Ανοιχτές κοινωνίες και κλειστά μυαλά

Της Μαρίας Χούκλη

Το άρθρο που θα διαβάσετε, πρωτοδημοσιεύθηκε στις 25 Νοεμβρίου 1939 στη «Le soir republicain», τη δισέλιδη εφημερίδα που κυκλοφορούσε στο Αλγέρι υπό τη διεύθυνση του Albert Camus. Με το κείμενο ο συγγραφέας τοποθετείται για τον ρόλο της δημοσιογραφίας εν καιρώ πολέμου, γενικότερα για την επιλογή καθενός μας να οικοδομήσει εαυτόν ως ελεύθερη προσωπικότητα. Ενα μανιφέστο διαρκώς επικαιρο, πολύ περισσότερο στους ασυνάρτητους καιρούς μας.

Έγραψε ο Camus:

«Είναι δύσκολο σήμερα να αναφερθείς στην ελευθερία του Τύπου χωρίς να κατηγορηθείς για μωρολογία, Mata Hari ή για το ότι είσαι –δίχως άλλο– ανιψιός του Stalin.

Κι όμως, αυτή η ελευθερία δεν είναι παρά μια ακόμα πτυχή της ελευθερίας συνολικά, πράγμα που εξηγεί την εμμονή μας να την υπερασπιζόμαστε, πόσο μάλλον για όσους εξ ημών θεωρούν πως δεν υπάρχει άλλος τρόπος να νικήσουμε πραγματικά στον πόλεμο.

Ασφαλώς κάθε ελευθερία έχει τους περιορισμούς της, που προϋποθέτουν πάντως να αναγνωρίζεται η ύπαρξή της. (...) Είναι ανάγκη να αναζητήσουμε πώς, απέναντι στην κατάργηση των ελευθεριών, μπορεί να εξακολουθεί να παραμείνει ελεύθερος κάθε δημοσιογράφος. Το πρόβλημα δεν αφορά τις συλλογικότητες, αλλά το άτομο.

(...) Τέσσερις είναι οι προϋποθέσεις: η διαύγεια, η άρνηση, η ειρωνεία και η εμμονή.

Η διαύγεια προϋποθέτει την αντίσταση στο μίσος και τη μοιρολατρία. Είναι βέβαιο πως στον κόσμο που προσεγγίζουμε δια των εμπειριών μας τα πάντα μπορούν να αποφευχθούν. Ο ίδιος ο πόλεμος είναι ένα ανθρώπινο φαινόμενο, που ανά πάσα στιγμή είναι δυνατό να αποφευχθεί με ανθρώπινα μέσα. Αρκεί να γνωρίζει κανείς την ευρωπαϊκή πολιτική ιστορία των τελευταίων χρόνων για να βεβαιωθεί πως ο πόλεμος, όποιος κι αν είναι αυτός, έχει προφανείς αιτίες. Αυτή η διαυγής αντίληψη για τα πράγματα αποκλείει το τυφλό μίσος και την απελπισία που επιτρέπει τα πάντα. (...)

Απέναντι στην πλημμυρίδα της ηλιθιότητας, είναι επίσης αναγκαίο να προβάλλουμε ορισμένες αντιθέσεις. Όλες οι δυσκολίες του κόσμου δεν μπορούν να κάμψουν ένα πνεύμα κάπως καθαρό ώστε να αποδεχθεί να γίνει ανέντιμο. Για όποιον γνωρίζει το μηχανισμό της πληροφόρησης έστω και λίγο,είναι μάλλον εύκολο να διαπιστώνει την αυθεντικότητα κάθε είδησης. Κι είναι στο έργο αυτό που οφείλει να αφιερωθεί κάθε ελεύθερος δημοσιογράφος.

Διότι, ακόμα κι αν δεν μπορεί να πει όλα όσα σκέφτεται, του είναι πάντα δυνατό τουλάχιστο να μη λέγει όλα όσα θεωρεί παραπλανητικά. Κάθε ελεύθερη εφημερίδα κρίνεται εξίσου από όσα λέγει και όσα δεν λέγει. Αυτή η αρνητική ελευθερία είναι μακράν η σημαντικότερη όλων, για όποιον γνωρίζει πώς να την τηρεί. Διότι προετοιμάζει την έλευση της αληθινής ελευθερίας. Κατά συνέπεια, κάθε ανεξάρτητη εφημερίδα αναφέρει τις πηγές της, βοηθάει το κοινό της να τις αξιολογούν, απεχθάνεται την πλύση εγκεφάλου, καταργεί την καθοδήγηση, απαλύνει διαμέσου του σχολιασμού την ομοιομορφία της πληροφόρησης και γενικά υπηρετεί την αλήθεια στον βαθμό των δυνάμεών της. Όσο σχετικό κι αν είναι αυτό το μέτρο, τουλάχιστο μας επιτρέπει να αρνούμαστε αυτό που καμία δύναμη στον κόσμο δε θα μπορούσε να μας εξαναγκάσει να αποδεχθούμε: να μετατραπούμε σε υπηρέτες του ψεύδους.

Οδηγούμεθα έτσι στην ειρωνεία. Θεωρούμε αρχικά δεδομένο πως κάθε πνεύμα που αρέσκεται να επιβάλει δια της βίας τη θέλησή του έχει ανοσία στην ειρωνεία. Δεν μπορώ να δω τον Hitler, για να πάρω ένα μόνο σχετικό παράδειγμα, να καταφεύγει στη σωκρατική ειρωνεία. Αυτό σημαίνει πως η ειρωνεία μετατρέπεται σε απαράμιλλο όπλο κατά των δυναστών. (...) Αν η ίδια αλήθεια ειπωθεί πλαγίως, λογοκρίνεται μόνον πέντε φορές στις δέκα. (...) Αν και η αλήθεια και η ελευθερία είναι απαιτητικές ερωμένες, καθώς διαθέτουν ελάχιστους εραστές.

Είναι σαφές πως αυτή η διανοητική κατάσταση που εκτέθηκε εν συντομία εδώ δεν είναι δυνατό να υποστηριχτεί αποτελεσματικά χωρίς ένα ελάχιστο εμμονής. Πολλά εμπόδια εγείρονται στον δρόμο της ελευθερίας της έκφρασης. (...) Χρειάζεται από την άλλη να αποδεχθούμε πως υπάρχουν αποθαρρυντικά εμπόδια: η εμμονή της ανοησίας, η οργανωμένη παραπλάνηση, η πνευματική οξύτητα, κι ας αρκεστούμε σε αυτά. Αυτά είναι τα μεγάλα εμπόδια που καλούμαστε να καταρρίψουμε. Η ύπατη αρετή στο σημείο αυτό είναι η εμμονή. Εμμονή που παραδόξως αλλά φανερά τίθεται τότε στην υπηρεσία της αντικειμενικότητας και της ανεκτικότητας.

Ιδού λοιπόν ένας κανόνας για να διατηρηθεί η ελευθερία εν μέσω στης γενικευμένης δουλείας. Και λοιπόν; Θα μας πουν. Μετά τι γίνεται; Ας μη βιαζόμαστε. Αν κάθε ένας αποφάσιζε να διατηρήσει στην προσωπική του σφαίρα όλα όσα θεωρούσε αληθή και δίκαια, αν επέμενε να συμβάλλει με τις ταπεινές του δυνάμεις στη διατήρηση της ελευθερίας, να αντισταθεί στην παράδοση και να καταστήσει γνωστή αυτή του τη θέληση, τότε μόνο αυτός ο πόλεμος θα κερδιζόταν, με την πλήρη έννοια του όρου. (...) Η αξία του ανθρώπου είναι να ορθώνει το ανάστημά του, απέναντι σε όλα όσα θέλουν να τον εκμηδενίσουν. (...) Χρειάζεται λοιπόν να δοκιμάσουμε μια, ολοκαίνουργια ακόμα, μέθοδο: τη δικαιοσύνη και τη γενναιοδωρία. Που δεν μπορούν να εκδηλωθούν παρά εντός ήδη ελευθέρων καρδιών και πνευμάτων που εξακολουθούν να παραμένουν διαυγή. (...) Χρειάζεται να συνεχίσουμε, περισσότερο από οποτεδήποτε στο παρελθόν. Η ιστορία μπορεί να καταγράψει ή να μην καταγράψει τις προσπάθειές μας.

Αλλά τουλάχιστο να τις έχουμε κάνει.»