Η ανάπτυξη δεν είναι δεδομένη - Θέλει δουλειά και μεταρρυθμίσεις

Η χθεσινή ειδησεογραφία, ήταν ιδιαίτερα ενθαρρυντική όσον αφορά την πορεία των επενδύσεων στη χώρα μας. Εκτός από το προγραμματισμένο ταξίδι του πρωθυπουργού, στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα για την υπογραφή 9 συμφωνιών, που θα μετουσιωθούν σε επενδύσεις ύψους 4 δισ. δολάρια, πραγματοποιείται επίσκεψη εκπροσώπων 23 κορυφαίων γαλλικών εταιρειών για συνεργασίες και επενδύσεις στην Ελλάδα.

Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι η Γαλλία είναι ο 5ος μεγαλύτερος ξένος επενδυτής στη χώρα μας, με επενδύσεις συνολικού ύψους 1,49 δισ. ευρώ, σε νευραλγικούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας όπως είναι η ενέργεια, ο τουρισμός και η πράσινη ανάπτυξη. Με αυτό τον τρόπο ανατρέπεται πλήρως το αρνητικό ισοζύγιο από προηγούμενες μαζικές αποχωρήσεις Γάλλων επενδυτών όπως ήταν οι τράπεζες ΒΝΡ, Crédit Lyonnais, Crédit Agricole, Société Générale, αλλά και άλλες εταιρείες όπως η Pechiney, η Fnac, η Carrefour και άλλες.

Σήμερα στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται μια σειρά από μεγάλους Γαλλικούς ομίλους όπως είναι η Lafarge στο χώρο της τσιμεντοβιομηχανίας, η Imerys στο χώρο των ορυκτών, η Nexans στα καλώδια, η Engie στο χώρο της ενέργειας, η Vinci στις κατασκευές και υποδομές, η CMA-CGM στις θαλάσσιες μεταφορές, η ΑΧΑ, η Groupama και η CNP στο χώρο των ασφαλειών και πολλές άλλες.

Ωστόσο, είναι φανερό σε όσους βλέπουν την οικονομία από μέσα, ότι η αναπτυξιακή δυναμική της Ελληνικής Οικονομίας, δεν μπορεί να στηριχτεί μόνο σε αυτές τις επενδύσεις, καθώς το επενδυτικό έλλειμμα της χώρας μας, ξεπερνά το 100 δισ. Πρέπει να πραγματοποιηθούν πολύ μεγάλες επενδύσεις, για να καλύψουμε αυτό το επενδυτικό κενό. Και όσο και να μοχλευτούν, με ίδια κεφάλαια και τραπεζικές χρηματοδοτήσεις, ακόμα και οι πόροι του Ταμείου Ανάπτυξης, το κενό παραμένει.

Η ανάπτυξη δεν είναι ούτε αυτόματη, ούτε δεδομένη. Παρ’ όλες τις προσπάθειες που έχουν γίνει, το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν της Ελλάδας σήμερα βρίσκεται στο 60% του μέσου όρου των ευρωπαϊκών χωρών, εκεί που βρισκόταν δηλαδή λίγο πριν τη μεταπολίτευση. Και απέχει αισθητά από το 85% του 2008, πριν πτωχεύσει η χώρα και μπει αναγκαστικά στο δοκιμαστικό σωλήνα των μνημονίων.

Όσο βρισκόμασταν στο δοκιμαστικό σωλήνα των μνημονίων, έπρεπε να αγωνιζόμαστε απέναντι στον «κακό εαυτό μας» για να ξεπεράσουμε τις δικές μας χρόνιες παθογένειες. Σήμερα όμως πρέπει να αγωνιζόμαστε στο ανοικτό και διεθνοποιημένο περιβάλλον, στο οποίο πρέπει να επιτύχουμε να προσελκύσουμε επενδύσεις, όπως για παράδειγμα τις Γαλλικές ή των ΗΑΕ, για να μη στραφούν κάπου αλλού. Πρέπει να διεκδικήσουμε τα κεφάλαια που αναζητούν επενδυτικές ευκαιρίες σε όλα τα πλάτη και μήκη της Γης.

Και ξέρετε, δεν αρκεί να τους πούμε, ότι σήμερα είμαστε καλύτεροι από χτες. Πρέπει να τους δείξουμε ότι είμαστε καλύτεροι από τους άλλους. Σε ποιους τομείς;

Για παράδειγμα, στο νομικό και επενδυτικό πλαίσιο. Σίγουρα, είμαστε καλύτεροι απ’ ό,τι ήμασταν πριν από 30 χρόνια. Είμαστε όμως καλύτεροι από την Πορτογαλία, τη Ρουμανία, την Τσεχία ή την Τουρκία; Ασφαλώς και όχι.

Στον τομέα του εκπαιδευμένου και καταρτισμένου εργατικού δυναμικού. Βρίσκει κανείς στη χώρα μας εξειδικευμένο προσωπικό; Η εγχώρια βιομηχανία αναζητά 300.000 εργαζόμενους με κάποια οριακή κατάρτιση. Και δεν βρίσκει. Οι εταιρείες πληροφορικής αναζητούν μηχανικούς με το κιάλι, και δεν τους βρίσκουν. Ακόμα και η αγροτική παραγωγή βρίσκεται σε αδιέξοδο από έλλειψη εργατικών χεριών. Και εμείς ακόμα δεν έχουμε χωνέψει ότι πρέπει να γίνει μια έκρηξη στα πανεπιστήμια, που θα αποτινάξει τα κομματικά δεσμά και τις ιδεολογικές αγκυλώσεις και μια δεύτερη έκρηξη στο χώρο της κατάρτισης και απασχόλησης των μεταναστών, που πρέπει από παρίες της κοινωνίας, να γίνουν ενεργά μέλη.

Στο κομμάτι της γραφειοκρατίας και της ψηφιακής μετάβασης έχουν γίνει επίσης τεράστια βήματα. Όμως παντού, σε όλες τις χώρες που αναζητούν επενδύσεις έχουν γίνει αυτά ή παρόμοια βήματα. Απλά εμείς τα θαυμάζουμε περισσότερο, διότι έχουν μεταβάλλει υπέρμετρα την καθημερινότητα μας προς το καλύτερο. Κι έτσι, ακόμα και η υπογραφή ενός μανδαρίνου, η συνεδρίαση ενός συμβουλίου, η διαδικασία μιας προσφυγής, ακούγονται σαν παραφωνίες, που μας υποβαθμίζουν απέναντι στον ανταγωνισμό. Και μας φέρνουν όχι μόνο πίσω από τη γραμμή του τερματισμού, αλλά πιο πίσω ακόμα και από τη γραμμή της εκκίνησης.

Αντί λοιπόν να περιμένουμε «νομοτελειακά» την ανάπτυξη, όπως το ΚΚΕ περιμένει την κόκκινη επανάσταση, πρέπει να κινηθούμε με ακόμα μεγαλύτερες ταχύτητες για να καλύψουμε την απόσταση από τις χώρες που μας ανταγωνίζονται στην προσέλκυση επενδύσεων. Και ο μόνος τρόπος να καλυφθεί αυτή η απόσταση είναι η επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων. Παντού!