Δημοκρατία και απλή αναλογική

Δημοκρατία και απλή αναλογική

Του Δημήτρη Δημητράκου

Τα πρακτικά προβλήματα που δημιουργεί η υιοθέτηση της απλής αναλογικής είναι γνωστά: κυβερνητική αστάθεια, συνεχείς συνεννοήσεις και συναλλαγές «κάτω από το τραπέζι», νόθευση πολιτικών προγραμμάτων λόγω συγκυβέρνησης.

Κυκλοφορεί όμως η ιδέα ότι, τουλάχιστον θεωρητικά, το σύστημα της απλής αναλογικής εκφράζει τη δημοκρατική απαίτηση της αναλογικής εκπροσώπησης της λαϊκής βούλησης. Σ' αυτό που ακολουθεί, υποστηρίζω ότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει: ούτε «στη θεωρία» αποτελεί ιδανικό σύστημα η απλή αναλογική.

Λέγεται ότι το σύστημα της απλής αναλογικής είναι «δικαιότερο» από άλλα, διότι καταγράφει με ακρίβεια τη «λαϊκή βούληση» και ότι αυτή εκφράζεται μέσα από τα ποσοστά που πετυχαίνουν τα κόμματα στην εκάστοτε εκλογική αναμέτρηση. Μια τέτοια αντίληψη βασίζεται λογικά στην παραδοχή ότι αυτό που ονομάζουμε «λαός» αποτελεί μια ενιαία συλλογική οντότητα, που έχει μια συγκεκριμένη βούληση και το «καλύτερο» εκλογικό σύστημα είναι εκείνο που αποτυπώνει με τη μεγαλύτερη ακρίβεια την έκφραση αυτής της βούλησης.

Όμως, δεν είναι δεδομένη και ορατή αυτή η βούληση. Ο ίδιος ο λαός δεν είναι από μόνος του μια συλλογική προσωπικότητα, αλλά ένα όνομα που δίνουμε σε ένα σύνολο συγκεκριμένων ατόμων, τα οποία έχουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά, είναι κάτοχοι καθορισμένων δικαιωμάτων και υπόκεινται σε συγκεκριμένες υποχρεώσεις. Το αποτέλεσμα των εκλογών εκλαμβάνεται συμβατικά ως αποτύπωμα μιας εντολής του δήμου (με την αρχαία έννοια του συνόλου των πολιτών), η οποία προκύπτει από μια προβλεπόμενη διαδικασία σε μια δημοκρατία. Δεν είναι χαρτογράφηση μιας συλλογικής λαϊκής βούλησης που υποτίθεται ότι υπάρχει ανεξάρτητα από θεσμούς και συμβάσεις.

Το πρόβλημα με την ιδέα της λαϊκής βούλησης -και της αναλογικής εκπροσώπησής της- είναι ότι η ετυμηγορία του εκλογικού σώματος δεν εκφράζει την υποτιθέμενη ενότητα που αποδίδεται σ' αυτή τη βούληση. Κανένα κόμμα δεν αποσπά την παμψηφία του 100%. Η πλειοψηφία λογίζεται ως οιονεί παμψηφία και επομένως η αναλογική εκπροσώπηση υποτίθεται ότι εκφράζει την ενωμένη βούληση του λαού - έστω κατά προσέγγιση.

Σύμφωνα με μια άλλη αντίληψη για τη δημοκρατία, δεν είναι διόλου αναγκαία η παραδοχή του «λαού» ως συλλογικής οντότητας που υπάρχει ανεξάρτητα από ένα συγκεκριμένο θεσμικό πλαίσιο. Αναγνωρίζει ότι οι όροι «λαός», «λαϊκή κυριαρχία», και «ετυμηγορία του λαού» είναι ονόματα που συμβατικά δίνουμε σε έννοιες οι οποίες αντλούν το νόημά τους από τους θεσμούς που έχουμε δημιούργησε.

Υπό αυτό το πρίσμα, η αποτίμηση της καταλληλότητας ενός εκλογικού συστήματος δεν βασίζεται σε μια ιδέα μοναδικής ορθότητάς του, ούτε στο αν ευνοεί κάποιο αποτέλεσμα στο πλαίσιο μιας πολιτικής συγκυρίας. Ο κανόνας της πλειοψηφίας, σύμφωνα με αυτήν την αντίληψη, δεν έχει την έννοια της έκφρασης της «συλλογικής βούλησης» του λαού, αλλά ενός πρακτικού κανόνα λήψης/έγκρισης αποφάσεων και επιλογής/αντικατάστασης αρχόντων. Προέχουσα σημασία έχει η ανάγκη αποτελεσματικής διακυβέρνησης και λογοδοσίας των κυβερνώντων στους κυβερνώμενους. Και αυτή η ανάγκη δεν εξυπηρετείται με ένα εκλογικό σύστημα απλής αναλογικής. Εξυπηρετείται μάλλον από συστήματα που επιτρέπουν την επικράτηση βιώσιμων κυβερνήσεων και αξιόπιστης αντιπολίτευσης, καθώς και την εναλλαγή των κομμάτων στην εξουσία.

*Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο της 1ης Ιουλίου 2019