Αναζητώντας έξοδο από το τέλμα του πολέμου στην Ουκρανία
Shutterstock
Shutterstock

Αναζητώντας έξοδο από το τέλμα του πολέμου στην Ουκρανία

Είναι απόλυτα δικαιολογημένο το ερώτημα που τίθεται, όχι μόνον στις αναλύσεις και στα άρθρα που ακούγονται και γράφονται, αλλά και στις κοινές και καθημερινές συζητήσεις μας για το πότε και πως θα τελειώσει ο πόλεμος στην Ουκρανία.

Όλο και περισσότεροι αντιλαμβάνονται ότι καμία πλευρά δεν έχει την δυνατότητα να πετύχει αποφασιστική νίκη κατά της άλλης και να επιβάλει έτσι την πολιτική της θέληση, κάτι που το έχουμε επισημάνει από καιρό στην σχετική μας αρθρογραφία, εδώ στο Liberal. Το στρατιωτικό τέλμα με την απουσία μειζόνων στρατιωτικών επιχειρήσεων και το πολιτικό αδιέξοδο που ήδη υπάρχει, φαίνεται ότι συνεχίζεται παράλληλα με τον πόλεμο φθοράς που διεξάγει η Ρωσία και αρέσει δεν αρέσει, καταβάλει την Ουκρανία.

Η δήλωση της Διευθύντριας της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών των ΗΠΑ, Αβρίλ Χέινς, για «έναν καταστροφικό πόλεμο στον οποίο καμία πλευρά δεν έχει οριστικό στρατιωτικό πλεονέκτημα», αν και δεν έτυχε μεγάλης δημοσιότητας, είναι χαρακτηριστική και αντανακλά την υφιστάμενη κατάσταση.

Παράλληλα η όχι και τόσο τυχαία διαρροή των διαβαθμισμένων εγγράφων στις ΗΠΑ, πληροφόρησε την παγκόσμια κοινή γνώμη ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν πάει καλά επιβεβαιώνοντας τα προαναφερθέντα, έστω και αν ακολούθησαν δηλώσεις που προσπάθησαν να αμβλύνουν τις εντυπώσεις που δημιουργήθηκαν.

Όσο περισσότερο διαφημίζεται αλλά και αργεί η πολυθρύλητη εαρινή ουκρανική επίθεση (και όχι αντεπίθεση), τόσο περισσότερες επιφυλάξεις δημιουργούνται για την επάρκεια της δύναμης και των μέσων και φυσικά τι θα μπορούσε όντως να πετύχει. Μικρής κλίμακας επιχειρήσεις σε τακτικό-τοπικό επίπεδο όπως στο Μπαχμούτ το τελευταίο διήμερο ουδόλως συνιστούν …στρατηγική επίθεση!

Με το στοιχείο του αιφνιδιασμού να έχει χαθεί υπάρχουν πλέον σοβαρές επιφυλάξεις  για το  αν αυτή η επιθετική επιστροφή της θα μπορούσε τελικά να εκπληρώσει τους στρατηγικούς στόχους που έχει θέσει το Κίεβο και συνίσταται στην ανακατάληψη όλων των εδαφών της ουκρανικής επικράτειας που κατέχουν οι Ρώσοι και έτσι να λυθεί η δυσεπίλυτη εξίσωση «να μην χάσει η Ουκρανία, να μην κερδίσει η Ρωσία». 

Στις 15 Απριλίου, είχαμε περιγράψει και αναλύσει τα προβλήματα αυτής της πολυδιαφημισμένης ουκρανικής επίθεσης, εδώ στο Liberal.

Προχθές, Πέμπτη 11 Μάιου ο ίδιος ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Βολόντιμιρ Ζελένσκι, σε συνέντευξη που έδωσε σε διεθνή ΜΜΕ επιβεβαίωσε τα προβλήματα αυτά και είπε ότι η χώρα του χρειάζεται περισσότερο χρόνο για να προετοιμαστεί για αυτήν την επίθεση, έχοντας συνειδητοποιήσει ότι μία αποτυχημένη επίθεση θα μπορούσε να καταστρέψει ακόμα και αυτά που έχει πετύχει η Ουκρανία σε αυτόν τον πόλεμο που της επέβαλε η Μόσχα.

Στα πιθανά αποτελέσματα μιας ουκρανικής επίθεσης περιλαμβάνεται και αυτό μιας ήττας και απώλειας επιπλέον εδαφών, ή τουλάχιστον μιας επιτυχίας σε τακτικό επίπεδο άνευ αξίας και ουσίας. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, το κύρος της ουκρανικής διπλωματίας σε πιθανές διαπραγματεύσεις, θα έχει μειωθεί σε σχέση με το σημερινό βάρος της.

Από την μεριά της η Ρωσία δεν πέτυχε την αποφασιστική νίκη στον ελάχιστο δυνατό χρόνο και με το ελάχιστο δυνατό κόστος όπως επεδίωκε για να επιβάλει την πολιτική της θέληση στην Ουκρανία. Όμως, τα εδαφικά της κέρδη δεν είναι αμελητέα. Έχει καταλάβει εδάφη που ανέρχονται στο 20% της συνολικής επικράτειας της Ουκρανίας και συμπεριλαμβάνει εκτός από το μεγαλύτερο μέρος του Ντόνμπας, μία ευρεία εδαφική παραθαλάσσια ζώνη που συνδέει χερσαία την Κριμαία μέσω Μελιτούπολης, Μαριούπολης και Ντόνμπας με την Ρωσία στερώντας ταυτόχρονα την Ουκρανία από την Θάλασσα του Αζόφ, ενώ έχει μπλοκάρει και την θαλάσσια έξοδό της στην Μαύρη θάλασσα.

Οι ρωσικές δυνάμεις έχουν σταθεροποιήσει το μέτωπο που εκτείνεται σε ένα μήκος 1.200 περίπου χιλιομέτρων και έχουν οργανώσει αμυντικά όλη την περιοχή με ένα πλήθος οχυρωματικών έργων και λοιπών κωλυμάτων και όλα δείχνουν ότι έχουν διατάξει τις δυνάμεις τους με τέτοιο τρόπο περιμένοντας την επίθεση των ουκρανικών δυνάμεων για να τις καταστρέψουν αντί οι ίδιοι να επιτεθούν. Ίσως να έχουν πάρει το μάθημά τους.

Όπως έγραψε πρόσφατα ο δημοσιογράφος και αναλυτής, Άνταμ Τέιλορ, στην Washington Post, οι αμερικανικές υπηρεσίες εκτιμούν ότι Ρωσία μπορεί παρά τις κυρώσεις που έχουν πλήξει αλλά δεν έχουν γονατίσει την οικονομία της, να χρηματοδοτήσει τον πόλεμο για τουλάχιστον ακόμα ένα χρόνο, έστω και αν επιβληθούν και επιπρόσθετες κυρώσεις. Επίσης, σύμφωνα με εκτιμήσεις από ανεξάρτητες δυτικές πηγές η οικονομική και πολιτική ελίτ στην Ρωσία εξακολουθούν να υποστηρίζουν τον Πούτιν στον πόλεμο που κάνει στην Ουκρανία ενώ και ένα 60-70% των Ρώσων πολιτών διάκεινται μέχρι τώρα ευνοϊκά.

Με αυτά τα δεδομένα ο Πούτιν έχει μετατρέψει τον πόλεμο σε ένα παρατεταμένο πόλεμο φθοράς «ποντάροντας» στην σταδιακή κάμψη της θέλησης των Ουκρανών για συνέχιση του αγώνα (κάτι βέβαια που μέχρι τώρα δεν έχει πετύχει) και στην μειωμένη ανθεκτικότητα της Δύσης ως προς την αλληλεγγύη και την συνέχιση της υποστήριξης της Ουκρανίας. Αυτό άλλωστε δείχνει η προ διμήνου έρευνα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων (ECFR). Απλά η Ρωσία αναζητεί απεγνωσμένα να βρει έναν τεχνητό ορισμό της «νίκης» για να τερματίσει το τέλμα στην Ουκρανία.

Ο πόλεμος με την έννοια απουσίας στρατιωτικών επιχειρήσεων είναι πιθανόν μέχρι το τέλος του έτους, που θα συμπέσει με ακόμα έναν δριμύ χειμώνα, να τελειώσει. Αυτό όμως που «φοβόμαστε» είναι ότι έτσι βυθιζόμαστε σε ένα ακόμα μεγαλύτερο τέλμα και πάμε σε μία παγωμένη σύγκρουση που όμως ανά πάσα στιγμή αυτή θα μπορούσε να μετατραπεί σε θερμή με απροσδιόριστες συνέπειες.

Κάποιοι πόλεμοι δεν τελειώνουν ή αργούν να τελειώσουν όπως αυτός της Ουκρανίας διότι οι ηγέτες των εμπολέμων πιστεύουν ότι συνεχίζοντας να πολεμούν, παρά να προχωρήσουν σε μία πολιτική λύση, εξασφαλίζουν επωφελέστερη έκβαση. Όμως ένας πόλεμος τελειώνει είτε όταν η μία πλευρά επιτυγχάνει αποφασιστική νίκη και επιβάλει την θέληση της στην άλλη, είτε όταν η συνέχιση του έχει πολύ μεγαλύτερο κόστος από το κόστος των παραχωρήσεων και των συμβιβασμών που θα τον περατώσει.

Για τους παραπάνω λόγους ο γράφων είχε υποστηρίξει εξ αρχής με άρθρο στο Liberal,  ότι αξίζει προσοχής η κινεζική πρόταση που ουδόλως συνιστά σχέδιο ειρήνης, αλλά αποβλέπει σε σταδιακή αποκλιμάκωση της κατάστασης με τελικό σκοπό την συνολική παύση εχθροπραξιών προκειμένου κατόπιν να ανοίξει ο δρόμος για ειρηνευτικές συνομιλίες.

Ο Μπάιντεν που αρχικά είχε απορρίψει την κινεζική πρόταση με την μάλλον υπεραπλουστευμένη θέση ότι «αν ο Πούτιν το επικροτεί, τότε πώς θα μπορούσε αυτή να είναι καλή», κάλεσε την ηγεσία του Πεκίνου να επικοινωνήσει με τον Ουκρανό πρόεδρο για να ακούσει τις θέσεις του, κάτι που έπραξε πριν από 4 εβδομάδες ο Κινέζος πρόεδρος, Σι Τζιπίνγκ, και έστω και αν δεν μας αρέσει, είναι μάλλον ο μόνος παγκόσμιος ηγέτης που θα μπορούσε να είναι πειστικός στον Πούτιν.

Επισημαίνουμε με τίμια γλώσσα και χωρίς υπεκφυγές ότι η Ουκρανία αιμορραγεί και καταστρέφεται όλο και περισσότερο ενώ η παράταση του πολέμου ευνοεί τον Πούτιν. Η Αμερική, αρέσει δεν αρέσει, είναι εμπλεκόμενο μέρος, και παράλληλα με την ενίσχυση της Ουκρανίας θα πρέπει να αναζητήσει μαζί με τους Ευρωπαίους συμμάχους στρατηγική εξόδου έστω και αν αντιτίθενται σε αυτό η Πολωνία και οι Βαλτικές Χώρες. Το ίδιο θα πρέπει χωρίς μαξιμαλισμούς να κάνει πρωτίστως η Ρωσία ως επιτιθέμενη χώρα κατανοώντας το αδιέξοδο που δημιουργεί.

Το ζητούμενο πρώτα απ’ όλα είναι να οδηγηθούν τα μέρη σε μία αποκλιμάκωση και να διερευνηθεί κατόπιν όπως πολλές φορές έχω υποστηρίξει η δυνατότητα παύσης των εχθροπραξιών και εφαρμογής μίας ανακωχής τύπου Κορέας 1953, που θα επιτρέψει σε δεύτερη φάση έναν ουσιαστικό διάλογο. Δεν τελειώνουν όλοι οι πόλεμοι με μόνιμες ειρηνευτικές διευθετήσεις. Ο πόλεμος της Κορέας έληξε με ανακωχή και ο πόλεμος του Γιομ Κιπούρ το 1973 οδήγησε σε «συμφωνίες αποδέσμευσης», οι οποίες στην περίπτωση του Ισραήλ και της Συρίας εξακολουθούν να ισχύουν.

Είτε με υποστήριξη της κινεζικής πρωτοβουλίας όπως έχει ζητήσει και ο Γάλλος πρόεδρος Μακρόν, είτε με παράλληλη δυτική πρωτοβουλία που στο τέλος θα μπορούσε να συγκλίνει με την κινεζική απαιτείται η αναζήτηση του τέλους (end game). Αν αφεθεί στην τύχη του θα βρεθούμε σε μία μακρά παγωμένη σύγκρουση χωρίς νίκη, χωρίς ειρήνη που θα μπορούσε να εξαπλωθεί κάθε στιγμή.

* Ο Αντιστράτηγος ε.α. Κωνσταντίνος Λουκόπουλος είναι Γεωστρατηγικός Αναλυτής