστεί για τη φιλοσοφία του Πόπερ είναι ότι είναι ανατρεπτική, επαναστατική. Η φιλοσοφίας της επιστήμης του υποδεικνύει μια στάση απέναντι στη γνώση, που ξεπερνάει τα όρια της επιστήμης και εκτείνεται στην κοινωνία. Επιπλέον, η ποπεριανή θεωρία της ανοιχτής κοινωνίας εντέλλεται μια δημοκρατική φιλοσοφία, ένα φιλελεύθερο πιστεύω και ένα ήθος συμβατό με τον πολιτισμό της νεωτερικότητας.

Σε νεαρή ηλικία είχε προσχωρήσει στον μαρξισμό, αλλά γρήγορα απογοητεύτηκε, διότι οι βασικές αρχές της θεωρίας του Μαρξ δεν μπορούσαν να ελεγχθούν με την απαιτούμενη επιστημονική αυστηρότητα. Διαπίστωσε ότι οι θεωρίες του Φρόιντ, του Αντλερ, του Μαρξ δεν μπορούσαν να διαψευσθούν με τίποτα, με κανένα γεγονός, με κανένα πείραμα: ό,τι και αν συμβαίνει, «επαληθεύονται». Μάλλον αντιπροσωπεύουν μια πρόθεση ερμηνείας του κόσμου με έναν ορισμένο τρόπο, παρά μια δυνατότητα ανάπτυξης της επιστημονικής γνώσης.

Ο Πόπερ έκρινε ότι υπήρχε μια ουσιώδης διαφορά με τη στάση του Αϊνστάιν -τον οποίο είχε παρακολουθήσει έκθαμβος σε ομιλία που είχε κάνει στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης, το 1919. Η θεωρία της σχετικότητάς του ήταν πειραματικά ελέγξιμη -και ελέγχθηκαν με επιτυχία οι προβλέψεις της.

Αυτή ήταν η αρχική έμπνευση για το σπουδαίο επιστημολογικό του έργο, Logik der Forschung («Λογική της έρευνας»), που αργότερα μεταφράστηκε και δημοσιεύτηκε στα αγγλικά με τίτλο The Logic of Scientific Discovery («Η λογική της επιστημονικής ανακάλυψης»). Μια επιστημονική θεωρία, σύμφωνα με τον Πόπερ, δεν μπορεί να επαληθευθεί, αλλά δίνει τη δυνατότητα διάψευσής της. Στις εμπειρικές επιστήμες, οι θεωρίες πρέπει να είναι διαψεύσιμες. Προχώρησε πιο πέρα -και μάλιστα σε διάλεξη που έδωσε στην Αθήνα το 1979- λέγοντας ότι οι επιστημονικές θεωρίες, όπως και οι άνθρωποι, γεννιούνται θνητές: κάποτε θα διαψευσθούν, θα ξεπεραστούν από άλλες πληρέστερες. Γι'' αυτό η Διαψευσιμότητα είναι βασικό χαρακτηριστικό των εμπειρικών επιστημονικών θεωριών.

Επιπλέον ο Πόπερ ξεχωρίζει απόλυτα την αλήθεια, την οποία πρέπει να αναζητεί ο επιστήμονας, από τη βεβαιότητα, την οποία δεν μπορεί να έχει ποτέ. Η επιστημονική γνώση μας είναι ένα σύνολο από θεωρίες που δεν έχουν (ακόμη) διαψευσθεί, και όχι ένα σώμα οριστικά «κεκτημένων» γνώσεων.

Το έργο που έκανε τον Πόπερ ευρύτερα γνωστό στον κόσμο είναι το βιβλίο του The Open Society and Its Enemies, που κυκλοφόρησε το 1945 και που έχει μεταφραστεί σε δεκάδες γλώσσες στον κόσμο. Η μετάφραση στα ελληνικά («Η ανοιχτή κοινωνία και οι εχθροί της») δημοσιεύθηκε το 1980. Σ' αυτό του το έργο, ο Πόπερ εκθέτει τις θεωρητικές ρίζες του ολοκληρωτισμού, αλλά και του δογματισμού που τον εκτρέφει και τον δικαιολογεί. Συγχρόνως περιέχει μια θεωρία θεσμών, στην οποία η κριτική τοποθετείται σε κεντρικό λειτουργικό ρόλο.

Η θεωρία της ανοιχτής κοινωνίας δεν είναι λογική συνέπεια της επιστημολογίας του Πόπερ. Δεν «συνάγεται» λογικά μια πολιτική θεωρία από μια θεωρία της επιστήμης. Υπάρχουν, όμως, κοινά σημεία ανάμεσα στο δημοκρατικό και το επιστημονικό πνεύμα, που αναδεικνύονται από τον Πόπερ, τόσο στην «Ανοιχτή κοινωνία» όσο και στο κατοπινό The Poverty of Historicism (1957), που μεταφράστηκε και αυτό στα ελληνικά με τίτλο «Η ένδεια του ιστορικισμού», το 2005.

Η φιλελεύθερη θεωρία του Πόπερ είναι ριζοσπαστική, ακόμα και ανατρεπτική. Απαιτεί πριν απ' όλα την τιθάσευση της εξουσίας, την άρνηση του δογματισμού και τα ολοκληρωτικά πολιτικά του υποστυλώματα. Και απαιτεί από αυτούς που ασκούν εξουσία σε μια δημοκρατία, να λογοδοτούν για τα έργα τους και την πολιτική τους: ακριβώς όπως απαιτεί η ποπεριανή επιστημολογία από κάθε επιστημονική θεωρία να δίνει λόγο, να ελέγχεται για αυτά που εξαγγέλλει.

*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στον Φιλελεύθερο στις 30 Ιουλίου.