Η χρυσή μετοχή της US Steel και η αμερικανική στροφή στον παρεμβατισμό

Η χρυσή μετοχή της US Steel και η αμερικανική στροφή στον παρεμβατισμό

Μία από τις ελάχιστες φορές που συμφώνησαν μεταξύ τους ο πρώην πρόεδρος Μπάιντεν και ο νυν πρόεδρος Τραμπ είναι η περίπτωση της προσπάθειας της ιαπωνικής χαλυβουργίας Nippon Steel (5401 TOKYO) να εξαγοράσει την αμερικανική U.S. Steel (X NYSE), δηλαδή αυτό που έχει απομείνει από τον αμερικανικό βιομηχανικό κολοσσό που στις αρχές του 20ου αιώνα ήταν η μεγαλύτερη επιχείρηση στον κόσμο. Όταν η ιαπωνική επιχείρηση έδωσε την καλύτερη προσφορά για την αγορά της αμερικανικής, τον Δεκέμβριο του 2023, προσφέροντας 55 δολάρια ανά μετοχή σε μετρητά για να την εξαγοράσει, οι μέτοχοι χάρηκαν πολύ, αλλά όχι και για πολύ.

Όπως είχαμε δει τον Μάρτιο του 2024 (Η βιομηχανία χάλυβα στο κάδρο της κούρσας για το Λευκό Οίκο | Liberal.gr), αυτή η υπόθεση απέκτησε γρήγορα έντονο πολιτικό χαρακτήρα, κάτι που ήταν δύσκολο να μην συμβεί εν μέσω της προεκλογικής εκστρατείας για τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου 2025.

Πάρα τις σημαντικές δυσκολίες που αντιμετώπισε, ακόμα και μετά την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ ο οποίος είχε δηλώσει πολλές φορές και με πολύ κατηγορηματικό τρόπο πως θα «σκοτώσει» αυτή την συμφωνία, η ιαπωνική εταιρεία συνέχισε την προσπάθειά της, υποθέτοντας πως όταν ξεχαστούν οι εκλογές θα άλλαζε γνώμη και ο Αμερικανός πρόεδρος.

Όπως έγραψε χθες ο Κωνσταντίνος Χαροκόπος, τελικά ο Ντόναλντ Τραμπ άλλαξε γνώμη και έγινε υπέρμαχος αυτής της συμφωνίας, την οποία βέβαια ισχυρίζεται πως τροποποίησε σημαντικά προς όφελος των εργαζομένων και των αμερικανικών  συμφερόντων (Χάλυβας: Η ψυχή της βιομηχανίας βρυχάται σε ΗΠΑ και Ευρώπη | Liberal.gr).

Αυτή την στιγμή δεν είναι απόλυτα βέβαιο αν η ιαπωνική επιχείρηση θα εξαγοράσει την αμερικανική ή αν θα έχουμε μία «συνεργασία» με άλλα χαρακτηριστικά.

Όπως πάντα, οι ανακοινώσεις του Ντόναλντ Τραμπ είναι γεμάτες με πανηγυρισμούς, θριαμβολογίες και «αυτοαποθέωση» αλλά στο τέλος κανείς δεν μπορεί να είναι βέβαιος για το τι έχει γίνει.

Όπως διαβάζουμε σε άρθρο του axios.com από την 2η Ιουνίου, λίγο μετά τις αρχικές ανακοινώσεις, ο Τραμπ ανέφερε στους δημοσιογράφους πως ούτε είχε δει ούτε είχε εγκρίνει το σχέδιο της τελικής συμφωνίας. Η ενημερωτική αμερικανική ιστοσελίδα υποστηρίζει μάλιστα πως ο Τραμπ έχει παγιδευτεί μόνος του, καθώς είναι πρακτικά υποχρεωμένος να εγκρίνει μία συμφωνία, καθώς χωρίς αυτή είναι σχεδόν βέβαιο πως η αμερικανική επιχείρηση θα προχωρήσει σε μαζικές απολύσεις. 

Αυτό είναι πράγματι ενδιαφέρον, αλλά εμείς θα ασχοληθούμε με κάτι άλλο. Από όσα έχουν γίνει γνωστά μέχρι τώρα, οι τροποποιημένες προτάσεις της  ιαπωνικής εταιρείας περιλαμβάνουν επενδύσεις 14 δισεκατομμυρίων δολαρίων για τον εκσυγχρονισμό των εργοστασίων της U.S. Steel και την δέσμευση της Nippon Steel πως στην διοίκηση των αμερικανικών εργοστασίων της θα συμμετέχουν Αμερικανοί.

Εκτός από αυτό όμως φαίνεται πως η ιαπωνική επιχείρηση έχει δεσμευθεί πως Αμερικανοί θα «επιβλέπουν» αυτές τις δραστηριότητες. Και σε αυτή την περίπτωση τα πράγματα είναι αρκετά μπερδεμένα, φαίνεται όμως πως υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να δούμε το Αμερικανικό Δημόσιο να αποκτά μία «χρυσή μετοχή» στο εταιρικό σχήμα που θα προκύψει αν ο Ντόναλντ Τραμπ δεν αλλάξει και πάλι γνώμη. Θεωρητικά, η τελική έγκριση της συμφωνίας θα πρέπει να γίνει μέχρι σήμερα το βράδυ (ώρα ΗΠΑ) αλλά δεν μπορούμε να είμαστε 100% σίγουροι πως θα γίνει έτσι. 

Σύμφωνα με το DealBook των New York Times της 28ης Μαΐου, η χρυσή μετοχή μαζί με έναν Αμερικανό διευθύνοντα σύμβουλο και διοικητικό συμβούλιο στο οποίο θα έχουν την πλειοψηφία Αμερικανοί αποτελούν τα βασικά στοιχεία των παραχωρήσεων που είναι διατεθειμένη να κάνει η ιαπωνική εταιρεία.

Κατά την αμερικανική εφημερίδα, το πιο βασικό από αυτά τα τρία είναι η χρυσή μετοχή. Έχοντας αυτή στα χέρια της, η αμερικανική κυβέρνηση θα έχει δικαίωμα αρνησικυρίας (veto) πάνω σε πολλά σημαντικά ζητήματα. Σύμφωνα με τους New York Times, η κυβέρνηση θα έχει λόγο στον ορισμό των μελών του διοικητικού συμβουλίου και σε διάφορα εταιρικά ζητήματα.

Το Bloomberg, σε άρθρο της 28ης Μαΐου, παρέθετε απόσπασμα δηλώσεων του ρεπουμπλικανού γερουσιαστή της Πενσυλβάνια Dave McCormick, ο οποίος αναφερόμενος στην χρυσή μετοχή είπε πως «θα επιτρέπει στην κυβέρνηση να θέτει ένα κατώτατο όριο παραγωγής για την επιχείρηση, καθώς και άλλα παρόμοια πράγματα». 

Όπως παρατηρούν οι New York Times, η χρυσή μετοχή θα δώσει στην αμερικανική κυβέρνηση την δυνατότητα να «ενσωματωθεί» σε μία επιχείρηση με ξένους ιδιοκτήτες και στρατηγική σημασία. Η εφημερίδα παρατηρεί πως, με την εξαίρεση των αυτοκινητοβιομηχανιών General Motors και Chrysler οι οποίες είχαν περάσει υπό κρατικό έλεγχο μετά την κατάρρευσή τους το 2008, αυτό αποτελεί μία σαφή απομάκρυνση από την πάγια τακτική της μη αναμίξεως σε εταιρικά ζητήματα από την μεριά της αμερικανικής κυβέρνησης.

Θυμίζει μάλιστα περισσότερο τον τρόπο λειτουργίας κρατικοποιημένων επιχειρήσεων στην Ευρώπη και άλλες περιοχές του κόσμου. Ως παραδείγματα αναφέρει την συμμετοχή των κυβερνήσεων της Γαλλίας και της Βραζιλίας σε μεγάλες αεροναυπηγικές επιχειρήσεις και αυτή της κινεζικής κυβέρνησης στην Alibaba. Από την δική του μεριά, το Bloomberg αναφέρθηκε και σε παρόμοιες περιπτώσεις στην Ιταλία και το Ηνωμένο Βασίλειο. 

Πέρα από το ότι πρόκειται για μία πρακτική ξένη προς την αμερικανική παράδοση, η πιθανότητα να αποκτήσει η αμερικανική κυβέρνηση χρυσή μετοχή σε μία επιχείρηση με διεθνείς μετόχους γεννά ορισμένα ενδιαφέροντα ερωτήματα. Οι New York Times αναρωτήθηκαν αν αυτό το προηγούμενο που θα δημιουργηθεί εφόσον τελικά οι σχετικές πληροφορίες θα επιβεβαιωθούν, θα εφαρμοστεί και σε άλλες περιπτώσεις στο μέλλον.

Σε μία τέτοια περίπτωση, μπορεί αυτό να δώσει την ευκαιρία σε άλλες χώρες να απαιτήσουν από αμερικανικές επιχειρήσεις να προχωρήσουν σε παραχωρήσεις παρόμοιου χαρακτήρα; Μιλώντας στην εφημερίδα ο Lawrence Cunnigham, ειδικός σε θέματα εταιρικής διακυβέρνησης στο Πανεπιστήμιο του Delaware, πιθανολόγησε πως άλλα κράτη θα μπορούσαν να εγείρουν παρόμοια ζητήματα σε ένα είδος ανταπόδοσης της αμερικανικής συμπεριφοράς, όπως περίπου έχει γίνει στο ζήτημα των δασμών.

Κάτι άλλο που επισήμανε η αμερικανική εφημερίδα είναι πως ένα τέτοιο προηγούμενο θα μπορούσε να «ανοίξει την όρεξη» της κυβέρνησης απέναντι και σε επιχειρήσεις εντός ΗΠΑ κάτω από αμερικανικό έλεγχο. Κατά την Jill Fisch, καθηγήτρια εταιρικού δικαίου στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια, η δυνατότητα που αποκτά η κυβέρνηση για άσκηση ελέγχου και σε ζητήματα που δεν έχουν άμεση σχέση με την εθνική ασφάλεια, συνιστά μία μάλλον επικίνδυνη εξέλιξη. 

Οι New York Times, οι οποίοι ασχολήθηκαν αρκετά με το ζήτημα της χρυσής μετοχής, φιλοξένησαν και την πολύ ενδιαφέρουσα άποψη του Edward Rock, από την Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης. Ο Rock αναρωτήθηκε αν το μοντέλο αυτό μπορεί να αποτελέσει πρότυπο και για μία παρόμοια συμφωνία στην περίπτωση του περίφημου κοινωνικού δικτύου TikTok. Η υπόθεση αυτού του εξαιρετικά δημοφιλούς ψηφιακού μέσου έχει απασχολήσει πολύ τον Αμερικανό πρόεδρο και κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει μία τέτοια εξέλιξη. 

Όπως είπαμε νωρίτερα, μπορεί ο πρόεδρος Τραμπ τελικά να αλλάξει γνώμη και να σκοτώσει και πάλι αυτή την συμφωνία. Η πιθανότητα για αυτό είναι μάλλον πολύ μικρή αλλά όχι μηδενική. Ανεξάρτητα όμως από αυτό, και μόνο το γεγονός πως η αμερικανική κυβέρνηση φαίνεται να μπαίνει στην παρεμβατική λογική της χρυσής μετοχής, η οποία γενικά θεωρείται μία πρακτική εχθρική προς την επιχειρηματικότητα, ανεξάρτητα από το αν μερικές φορές έχει λειτουργήσει υπέρ των εθνικών συμφερόντων ορισμένων κρατών, δείχνει πως τίποτα δεν πρέπει πλέον  να θεωρείται δεδομένο. Ειδικά όταν μία κυβέρνηση που ήρθε στην εξουσία υποσχόμενη να απαλλάξει τις επιχειρήσεις από τις κρατικές παρεμβάσεις, είναι έτοιμη να περάσει στην «απέναντι όχθη».