Το Κυπριακό μετά το πραξικόπημα στην Τουρκία

Το Κυπριακό μετά το πραξικόπημα στην Τουρκία

Της Άννας Κωνσταντινίδη*

Ο Ερντογάν βιώνει το κύκνειο άσμα του στην πολιτική του σταδιοδρομία. Μετά το πραξικόπημα, ο Τούρκος Πρόεδρος, θέλοντας να αποδείξει στο λαό του και στη Διεθνή Κοινότητα ποιος είναι το αφεντικό στη γείτονα χώρα, προβαίνει σε εκτεταμένες εκκαθαρίσεις. Διερωτάται κανείς, τόσες χιλιάδες ήταν οι πολιτικοί του αντίπαλοι που θέλανε να τον ανατρέψουν και μάλιστα σε τόσο νευραλγικές θέσεις; Αφού τους γνώριζε, ως φαίνεται, γιατί τόσο καιρό δεν προέβη σε αναδιάρθρωση του στρατού, του δημοσίου και της δικαιοσύνης και το έκανε «κατόπιν εορτής»; Εξαρτάται, βέβαια, ποιος ήταν καλεσμένος στο πάρτι…

Μετά το πραξικόπημα, ο Ερντογάν ήρθε όσο ποτέ άλλοτε αντιμέτωπος με τις πολιτικές του ανασφάλειες. Ο Τούρκος Πρόεδρος είναι σίγουρο ότι είχε οσμιστεί την αντίστροφη μέτρηση της πολιτικής του σταδιοδρομίας από δύο γεγονότα ορόσημο, α) την ήττα του κατά την πρώτη εκλογική αναμέτρηση του 2015, όταν δεν μπόρεσε να εμποδίσει την είσοδο στην τουρκική Βουλή του φιλοκουρδικού κόμματος και β) τη νίκη-θρίαμβο του Ακιντζί στα Κατεχόμενα.

Τα δύο αυτά γεγονότα κλόνισαν τον Ερντογάν. Οι πολιτικοί του χειρισμοί όσον αφορά τα ζητήματα με τη Δύση και τον εκβιαστικό τρόπο που τα προσέγγιζε (π.χ. μεταναστευτικό), καθώς και η προσπάθειά του για συνταγματική αναθεώρηση με την επαναφορά της θεοκρατίας σε όλες τις εκφάνσεις του δημόσιου και ιδιωτικού βίου, φανέρωναν έναν πολιτικό άνδρα σε σύγχυση, προκειμένου να διατηρήσει όσο ακόμα μπορούσε μία κατ' επίφαση πολιτική υπεροχή. Η συμπεριφορά του αυτή σε μια κρίσιμη ιστορική καμπή της Τουρκίας, τού στέρησε δύο σημαντικούς διαυλικούς συμμάχους με τη Δύση, τον Αχμέτ Νταβούτογλου και το νεοεκλεγέντα στα Κατεχόμενα, Ακιντζί.

Στο ζήτημα Ακιντζί, ο Ερντογάν είχε χάσει την ευκαιρία, λόγω των πολιτικών ατοπημάτων του με τη Δύση, να τον προσεγγίσει. Ο Τουρκοκύπριος ηγέτης είχε πάρει ευθείες αποστάσεις από τους χειρισμούς του Ερντογάν στα ζητήματα που αφορούσαν την Ευρώπη. Ο Τούρκος Πρόεδρος έχασε τις τουρκοκυπριακές εκλογές από τη στιγμή που δεν κατάφερε να συσπειρώσει τους επίλυδες του 1974 ώστε να προσέλθουν στην εκλογική αναμέτρηση. Εκείνο το διάστημα, το τουρκικό κράτος βρισκόταν σε πολιτικό αναβρασμό ενόψει των εσωτερικών εκλογών τού 2015. Ο φόβος του Ερντογάν για ενδεχόμενη είσοδο των Κούρδων στην τουρκική Βουλή, τον εμπόδισε να ασχοληθεί με τις εκλογές στα Κατεχόμενα, επιβεβαιώνοντας το σενάριο που αρνούνταν να φανταστεί, δηλαδή την εκλογή ενός μετριοπαθούς Τουρκοκύπριου ηγέτη.

Και φτάνουμε στο σήμερα. Την περασμένη εβδομάδα, ο Ακιντζί προσήλθε στο προγραμματισμένο εδώ και μήνες ραντεβού του με τον Αναστασιάδη, παρόλο που από τους διπλωματικούς κύκλους εκφραζόταν η άποψη ότι αυτή η συνάντηση θα ακυρωνόταν λόγω των γεγονότων στην Τουρκία. Αυτό που πρέπει να μας μείνει από τη συνάντηση αυτή είναι αυτό και είναι εξόχως συμβολικό, αν και δε συζητήθηκαν σε βάθος τα φλέγοντα ζητήματα (καθώς δόθηκε νέο ραντεβού για μετά τις διακοπές Αυγούστου), ότι είναι η πρώτη φορά από το 1974 που η τουρκοκυπριακή πλευρά έρχεται μόνη της στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, καθώς κατά τη συνάντηση δεν υπήρξε παρουσία Τούρκου αξιωματούχου, απεσταλμένου από την τουρκική κυβέρνηση, ως είθισται. Ο Ακιντζί ήθελε να δείξει στη Διεθνή Κοινότητα ότι η τουρκοκυπριακή πολιτική είναι ανεξάρτητη από την τουρκική.

Άλλωστε, η Τουρκία έχει τώρα ανάγκη την τουρκοκυπριακή συμμαχία και σε καμία περίπτωση δε συμβαίνει πλέον το αντίθετο. Ο Ερντογάν έχει ήδη πέσει στη δυσμένεια της Δύσης εξαιτίας των άστοχων πολιτικών επιλογών του, πελαγοδρομώντας τη δεδομένη στιγμή σε ύφαλα, καθώς –εκτός των εξωτερικών ζητημάτων– έχει να αντιμετωπίσει και σωρεία εσωτερικών προβλημάτων. Οι στρατιωτικοί, το άλφα και το ωμέγα τής τουρκικής πολιτικής, κάθε άλλο παρά οπαδοί της πολιτικής Ερντογάν είναι. Ο Τούρκος Πρόεδρος, έχοντας ως στόχο τη μεταστροφή του τουρκικού κατεστημένου στα θεοκρατικά πρότυπα, βρήκε εμπόδιο τους στρατηγούς, οι οποίοι –εκτός από την απώλεια των πολιτικών τους προνομίων, εξαιτίας του συγκεντρωτικού συστήματος των εξουσιών που προωθεί η ηγεσία του κράτους– διαβλέπουν μία περιθωριοποίηση της χώρας τους από τη Δύση, την στιγμή μάλιστα που τα ενεργειακά ανακατεύουν εκ νέου την τράπουλα των συμμαχιών στην ευρύτερη περιοχή.

Η Κύπρος αυτή την στιγμή, εξελίσσεται σε έναν νευραλγικής σημασίας παίκτη στα ενεργειακά. Ο Ακιντζί θέλει να γίνει συμμέτοχος των εξελίξεων αυτών, προσπαθώντας να αποτινάξει από πάνω του τη ρετσινιά του ανδρείκελου της τουρκικής κατοχής. Ο Ερντογάν είναι πλέον μόνος του, με μία κουρδική πλευρά που έχει σύμμαχο τη Δύση, μη μπορώντας να ελέγξει το εσωτερικό του κατεστημένο. Και το νερό που έβαλε στο κρασί του, όσον αφορά την επαναπροσέγγιση που επεδίωξε με τη Ρωσία, δεν αρκεί για να τον βγάλει από το αδιέξοδο στο οποίο βρίσκεται. Διότι, πολύ απλά οι Ρώσοι, έχοντας μείνει σε πολύ μεγάλο βαθμό εκτός του παιχνιδιού των αγωγών, σε καμία περίπτωση δε θέλουν να προσεγγίσουν έναν Ερντογάν που δεν έχει ερείσματα στην Ευρώπη, την οποία και στην πραγματικότητα θέλει να προσεγγίσει ο Πούτιν. Εκτός αυτού, οι διαφορετικές θρησκευτικές πεποιθήσεις των δύο λαών, είναι ένα σοβαρό ζήτημα και για τα δύο αυτά ισχυρά κράτη, στον κοινωνικό ιστό των οποίων διαμένουν μειονοτικές θρησκευτικές ομάδες, χριστιανοί στην Τουρκία και μουσουλμάνοι στη Ρωσία, με αγεφύρωτα θέματα με τις δύο αντίστοιχες πολιτικές ηγεσίες.

Η Τουρκία φαίνεται πως έχει χάσει το παιχνίδι των ενεργειακών εξελίξεων, λόγω των άστοχων χειρισμών του Ερντογάν. Η Ευρώπη, πιο ώριμη από ποτέ –και παρά την αστάθεια που παρουσιάζει στο οικονομικό οικοδόμημά της– θα είναι ο ρυθμιστής των ενεργειακών και πολιτικών εξελίξεων στην ευρύτερη περιοχή, γιατί έχει συνασπισμένους –και μάλιστα μετά τα τρομοκρατικά χτυπήματα που δέχθηκε– τους ομόθρησκους λαούς της.

Όλα αυτά τα γνωρίζει ο Ακιντζί, ο οποίος είναι διατεθειμένος να πάρει πάνω του το Κυπριακό, απαγκιστρώνοντας την πολιτική του από τις βουλήσεις της τουρκικής ηγεσίας, τώρα μάλιστα που βλέπει ότι τα ενεργειακά ζητήματα αποτελούν εφαλτήριο λύσης των μέχρι πρότινος δυσεπίλυτων ζητημάτων της ευρύτερης περιοχής. Λόγου χάρη, ένα κουρδικό κράτος πλέον δεν αποτελεί απλά ευσεβή πόθο των Κούρδων, αλλά μία πραγματικότητα που βρίσκεται σε καλό δρόμο.

Και το Κυπριακό μπορεί να λυθεί τώρα. Η ομοσπονδοποίηση της Κύπρου που επιδιώχθηκε το 1960 με τη Συνθήκη του Λονδίνου ήταν μία λύση για να συνεχίζει να υφίσταται ο βρετανικός έλεγχος στη νευραλγική περιοχή της ανατολικής Μεσογείου μετά την αποαποικιοποίηση της Μέσης Ανατολής και εξαιτίας του Ψυχρού Πολέμου. Σήμερα, τα κράτη δεν έχουν πλέον ν' αντιμετωπίσουν άλλα κράτη, αλλά τις πολυεθνικές εταιρείες. Οι ισχυρές χώρες υποχρεώνονται να σταθεροποιήσουν τις περιοχές όπου οι εταιρείες κολοσσοί τους θέλουν να επενδύσουν. Τα ζητήματα παγκοσμίου ενδιαφέροντος, όπως το Κουρδικό, το Κυπριακό και το Παλαιστινιακό, που μέχρι πρότινος είχαν παραπεμφθεί στις διπλωματικές καλένδες, βρίσκονται σε τροχιά επίλυσης.

 

* Η κα Κωνσταντινίδη είναι δρας Δημοσίου Δικαίου και Πολιτικής Επιστήμης της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ, Ιστορικός και Διεθνολόγος