«Καύσωνας» στις ευρωπαϊκές αγορές με φόντο τις εκλογές σε Γαλλία και Μ. Βρετανία
shutterstock
shutterstock

«Καύσωνας» στις ευρωπαϊκές αγορές με φόντο τις εκλογές σε Γαλλία και Μ. Βρετανία

Πολιτικός, οικονομικός και επενδυτικός «καύσωνας» αναμένεται τις επόμενες εβδομάδες στην Ευρώπη, καθώς με φόντο τις εκλογές του Ιουλίου σε Γαλλία και Μ. Βρετανία, τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια δέχονται ήδη ισχυρό πλήγμα. Οι βασικοί δείκτες σε Ιταλία, Γαλλία και Γερμανία σημείωσαν ενδοσυνεδριακά πτώση που άγγιξε μέχρι και το 3%, με αποτέλεσμα να απομακρύνονται από τα ιστορικά τους υψηλά. 

Είναι η έναρξη μίας περιόδου ακραίας πολιτικής αβεβαιότητας για τη Γηραιά Ήπειρο, με ανατροπές που μπορεί να φτάσουν μέχρι και τη Γερμανία και τα θεσμικά όργανα της Ε.Ε.; Οι αγορές αναμένουν τις εξελίξεις και προσπαθούν να σταθμίσουν την αλλαγή που θα συντελεστεί με την διαφαινόμενη άνοδο στην εξουσία, των Εργατικών στη Μ. Βρετανία και της Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία. 

Τα χρηματιστήρια του Λονδίνου και του Παρισιού βρέθηκαν στο υψηλότερο επίπεδο στα χρονικά υψηλά στις 15 Μαΐου, ωστόσο οι δείκτες FTSE 100 και CAC 40 υποχωρούν έκτοτε έως και άνω του 7%. Στις συναλλαγές της Παρασκευής, μαζικές ρευστοποιήσεις καταγράφονται στα χρηματιστήρια της Γαλλίας και της Ιταλίας, ενώ πτωτικά κινούνται σχεδόν όλοι οι ευρωπαϊκοί δείκτες.

Δύο πρόωρες εκλογικές αναμετρήσεις, στις δύο από τις σημαντικότερες – μαζί με τη Γερμανία - οικονομίες της Ευρώπης. Δύο κάλπες που στήνονται με φόντο την ακρίβεια, την οικονομική στασιμότητα, τα υψηλά ελλείμματα και τα σημαντικά προβλήματα που ταλαιπωρούν τους Ευρωπαίους πολίτες. 

Από τη μία πλευρά η Μ. Βρετανία, όπου ο Ρίσι Σούνακ δείχνει ανήμπορος να σηκώσει το βάρος της οικονομίας και των σοβαρών προβλημάτων που αντιμετωπίζει η χώρα σε νευραλγικούς τομείς, όπως της υγείας. Από την άλλη, η Γαλλία και ο Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος υποχρεώθηκε να προκηρύξει πρόωρες βουλευτικές εκλογές μετά από τη μεγάλη ήττα που υπέστη στις Ευρωεκλογές. Στη Μ Βρετανία οι βουλευτικές εκλογές θα διεξαχθούν στις 4 Ιουλίου, ενώ στη Γαλλία στις 30 Ιουνίου (α’ γύρος) και στις 7 Ιουλίου (β’ γύρος). 

Στις 22 Μαΐου, ο πρωθυπουργός της Μ. Βρετανίας, Ρίσι Σούνακ, ανακοίνωσε τη διεξαγωγή πρόωρων, θέλοντας να προλάβει την άνοδο που εμφανίζουν οι Εργατικοί στις δημοσκοπήσεις, σε μία συγκυρία που ο πληθωρισμός δείχνει να εξασθενεί στη Μ. Βρετανία και να επιτρέπει στην Τράπεζα της Αγγλίας να προχωρήσει σε μειώσεις επιτοκίων.

Ο ηγέτης των Τόρις μπορούσε να πάει σε εκλογές έως τον Ιανουάριο του 2025 και η κίνησή του μοιάζει με παραίτηση, καθώς οι δημοσκοπήσεις δίνουν προβάδισμα άνω των 20 ποσοστιαίων μονάδων στους Εργατικούς. Μετά από 14 χρόνια στην εξουσία, οι Συντηρητικοί αναμένεται να παραδώσουν τη σκυτάλη στους Εργατικούς και στον ηγέτη τους Κιρ Στάρμερ, ο οποίος υπόσχεται ενίσχυση των ιδιωτικών επενδύσεων με στόχο την επιτάχυνση της οικονομικής ανάπτυξης της χώρας. 

Στη Γαλλία η κατάσταση είναι πιο πολύπλοκη. Με το κόμμα της Λεπέν να προηγείται, το επικρατέστερο σενάριο κάνει λόγο για συνύπαρξη του Προέδρου Μακρόν, με έναν ακροδεξιό πρωθυπουργό. Πρόκειται για ένα εξαιρετικά ιδιόμορφο είδος συγκατοίκησης στην εξουσία, μία συνθήκη που θεωρείται πρωτοφανής για τα γαλλικά δεδομένα. 

Τι λένε, λοιπόν, οι αγορές για όλα αυτά; Οι εκλογές στη Γαλλία είναι αυτές που υπόσχονται να ταράξουν περισσότερο το επενδυτικό κλίμα. Ήδη, σε μόλις τέσσερις ημέρες συναλλαγών από την ώρα που ο Μακρόν κήρυξε πρόωρες εκλογές, ο δείκτης CAC χάνει πάνω από 5%.

Οι αναταράξεις στο χρηματιστήριο του Παρισιού αντανακλούν τη γενικότερη ανησυχία για την άνοδο της ακροδεξιάς στην Ευρώπη και οι επενδυτές προετοιμάζονται για μακρά περίοδο πολιτικής αβεβαιότητας. 

Αν συνυπολογίσουμε και τη δύσκολη εξίσωση που καλείται να λύσει η κυβέρνηση από τη στιγμή που το έλλειμμα φτάνει στο 5,5% του ΑΕΠ και το δημόσιο χρέος ξεπερνά το 110% του ΑΕΠ, το υπόλοιπο του έτους είναι πολύ πιθανό να χαρακτηριστεί από αναταράξεις. 

Όσο για τη Μ. Βρετανία, η παράδοση δείχνει μία θετική αντίδραση στις νίκες των Εργατικών. Όπως αναφέρει η Citi και σύμφωνα με στοιχεία από το 1979 έως σήμερα, ο δείκτης MSCI UK εταιρειών υψηλής και μεσαίας κεφαλαιοποίησης, ενισχύεται κατά περίπου 6% το εξάμηνο μετά τις νίκες των Εργατικών και υποχωρεί κατά περίπου 5% όταν επικρατεί το Συντηρητικό Κόμμα. Επίσης, ο δείκτης FTSE 250 που έχει πιο τοπικό χαρακτήρα από τον FTSE 100 που θεωρείται πιο διεθνοποιημένος, υπεραποδίδει μετά από νίκη των Εργατικών.

Με δεδομένο ότι ο Στάρμερ θέτει ως βασική προτεραιότητα τη μείωση των ελλειμμάτων και την ενίσχυση των επενδύσεων, την ώρα που η Τράπεζα της Αγγλίας είναι έτοιμη να μειώσει τα επιτόκια και η βρετανική οικονομία βγαίνει από την ύφεση του 2023, οι οιωνοί είναι θετικοί.

Μόνο που η Μ. Βρετανία έχει συνηθίσει τα τελευταία χρόνια σε περιόδους έντονων πολιτικών και οικονομικών αναταράξεων και το έργο του Στάρμερ μόνο εύκολο δεν θα είναι, καθώς εκτός από τη διεθνή κρίσης της ακρίβειας, καλείται να διαχειριστεί και τα απόνερα του Brexit, που συνεχίζουν να πλήττουν τη βρετανική αγορά.