Φόνος. Φόβος. Αβάσταχτη πραγματικότητα

Φόνος. Φόβος. Αβάσταχτη πραγματικότητα

(Photo by Carlos Becerra/Anadolu Agency/Getty Images/Ideal Images)

Του Γιάννη Κουζηνού

Το κακό που έχει αφεθεί ελεύθερο στην Βενεζουέλα δεν ξορκίζεται με ανόητες προλήψεις και ευχές. Το κακό θερίζει κόσμο ανεξέλεγκτα και στην πιο σκοτεινή του μορφή τελικά εμφανίστηκε μπροστά μου και άγγιξε έναν ακόμα άνθρωπο.

Σου εύχομαι να μην τα ζήσεις ποτέ σου. Κανένας άνθρωπος, ποτέ και πουθενά. Όσο γεμάτη αφέλεια και να είναι αυτή η ευχή, πηγάζει μέσα από τα σωθικά μου. Εκεί βαθιά που έχω φυλαγμένους φίλους που χάθηκαν σε ένα δευτερόλεπτο την στιγμή που τους εκτελούσαν για ένα κινητό. Τους αγνώστους που είδα νεκρούς στον δρόμο δολοφονημένους από κτήνη, κουφάρια άδεια από ψυχή, περισσότερο νεκρούς, καιρό πριν από τα θύματά τους. Κανένας δεν αξίζει ένα τέτοιο βίαιο τέλος. Αλλά, όπως λέει o Will Munny, χαρακτήρας από την ταινία του Clint Eastwood, Unforgiven, “deserve''s got nothing to do with it”.

Έχω χάσει τρεις φίλους στα πέντε χρόνια που ζω στο Καράκας. Την μια στιγμή ήταν σύζυγοι, πατεράδες και γιοί και την επομένη πίκρα, θάνατος και οργή στην ψυχή των παιδιών τους, των γονιών τους και των συζύγων τους. Αφήνω όλους εμάς τους υπολοίπους έξω από αυτό τον μικρό δυστυχισμένο κύκλο ανθρώπων, τους φίλους τους και τους γνωστούς τους καθώς όσο και να μας πονάει η έλλειψή τους, όσο μουδιασμένοι και να συνεχίζουμε την ζωή μας, ένα μεγάλο κομμάτι, μια ολόκληρη χειροπιαστή φέτα κόπηκε κυριολεκτικά από τις ζωές των οικείων τους. Όσο o κύκλος μεγαλώνει, όσο απομακρυνόμαστε από τα θύματα και αυτά γίνονται μόνο είδηση κάπου στις τελευταίες σελίδες των εφημερίδων συνοδεία για τον πρωινό καφέ μας και η αποδοχή σιγά, σιγά της εφιαλτικής πραγματικότητας εδώ στην Βενεζουέλα σαν φυσιολογική ζωή, βιώνουμε ένα διαφορετικό είδος θανάτου. Η νέκρωση της ψυχής και της ενσυναίσθησης.

Μέσα στην αφέλειά μου και ίσως για να ξορκίσω το κακό, έχω γράψει μια, δυο φορές ότι ενώ έχω δει σχεδόν τα πάντα πια εδώ στο Καράκας, ένοπλες ληστείες, ξυλοδαρμούς και πτώματα στο δρόμο θύματα ληστών, ήμουν πολύ τυχερός που δεν είδα ποτέ να δολοφονείται άνθρωπος μπροστά μου. Το κακό όμως που έχει αφεθεί ελεύθερο στην Βενεζουέλα δεν ξορκίζεται με ανόητες προλήψεις και ευχές. Το κακό θερίζει κόσμο ανεξέλεγκτα και στην πιο σκοτεινή του μορφή τελικά εμφανίστηκε μπροστά μου και άγγιξε έναν ακόμα άνθρωπο. Δεν είναι είδηση, δεν είναι μεγάλο θέμα. Είναι φόνος, φόβος και αβάσταχτη πραγματικότητα.

Τουλάχιστον ήμουν μόνος μου. Δεν ήταν η κόρη μου και η γυναίκα μου μπροστά στο φονικό. Απόγευμα γύρω στις 5. Γυρνούσα στο σπίτι κουρασμένος και περίμενα στην διάβαση ακόμα μια φορά σαν τον χαζό να ανάψει το πράσινο για να περάσω. Όχι ότι δίνει κανένας άλλος από τους πεζούς ή τα οχήματα ιδιαίτερη προσοχή στα φανάρια αλλά σε πείσμα των καιρών και ενάντια στην στρεβλή κανονικότητα στην Βενεζουέλα πάντα προσπαθώ να ακολουθώ τους κανόνες. Δίπλα μου μια γριούλα που δίσταζε να περάσει και μάλλον περίμενε εμένα για να ακολουθήσει.

Τα πάντα γίνονται γρήγορα. Απίστευτα γρήγορα. Καμιά σχέση με τις συναρπαστικές σκηνές στις ταινίες δράσης του Hollywood σε slow motion. Μοτοσικλετιστής με κράνος πήγαινε προσεκτικά καθώς περνούσε με κόκκινο φανάρι. Μια δεύτερη μηχανή με δυο επιβαίνοντες του κλείνει τον δρόμο και o συνεπιβάτης αποβιβάζεται προτάσσοντας όπλο προς τον οδηγό της πρώτης μηχανής και ουρλιάζοντας κυριολεκτικά “κατέβα από την μηχανή τώρα. Κατέβα, γρήγορα, γρήγορα”.

Ο οδηγός υπάκουσε και κατέβηκε από την μηχανή. Ο νεαρός με το πιστόλι ανέβηκε στην μηχανή του, έβαλε μπρος και για ένα δευτερόλεπτο όλοι μας που παρακολουθούσαμε παγωμένοι πιστέψαμε ότι η κατάσταση θα περάσει αναίμακτα. Η γριούλα κυριολεκτικά είχε κρεμαστεί στο χέρι μου. Κανένας δεν θα μάθει τι είχε στο μυαλό του την στιγμή που o ιδιοκτήτης της μηχανής έκανε 2 βήματα προς το μέρος του νεαρού που είχε καβαλήσει την μοτοσικλέτα του. Τα δυο τελευταία βήματα της ζωής του. Ο νεαρός γύρισε γρήγορα, σήκωσε το πιστόλι και πυροβόλησε τρεις φορές. Όλες στο στήθος. Οι δυο νεαροί γκάζωσαν και έφυγαν με μεγάλη ταχύτητα πριν καλά καλά το σώμα του άτυχου άντρα σωριαστεί στο έδαφος. Όχι δεν είναι όπως στις ταινίες.

Ο άντρας με το κράνος ακόμα στο κεφάλι του δεν έφερε δυο σβούρες γύρω από τον εαυτό του και δεν είπε ασθμαίνοντας τα τελευταία του λόγια με δραματικό τρόπο. Απλά σωριάστηκε και έμεινε ακίνητος μέσα στο αίμα του που απλώθηκε στο οδόστρωμα. Η γριούλα που είχε γαντζωθεί στο χέρι μου άρχισε να τρέχει με ασυνήθιστη ζωντάνια (αδρεναλίνη το λένε) μακριά από το συμβάν. Η κυκλοφορία είχε σταματήσει και πέρασα και εγώ γρήγορα τον δρόμο. Δεν κοίταξα πίσω μου και δεν είδα ποτέ ξανά τον άντρα με το κράνος, το άδειο πια από άνθρωπο σώμα του. Μόνο μέσα στο κεφάλι μου που θα παιζόταν η σκηνή ξανά και ξανά όσες προσπάθειες και να έκανα για να σταματήσω την βασανιστική επανάληψη.

Ο θεριστής δεν φορούσε μαύρη κελεμπία και δεν βαστούσε δρεπάνι. Ο θεριστής ήταν νεαρός όχι πάνω από 18 και αυτό που έλειπε πολύ από την ζωή του ήταν μια φτηνή κινεζική μοτοσικλέτα. Την είχε τόσο πολύ ανάγκη που οτιδήποτε άλλο ήταν για αυτόν μηδαμινής αξίας. Ακόμα και μια ανθρώπινη ζωή. Εγκλήματα γίνονται παντού στον κόσμο. Κάθε μέρα, κάθε ώρα και κάθε δευτερόλεπτο. Στο Καράκας, στην Βενεζουέλα τα χρόνια της μπολιβαριανής επανάστασης δεν είναι πλέον έγκλημα αλλά κανονική γενοκτονία. Ένας ανεπίσημος πόλεμος που κατασπαράζει τυφλά ό,τι βρεθεί στο πέρασμά του. 16 Σεπτεμβρίου και έχουν ανακοινωθεί για ακόμα μια φορά μεγάλες πορείες διαμαρτυρίας. Μα τι ζητάν πάλι όλοι αυτοί οι άνθρωποι…