Με μόλις 144 μονάδες ή 2,4% να χωρίζουν τον S&P 500 από το υψηλότερο επίπεδο στα χρονικά, θα έλεγε κανείς ότι οι αγορές δείχνουν να υποτιμούν τη σοβαρότητα της κατάστασης στη Μέση Ανατολή και το μέγεθος της απειλής για την παγκόσμια σταθερότητα. Διότι μπορεί οι αγορές παραδοσιακά να μην… τρέμουν τους γεωπολιτικούς κινδύνους, ωστόσο είναι ξεκάθαρο ότι διανύουμε μία περίοδο ιστορικών εξελίξεων, με τον Ντόναλντ Τραμπ να απειλεί ευθέως το Ιράν με εμπλοκή των ΗΠΑ στον πόλεμο με το Ισραήλ.
Εκτός από τον κίνδυνο να ξεσπάσει ένας νέος πόλεμος διαρκείας, οι αγορές αρχίζουν να εστιάζουν στις τιμές του πετρελαίου (και γενικότερα της ενέργειας) καθώς το Ιράν απειλεί να κλείσει το Στενό του Ορμούζ. Η Shell ήδη προειδοποίησε για τεράστιες επιπτώσεις, ενώ όπως αναφέρει η JPMorgan, από το Στενό του Ορμούζ περνάει το 34% των εξαγωγών πετρελαίου μέσω θαλάσσης, το 30% του εμπορίου LPG και το 20% του εμπορίου LNG.
Αρκεί να πούμε ότι πριν από περίπου δύο μήνες οι προβλέψεις των αναλυτών τοποθετούσαν τη μέση τιμή του Brent για το 2025 στα 60 δολάρια το βαρέλι και τώρα όλα κινδυνεύουν να ανατραπούν.
Σημαντική είναι η προειδοποίηση της JPMorgan, η οποία κάνει λόγο για επικίνδυνο εφησυχασμό από την πλευρά των επενδυτών και εκτιμά ότι θα υπάρξουν απρόβλεπτες επιπτώσεις στην περίπτωση αποσταθεροποιήσης του Ιράν. Όπως σημειώνει η αμερικανική τράπεζα, το Brent στα 75 δολάρια (78,85 δολάρια χθες) βρίσκεται μόλις κατά 10 δολάρια υψηλότερα από το σημείο που προέβλεπαν οι αναλυτές, πριν τις πυραυλικές επιθέσεις, για τον μήνα Ιούνιο. Επίπεδο που αντανακλά πιθανότητα 17% να επιβεβαιωθεί το δυσμενές σενάριο, κατά το οποίο ο αντίκτυπος στην πλευρά της προσφοράς θα επεκταθεί πέρα από τη βραχυπρόθεσμη μείωση των ιρανικών εξαγωγών.
Οι επενδυτές δεν αγνοούν ούτε παραβλέπουν τα όσα συμβαίνουν στη Μ. Ανατολή. Εκτιμούν όμως ότι η τρέχουσα γεωπολιτική αναταραχή δεν είναι ικανή να ανατρέψει την ανοδική πορεία των μετοχών σε βάθος δεκαετιών και όχι σε ορίζοντα μηνών. Όπως σημειώνει η Deutsche Bank σε σχετική της ανάλυση, «οι γεωπολιτικές εξελίξεις συνήθως δεν έχουν μεγάλη σημασία για τις επιδόσεις των αγορών σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα».
Στο ίδιο μήκος κύματος είναι και οι αναλυτές της αμερικανικής LPL Financial, οι οποίοι εξετάζουν 25 μεγάλα γεωπολιτικά επεισόδια που φτάνουν πίσω έως την επίθεση των Ιαπώνων στο Περλ Χάρμπορ το 1941 και την επίδρασή τους στα χρηματιστήρια. Καταλήγουν, λοιπόν, στο συμπέρασμα ότι οι συνολικές απώλειες για τις μετοχές εξαιτίας τέτοιων γεγονότων είναι σε γενικές γραμμές περιορισμένες, ενώ χρειάζονται, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, σχεδόν δύο μήνες για να αντισταθμίσουν πλήρως τις απώλειες και να ανακάμψουν.
Προσοχή όμως. Οι αγορές δεν υποχωρούν προκαταβολικά αλλά αντιδρούν με απότομες κινήσεις στον απόηχο γεωπολιτικών γεγονότων που αυξάνουν την πιθανότητα ευρύτερων ανατροπών που επηρεάζουν την οικονομία και το εμπόριο. Με άλλα λόγια, οι επενδυτές εξετάζουν κατά πόσο η γεωπολιτική αναταραχή θα έχει θετικό ή αρνητικό αντίκτυπο για την οικονομία στα επόμενα τρίμηνα, έτσι ώστε να τοποθετηθούν καταλλήλως. Αν δεν επιβεβαιωθεί το σενάριο μίας μεγάλης καταστροφής, τότε οι αγορές συνεχίζουν περίπου σαν να μη συνέβη τίποτα. Σε αντίθετη περίπτωση θα πρέπει να αναμένουμε ακραίο sell-off.
Για παράδειγμα, οι αγορές τηρούν στάση αναμονής σε ό,τι αφορά το κλείσιμο του Στενού του Ορμούζ και τις επιπτώσεις που θα έχει για τις τιμές του πετρελαίου. Αν το Ιράν κλείσει το πέρασμα θα δούμε Brent και WTI να εκτινάσσονται ακαριαία και τις μετοχές να δέχονται σοβαρό πλήγμα. Από κει και πέρα, η πορεία των αγορών θα εξαρτηθεί από τη διάρκεια της κρίσης. Αξίζει να σημειωθεί ότι η τελευταία φορά που η τιμή του Brent βρέθηκε πάνω από τα 120 δολάρια (επίπεδο που προβλέπεται να ξεπεράσει αν κλείσει το Στενό του Ορμούζ) ήταν το 2022, στον απόηχο της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία και των κυρώσεων που επιβλήθηκαν. Αμέσως μετά την πρώτη επίθεση του Ισραήλ κατά του Ιράν, το Brent εκτινάχθηκε στα 78 δολάρια, καταγράφοντας τη μεγαλύτερη ημερήσια άνοδο από τον Μάρτιο του 2022.
Είναι πραγματικά εντυπωσιακό ότι οι δύο μειώσεις επιτοκίων που συνεχίζει να «βλέπει» η Fed για το υπόλοιπο του 2025 είναι ικανές να διατηρήσουν τους δείκτες της Wall Street σε απόσταση αναπνοής από τα ιστορικά τους υψηλά, την ώρα που οι Ηνωμένες Πολιτείες συγκεντρώνουν στρατεύματα στη Μ. Ανατολή. Ορισμένοι αναλυτές, μάλιστα, προειδοποιούν τους επενδυτές να μην επαναπαύονται και σημειώνουν ότι είναι λανθασμένη η πεποίθηση πως η αμερικανική αγορά είναι… μακριά από τα γεωπολιτικά γεγονότα.